09/02/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Στο κελί του εαυτού

Γιάννης Αστερής «Νουθεσία ημιόνου» Νουβέλα. Ινδικτος, 2013, σελ. .
      Pin It

Γιάννης Αστερής
«Νουθεσία ημιόνου»
Νουβέλα. Ινδικτος, 2013, σελ. 152

 

Του Χρίστου Κυθρεώτη

 

Ο Γιάννης Αστερής έκανε την εμφάνισή του στη λογοτεχνία το 2007 με τη «Θύελλα» (εκδ. Ινδικτος), έναν εντυπωσιακής δεξιοτεχνίας εσωτερικό μονόλογο, στον οποίον η ψυχολογική ασφυξία του κεντρικού ήρωα και αφηγητή αντικατοπτρίζεται με ακρίβεια στο περίπλοκο αλλά διαυγές ύφος του κειμένου. Ο καταιγιστικός ρυθμός της γλώσσας, η παροξυσμική γραφή, αλλά και το ψυχολογικό βάθος αποτελούσαν τις κυριότερες κατακτήσεις εκείνης της νουβέλας, τις οποίες ο συγγραφέας επιβεβαιώνει και εξελίσσει στο δεύτερο βιβλίο του, τη «Νουθεσία ημιόνου», που κυκλοφόρησε στο τέλος του 2013. Ο Αστερής επιλέγει αυτή τη φορά να αξιοποιήσει τη δύναμη και τους κυματισμούς της γλώσσας του μέσα σε ένα πιο στέρεο πλαίσιο εξωτερικής δράσης –και συγκεκριμένα μέσα στο πλαίσιο του αστυνομικού μυθιστορήματος, τις ειδολογικές συμβάσεις του οποίου υπονομεύει χωρίς να υποτιμά.

 

Ο Γιώργος Αυγέρης, ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου, βρίσκεται αντιμέτωπος με την κατηγορία ότι έχει δολοφονήσει τη γυναίκα του. Η αρχική βεβαιότητα γύρω από την αθωότητά του κλονίζεται πολύ γρήγορα από τις πληροφορίες που εντάσσονται στη ροή του κειμένου και ανατρέπουν διαρκώς τις δικές του εκδοχές για τα γεγονότα της νύχτας του φόνου. Ενώ ο ίδιος κάνει λόγο για ένα δείπνο στο οποίο συμμετείχε το επίμαχο βράδυ, οι εννέα υπόλοιποι συνδαιτυμόνες αρνούνται τόσο την παρουσία του όσο και την ίδια την ύπαρξη του δείπνου. Και μπορεί βέβαια η σώρευση αντιφατικών στοιχείων γύρω από την αθωότητα ή την ενοχή των προσώπων να αποτελεί συνήθη τεχνική στα αστυνομικά μυθιστορήματα, εν προκειμένω όμως ο Αστερής διαφοροποιείται κατά το εξής κρίσιμο σημείο: δεν αγνοεί μόνο ο αναγνώστης την αλήθεια –την αγνοεί και το ίδιο το εμπλεκόμενο πρόσωπο. Καθώς η αφήγηση προχωράει, και καθώς οι ενδείξεις εναντίον του πληθαίνουν, ο κεντρικός ήρωας αρχίζει να αμφιβάλλει και ο ίδιος για την αθωότητά του. Στο τέλος μοιάζει διχασμένος ανάμεσα σε δύο διαφορετικά πρόσωπα, που αντιστοιχούν σε δύο διαφορετικές ομάδες γεγονότων: σε όσα λέει ότι κάνει και σε όσα μαθαίνουμε (και μαθαίνει και ίδιος) ότι κάνει.

 

Μια δεύτερη, εγκιβωτισμένη ιστορία, σχετική με έναν μυστηριώδη μοναχό ονόματι Διονύσιο, που ενσωματώνεται έντεχνα και πειστικά στην κύρια αφήγηση, δεν συμβάλλει καθόλου στη διαλεύκανση του αστυνομικού μυστηρίου –φωτίζει όμως αποφασιστικά τις υπαρξιακές προεκτάσεις του. Μέσα από την αλλόκοτη ιστορία του μοναχού, το αδιέξοδο του Αυγέρη, αλλά και οι αμφιβολίες του για την ίδια του την αθωότητα συσχετίζονται με μια σειρά φιλοσοφικών ερωτημάτων γύρω από τη φύση του αισθήματος της ενοχής, καθώς και την αναζήτηση του εαυτού. Η τελική στάση του Αυγέρη, ο οποίος κατά την απολογία του στη δίκη κοινοποιεί (ή ίσως επινοεί) μια σειρά από πληροφορίες που γνωρίζει ότι θα οδηγήσουν στη βέβαιη καταδίκη του, παρουσιάζεται σε μεγάλο βαθμό ως αποτέλεσμα της επιρροής που άσκησε πάνω του η ιστορία του μοναχού (και βέβαια ο μακρόχρονος εγκλεισμός του).

 

Ο συγγραφέας πετυχαίνει να αποδώσει με ακρίβεια τους περίπλοκους μηχανισμούς ενοχής και απώθησης μιας σχιζοφρενικής προσωπικότητας μέσω της πολυεπίπεδης γλώσσας του –παρά το λόγιο περίβλημά της και την ειρωνική απόσταση που διατηρεί ο αφηγητής από τα ιστορούμενα, στην τριτοπρόσωπη αφήγηση του βιβλίου εντοπίζονται αποχρώσεις του τόνου της προφορικής ομιλίας των ηρώων του, καθώς και ο κυματισμός των συναισθημάτων και των σκέψεών τους. Παρ' ότι η δεύτερη (αλλά καθόλου δευτερεύουσα ιστορία) του πατέρα Διονύσιου μοιάζει να πλατειάζει ελαφρά σε ορισμένα σημεία, προσθέτει τελικά υποβλητικό βάθος στο βιβλίο και το συνδέει με την παράδοση αντίστοιχων σκοτεινών αφηγημάτων της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Συνολικά, η «Νουθεσία ημιόνου», εμπεδώνοντας και διευρύνοντας τα επιτεύγματα του πρώτου του βιβλίου, αναδεικνύει τον Αστερή ως έναν προικισμένο συγγραφέα και μια ιδιαίτερη περίπτωση στη σύγχρονη πεζογραφία.

 

Scroll to top