Pin It

Ζητούνται απαντήσεις, όπως στο αν ζούμε μια νέα μορφή τρομοκρατίας ή στο αν η αναζωπύρωση του φαινομένου οφείλεται στην κρίση ή μήπως έχουμε να κάνουμε με μια ελληνική ιδιαιτερότητα

 

Του Τάσου Παππά

 

Στο βιβλίο του «Βία – Εξι λοξοί στοχασμοί» (εκδόσεις Scripta), ο Σλαβόι Ζίζεκ ανασύρει το παλιό ανέκδοτο με τον Πικάσο. Οταν ο αξιωματικός των ναζί τον ρώτησε στο ατελιέ του στο κατεχόμενο Παρίσι, δείχνοντας την «Γκερνίκα», «Εσείς το κάνατε αυτό;», ο Πικάσο απάντησε: «Οχι, εσείς». Παρόμοια, σύμφωνα με τον Ζίζεκ, πρέπει να είναι η απάντηση σε όσους αναρωτιούνται γιατί μέσα σε μια ευνομούμενη δημοκρατία δυτικού τύπου ξεσπούν βίαιες εξεγέρσεις: «Να τους πούμε, αυτό είναι το αποτέλεσμα της δικής σας πολιτικής».

 

Την ίδια πάνω-κάτω προσέγγιση με τον Ζίζεκ καταθέτει και ένας Γάλλος πολιτικός που δεν ανήκει στη ριζοσπαστική Αριστερά. Κάθε άλλο. Ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας, Ντομινίκ ντε Βιλπέν, περιγράφοντας την κατάσταση στη χώρα του τον Ιούνιο του 2010, σημείωσε: «Αν δεν προσέξουμε, η ανυπομονησία θα γίνει οργή και η οργή θα εξελιχθεί σε βία». Δυστυχώς στη χώρα μας, κάθε φορά που γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια να αναλυθεί το φαινόμενο της βίας, κάποιοι σπεύδουν να κατηγορήσουν όσους το επιχειρούν για «χαλαρή στάση απέναντι στη βία» και ακόμη χειρότερα, για «απόπειρα δικαιολόγησής της».

 

Το ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα με αφορμή τα τελευταία γεγονότα. Διατυπώνονται ορισμένα ερωτήματα: Εχουμε μια νέα μορφή τρομοκρατίας; Η νέα γενιά τρομοκρατών είναι η συνέχεια του παλιού αντάρτικου πόλης και ως προς το ιδεολογικό στίγμα που εκπέμπει και ως προς τις μορφές δράσης που επιλέγει; Η αναζωπύρωση του φαινομένου οφείλεται στη γενικευμένη κρίση (οικονομική, θεσμών, αξιών, νοήματος) ή μήπως έχουμε να κάνουμε με μια ελληνική ιδιαιτερότητα;

 

Βάζοντας τις δύο περιόδους δίπλα δίπλα μπορούμε να οδηγηθούμε σε κάποια συμπεράσματα:

 

1. Οι εμβληματικές οργανώσεις της πρώτης φάσης της μεταπολιτευτικής περιόδου (17 Νοέμβρη, ΕΛΑ) ήθελαν να αλλάξουν την κοινωνία. Για σοσιαλισμό, λαϊκή εξουσία, άμεση δημοκρατία και αυτοδιαχείριση μιλούσαν στις προκηρύξεις τους. Ενδεχομένως να φαντασιώνονταν τη ρεβάνς της ήττας του Εμφυλίου, αλλά έπαιρναν υπόψη τους τις διαθέσεις της κοινής γνώμης. Δεν λειτουργούσαν ερήμην της συγκυρίας.

 

Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της 17Ν, η οποία ανέστειλε τη δράση της από το 1980 μέχρι το 1983, για να μην έρθει κόντρα με το παλιρροϊκό ρεύμα που έφερνε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία: «Η οργάνωσή μας, παρότι πίστευε στην αποτυχία του προγράμματος, εντούτοις, σεβόμενη τη λαϊκή ετυμηγορία κι εντολή για εφαρμογή του μέσα στα κοινοβουλευτικά νόμιμα πλαίσια, αποφάσισε να αναστείλει προσωρινά τη δραστηριότητά της για να μην δημιουργήσει πρόσθετα εμπόδια» (από την προκήρυξη με την οποία η 17Ν είχε αναλάβει την ευθύνη για τη δολοφονία του Τσάντες, 15-11-83).

 

Αρκετές από τις σημερινές οργανώσεις φαίνεται να κινούνται σαν να μην τους ενδιαφέρει πώς θα εισπράξει ο κόσμος τη δράση τους. Κάποιες μάλιστα δεν κρύβουν την αποστροφή τους για το επίπεδο της κοινωνίας: «Η κοινωνία παθητικά εξακολουθεί να τους ανέχεται και ταυτόχρονα επιθυμεί να βρεθεί στη θέση τους. Η φιλοδοξία του εύκολου πλουτισμού, της θεαματικής κοινωνικής εξέλιξης, της επαγγελματικής καριέρας, της ιδιοκτησιακής αποκατάστασης, της ασφάλειας των αντικειμένων και των διπλοκλειδωμένων πορτών είναι η υπόσχεση της δημοκρατικής ευημερίας. Ετσι οι εθελόδουλοι υποτελείς παραδίδονται στον ολοκληρωτισμό της καπιταλιστικής κυριαρχίας σε δημοκρατικό φόντο» (από την προκήρυξη της οργάνωσης «Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς» μαζί με την Αντάρτικη Ομάδα Τερροριστών που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Ιndymedia, 12-1-2010).

 

Στο ιδεολογικό επίπεδο, τα πράγματα είναι ακόμη πιο αποκαλυπτικά. Με εξαίρεση τον «Επαναστατικό Αγώνα», που βάζει ως στόχο την «αμεσοδημοκρατική λαϊκή αυτοδιαχείριση», παραπέμποντας σε ιστορικά παραδείγματα (Κομμούνα, σοβιέτ «πριν τα ευνουχίσουν οι μπολσεβίκοι», εργοστασιακά συμβούλια στη Γερμανία και στην Ιταλία, αγροτικές κομμούνες στην Ισπανία), αλλά και σε σύγχρονα (Ζαπατίστας, καταλήψεις σε Βραζιλία και Αργεντινή), και τη «Σέχτα Επαναστατών», που δηλώνει ότι αγωνίζεται «για την ολοκληρωτική καταστροφή του κράτους και των σημερινών δομών για να μπορέσει να ανατείλει μια νέα προοπτική ζωής», στα κείμενα των περισσότερων οργανώσεων δύσκολα μπορεί κανείς να ανακαλύψει ψήγματα ιδεολογικού προσχήματος.

 

2. Οι παλιές οργανώσεις δεν είχαν στενές σχέσεις με τον ποινικό χώρο. Και όταν ήταν υποχρεωμένες να αποκτήσουν (για λόγους τεχνογνωσίας), τα όρια τα έθεταν οι ίδιες και ήταν πολύ αυστηρά. Σήμερα η επικοινωνία των δύο περιοχών είναι πυκνή και διαρκής.

 

3. Η 17Ν και ο ΕΛΑ όταν «επιχειρούσαν» φρόντιζαν να περιορίσουν στο ελάχιστο τις πιθανότητες να υπάρξουν «παράπλευρες απώλειες». Η περίπτωση Αξαρλιάν θεωρήθηκε από τη 17Ν ως μια μεγάλη αποτυχία και ένα δυσβάστακτο βάρος, κάτι που αναγνώρισε ο Δ. Κουφοντίνας στη δίκη του. Σήμερα έχεις την εντύπωση ότι αυτό δεν είναι το μείζον για τις ένοπλες συσσωματώσεις. Πάνω απ’ όλα είναι ο στόχος και η δημιουργία εντυπώσεων στο ακροατήριό τους.

 

4. Οι πρώτες οργανώσεις ήταν κλειστές ομάδες που ανανεώνονταν αργά και αφού είχαν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Γι' αυτό και ήταν δύσκολο να εντοπιστούν και ακόμη δυσκολότερο, έως αδύνατο, να διεισδύσουν άνθρωποι των μυστικών υπηρεσιών. Σήμερα είναι μικρογραφίες μαζικών χώρων και συνεπώς ευάλωτες στον «εισοδισμό».

 

5. Οσοι ενεπλάκησαν στην τρομοκρατία τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 καθοδηγούνταν από εκδοχές της αριστερής ιδεολογίας. Σύμφωνα με τον Α. Ελεφάντη, η πηγή έμπνευσής τους ήταν «ορισμένοι αριστερισμοί, εκείνοι τουλάχιστον οι αριστερισμοί που ώς ένα σημείο είναι συμβατοί ή μοιάζει να είναι συμβατοί, από ιδεολογική άποψη, με την τρομοκρατία» («Πολίτης», Ιούλιος-Αύγουστος 2003).

 

Η αντίληψη των σύγχρονων τρομοκρατών, κατά τον καθηγητή Β. Καρύδη, θυμίζει «μάλλον τις λογικές “ληστών των ορέων” του 19ου αιώνα που κηρύσσουν τον ατομικό τους πόλεμο στην τοπική κρατική εξουσία του χωροφύλακα και –αν χρειαστεί-κακομεταχειρίζονται τους “δειλούς χωριάτες”» («Αυγή», 1-11-2009).

 

6. Οταν ρωτήθηκε ο Δ. Κουφοντίνας αν οι οργανώσεις που εμφανίστηκαν μετά το 2003 είναι η συνέχεια της 17Ν, απάντησε ως εξής: «Οι νέες ένοπλες οργανώσεις προσπαθούν να καλύψουν ένα επαναστατικό κενό κι αναζητούν τον δικό τους δρόμο. Με αυτήν την έννοια, είναι και ταυτόχρονα δεν είναι συνέχεια της 17Ν.

 

Δεν μπορεί να υπάρξει μια απλή επανάληψη του παρελθόντος, όταν γύρω όλα αλλάζουν ορμητικά» («Real news», 2-5-2010). Από την πλευρά του ο Ν. Μαζιώτης υποστήριξε ότι «η υπόθεση της ένοπλης επαναστατικής δράσης δεν τελείωσε και δεν πρόκειται να τελειώσει ποτέ. Είναι πάντα διαχρονικά αναγκαία και επίκαιρη» («Το Βήμα», 16-10-2011).

 

Scroll to top