Η απώλεια του Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν πέρα από το προφανές -ένας νέος άνθρωπος, ταλαντούχος ηθοποιός και σκηνοθέτης πέθανε από ναρκωτικά- είναι σημαντική και για έναν άλλο λόγο.
Τα τελευταία χρόνια, ο κύριος όγκος των ταινιών που παράγει η αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία απευθύνεται σε θεατές από 16 έως 25 ετών, την ηλικιακή ομάδα που πηγαίνει συχνότερα απ’ όλες στον κινηματογράφο. Ετσι, οι περιπέτειες και οι κωμωδίες επικρατούν.
Για έναν ηθοποιό, που η φυσική του παρουσία δεν ανταποκρίνεται στα πρότυπα που έχουν στο μυαλό τους οι executives των μεγάλων εταιρειών, οι επιλογές ελάχιστες. Ειδικά εάν δεν θέλει να παίζει συνεχώς τον χοντρούλη γκαφατζή που προκαλεί προβλήματα στον ωραίο πρωταγωνιστή ή τον υπέρβαρο κακό που απειλεί με αφανισμό την υφήλιο. Ο Χόφμαν με τις υποκριτικές του ικανότητες, τις προσεκτικές επιλογές και τη βοήθεια σημαντικών σκηνοθετών επέβαλε την παρουσία του σε παραγωγές πρώτης γραμμής χωρίς να λιώνει, όπως πολλοί ταλαντούχοι συνάδελφοί του, σε πάγκους γυμναστηρίων. Δεν είναι από εκείνους που πήραν το Οσκαρ λόγω του ιδιαίτερου παρουσιαστικού τους ή για έναν πρωτότυπο ρόλο και μετά χάθηκαν από τη μεγάλη οθόνη ή περιορίστηκαν σε έκτακτες εμφανίσεις, από αυτές που δίνουν σε μια ταινία μια νότα ποιότητας και κάνουν τον θεατή να μονολογεί: «Α, παίζει κι αυτός. Καλός ηθοποιός…».
Ο Σίντνεϊ Λιούμετ του «Σέρπικο», που συνεργάστηκε με το μισό Actors Studio -από τον Ροντ Στάιγκερ μέχρι τον Πατσίνο- τον κάλεσε για το εξαιρετικό «Πριν ο διάβολος καταλάβει ότι πέθανες», αντιμετώπισε τη Μέριλ Στριπ επί ίσοις όροις στην «Αμφιβολία», ο οξυδερκής Πολ Τόμας Αντερσον κράτησε γι’ αυτόν, στο «The Master», έναν ρόλο που σε άλλα χρόνια θα ήταν γραμμένος για τον Ορσον Ουέλς.
Ο Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν δεν διέθετε τις προδιαγραφές για να σώσει το κορίτσι από τις φλόγες ή τη Γη από τους Αρειανούς. Με τις ταινίες του, όπως κι άλλοι μεγάλοι Αμερικανοί ηθοποιοί πριν από αυτόν, έκανε κάτι πιο απλό, πιο δύσκολο. Συνάντησε τον δύσπιστο παραγωγό και τον μπουκωμένο από ποπ-κορν θεατή για να τους αποδείξει ότι ένα άλλο αμερικανικό σινεμά, εξίσου εμπορικό και καθόλου περιθωριοποιημένο, είναι εφικτό.
Νίκος Καλτσάς