07/02/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ενιαία τιμή για τα βιβλία

      Pin It

Της Μαργαρίτας Κουλεντιανού

 

Είναι ακόμη μια συμβουλή του ΟΟΣΑ, ανάλογη με αυτήν της ημερομηνίας λήξης του γάλατος, που μη λαμβάνοντας υπόψη καμιά από τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού χώρου προτείνει την «απελευθέρωση» της αγοράς του βιβλίου με μέσο την κατάργηση της ενιαίας τιμής. Η ενιαία τιμή θεσπίστηκε εδώ και μερικά χρόνια με στόχο να καταπολεμηθεί ο αθέμιτος ανταγωνισμός και εφαρμόζεται σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Ορίζεται από τον εκδότη, ισχύει για τα δύο πρώτα χρόνια κυκλοφορίας ενός βιβλίου και εξυπηρετεί μια σειρά σκοπούς. Απ’ αυτούς ο σημαντικότερος, θα έλεγε κανείς, είναι ότι προφυλάσσει τα μικρά βιβλιοπωλεία από τον ανταγωνισμό με τις «υπερδυνάμεις», επιτρέποντας την επιβίωσή τους. Είναι προφανείς οι λόγοι για τους οποίους θα ήθελαν οι Ελληνες να συνεχίσουν να υπάρχουν βιβλιοπωλεία στις γειτονιές, στα χωριά και στις μικρές πόλεις. Και είναι προφανείς οι λόγοι για τους οποίους ο ΟΟΣΑ δεν κρίνει απαραίτητο κάτι τέτοιο. Σε πόσες ακόμη τέτοιες συζητήσεις θα μπούμε με τους σωτήρες μας, που με τα δικά τους μέτρα προσπαθούν να αναμορφώσουν τη δική μας ζωή;

 

Βρέθηκα τις προάλλες στον «Ιανό», σε μια εκδήλωση για τα πενήντα χρόνια των εκδόσεων «Gutenberg». Μισός αιώνας είναι μεγάλη ιστορία, πολύ περισσότερο μάλιστα που στο πέρασμά του συνέβησαν ένα σωρό πράγματα που θα μπορούσαν, λογικά, να ανακόψουν την πορεία ενός εκδοτικού οίκου: από τη χούντα και τη σημερινή κρίση μέχρι την επικράτηση των ηλεκτρονικών βιβλίων και την παντελή αδιαφορία της πολιτείας για το βιβλίο – σε τέτοιο βαθμό ώστε να κλείνουν ακόμη και οι σχολικές βιβλιοθήκες και να θεωρούνται οι βιβλιοθηκονόμοι «πλεονάζον προσωπικό». Αυτό που επέτρεψε την επιβίωση του εκδοτικού οίκου ήταν η ανυποχώρητη αισθητική εμφάνισης και περιεχομένου, πολλές ρηξικέλευθες ιδέες –όπως η αντικατάσταση των κατάπτυστων «λυσαριών» με επιστημονικά άρτια σχολικά βοηθήματα- αλλά, ιδιαίτερα, το μεράκι των ίδιων των εκδοτών και η προσωπική τους σχέση με καθένα από τα πέντε χιλιάδες βιβλία που έχουν εκδώσει μέχρι σήμερα.

 

Σ’ αυτή τη σχέση παρεμβαίνει η οδηγία του ΟΟΣΑ, προτείνοντας σε πολιτεία και εκδότες να αντιμετωπίζουν τα βιβλία σαν να ήταν κολοκυθάκια ή φανέλες και κάλτσες. Ετσι, ιδέες όπως η αισθητική, η ποιότητα και το αυστηρό κριτήριο επιλογής θα σκορπίσουν στον άνεμο της «ελεύθερης» αγοράς, όπου οι μεγαλο-αγοραστές θα μπορούν να υπαγορεύουν την εκδοτική δραστηριότητα ανάλογα με το τι κατά τη γνώμη τους πουλάει. Θα πουλάει, φυσικά, μόνο αυτό που υπάρχει στο ράφι και θα εναπόκειται στην κάθε αλυσίδα σουπερμάρκετ να αναδεικνύει τίτλους και να παρεμβαίνει στην εξέλιξη του πολιτισμού διαμορφώνοντας την αγορά του βιβλίου. Μαζί με αυτή των φαρμάκων και των τσιγάρων άλλωστε, γιατί στο στόχαστρο έχουν μπει επίσης τα φαρμακεία και τα περίπτερα. Μα τι θλιβερό τοπίο μια γειτονιά χωρίς το βιβλιοπωλείο της, κέντρο ατέλειωτων συζητήσεων για τα βιβλία και ό,τι άλλο, χωρίς τον φαρμακοποιό που δίνει συμβουλές υγείας και παρηγορεί κάθε πελάτη του, χωρίς το περίπτερο, ένα φωτισμένο νησάκι όταν γύρω όλα έχουν κλείσει, όπου μπορείς να βρεις τα πάντα, από τσιγάρα μέχρι ασπιρίνες κι από εφημερίδες μέχρι πληροφορίες για τη διαδρομή σου.

 

Λίγο πριν γίνουν δεκτές οι προτάσεις του ΟΟΣΑ, έστω κατά 80% όπως αναγγέλθηκε, είναι πραγματικά παρήγορη η θέση του υπουργού Πολιτισμού ότι η ενιαία τιμή για τα βιβλία πρέπει να διατηρηθεί. Και ακόμα πιο παρήγορο είναι το σκεπτικό με το οποίο υποστήριξε την άποψή του αυτή. Μένει να δούμε τι θα πει κι ο υπουργός Ανάπτυξης – που έχει την τελευταία λέξη για το θέμα.

 

Scroll to top