Το πρώτο παιδί-θαύμα της κινηματογραφικής βιομηχανίας, που δεν ξεπεράστηκε ποτέ από κανένα άλλο, έπαιζε, έκανε μιμήσεις, χόρευε και τραγουδούσε με εντυπωσιακό ταλέντο
Ο πρόεδρος Ρούζβελτ έλεγε πόσο υπέροχο ήταν που κάθε Αμερικανός, δίνοντας μόνο 15 σεντς, μπορούσε να ξεχάσει για λίγο τις σκοτούρες του κοιτώντας στην οθόνη το χαμογελαστό της μουτράκι. Μέσα στη φρίκη του κραχ, η Σίρλεϊ Τεμπλ, με τις μπουκλίτσες και το τσαγανό της, έγινε η αδιαφιλονίκητη darling της Αμερικής και το κέντρο μιας τεράστιας επικερδούς βιομηχανίας. Το πρώτο παιδί-θαύμα στον χώρο του θεάματος, πέθανε το βράδυ της Δευτέρας στο σπίτι της στην Καλιφόρνια σε ηλικία 85 χρόνων.
Κόρη ενός τραπεζικού, γεννήθηκε το 1928 στη Σάντα Μόνικα, στην Καλιφόρνια, σε μικρή απόσταση από το Χόλιγουντ. Σε ηλικία 3 ετών η φιλόδοξη μαμά της, Γκέρτρουντ, διέγνωσε τα χαρίσματά της, την έγραψε σε σχολή χορού στο Λος Αντζελες, όπου την εντόπισε ένας ατζέντης. Με τα ξανθά της μαλλάκια χτενισμένα σε μπούκλες αλά Μέρι Πίκφορντ, υπέγραψε συμβόλαιο με την Educational Pictures για τα «Baby Burlesks», σειρά κωμωδιών μικρού μήκους (πολύ δημοφιλές είδος της εποχής), όπου έκανε μιμήσεις της Μάρλεν Ντίτριχ και άλλων σταρ. Στα 6 της χρόνια πέρασε σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, είχε δυο χιτ τραγούδια («Baby take a bow» και «The Good Ship Lollipop») και ανέβηκε στην 8η θέση των πιο ακριβοπληρωμένων ηθοποιών του Χόλιγουντ.
Για τα επόμενα πέντε χρόνια κυριάρχησε στο αμερικάνικο σινεμά και το 1934 κέρδισε ένα ειδικό Οσκαρ για τη συνεισφορά της στην κινηματογραφική διασκέδαση. Ηταν πια εθνικός θεσμός. Υπήρχαν κούκλες, παιχνίδια, ρούχα και μαγιό Σίρλεϊ Τεμπλ. Δεν ήταν, όμως, ένα τυχαίο κατασκεύασμα επιτηδείων επαγγελματιών. Ενα τόσο δα κοριτσάκι διέθετε θαυμαστή ερμηνευτική αυτοπεποίθηση, ήταν καταπληκτική μίμος (στην ταινία «Stowaway» παρέστησε σε μια θρυλική σεκάνς τους Εντι Κάντορ, Αλ Τζόνσον, Μπινγκ Κρόσμπι και Τζίντζερ Ρότζερς, αλλά μίλησε και… κινέζικα) και χόρευε σαν επαγγελματίας.
Κάθισε στην αγκαλιά του Νέλσον Ροκφέλερ και του Τζ. Εντγκαρ Χούβερ. Ακόμα και ο Μπέρναρντ Σο προσπάθησε να της δώσει ρόλο στο έργο του «Καίσαρ και Κλεοπάτρα». Και προφανώς ήταν το πρότυπο κάθε μαμάς για τη δική της κόρη.
Οι ρόλοι που έπαιζε ήταν προσαρμοσμένοι στην εποχή, γενναία ορφανά κοριτσάκια, που συνήθως αναλάμβαναν να τα σώσουν πλούσιοι ηλικιωμένοι. Χόρεψε συχνά με ενήλικους παρτενέρ, ανάμεσά τους ο μεγάλος Αφροαμερικανός tap dancer Μπιλ «Βojangles» Ρόμπινσον («The Littlest Rebel» -1935). «Aσχετα αν σας αρέσει ή δεν σας αρέσει η Σίρλεϊ Τεμπλ, ακόμα κι αν έχετε αλλεργία με τους μικρούς ερμηνευτές, δεν υπήρξε άλλο παιδί, πριν ή μετά από αυτήν, που έγινε τόσο δημοφιλές ή είχε τόσο εντυπωσιακό ταλέντο στο τραγούδι, τον χορό και την ηθοποιία», έγραψε χθες στην «Γκάρντιαν» ο Ρόναλντ Μπέργκαν.
Υπήρχαν, πάντως, κι αυτοί που ενοχλούνταν μαζί της. Το Βατικανό θέλησε να μάθει τα θρησκευτικά της πιστεύω και να βεβαιωθεί ότι δεν ήταν… νάνος. Ο Γκράχαμ Γκριν, κριτικός κινηματογράφου τότε, έγραψε το 1937 με την ευκαιρία της ταινίας του Τζον Φορντ «Wee Willie Winkie» ότι την θαυμάζουν μεσήλικοι άνδρες και ιερείς για την κοκεταρία της και το καλοσχηματισμένο και επιθυμητό κορμάκι της. Το κομμάτι αυτό του Γκ. Γκριν δεν ξαναδημοσιεύτηκε παρά μόνο μετά από 40 χρόνια, όταν η ίδια η Τεμπλ έδωσε άδεια να συμπεριληφθεί σε αυτοβιογραφία της.
Το πέρασμά της στην εφηβεία δεν ήταν και τόσο άσχημο, όπως θα περίμενε κανείς. Επαιξε το κορίτσι που ερωτεύεται τον πλέιμποϊ Κάρι Γκραντ στο «Bachelor Knight» και την κόρη του Χένρι Φόντα στην καλύτερη ίσως ταινία της, τo «Fort Apache» (1948) του Τζον Φορντ. Εκεί γνώρισε και τον σύζυγό της Τζον Αγκαρ, έναν αλκοολικό γυναικά. Η μεταπολεμική περίοδος αποδείχτηκε, πάντως, σκληρή γι’ αυτήν. Επαψε να είναι σταρ και ανακάλυψε ότι είχε μείνει και απένταρη. Την έσωσε ο δεύτερος σύζυγός της, ο πλούσιος Τσαρλς Αλντεν Μπλακ. Με το επίθετο, άλλωστε, Τεμπλ-Μπλακ άρχισε μια δεύτερη καριέρα, αποδεικνύοντας ότι η χαριτωμένη μικρούλα με τις μπούκλες ήταν ένας κανονικός άνθρωπος: διακρίθηκε στις γραμμές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και υπηρέτησε ως πρεσβευτής των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Εθνη (επιλογή του Νίξον), την Γκάνα και την Τσεχοσλοβακία.
Επιμ. Β. Γεωργ.