16/02/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η Ελένη του Καζαντζάκη

… και -η πρώην- Γαλάτεια Καζαντζάκη (κι ένας καβγάς).
      Pin It

… και -η πρώην- Γαλάτεια Καζαντζάκη (κι ένας καβγάς)

 

Του Δημήτρη Γκιώνη

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ, ΕΛΕΝΗ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ Υπήρξε η δεύτερη σύζυγος του Νίκου Καζαντζάκη – αυτή με την οποία έζησε 33 χρόνια και στην ουσία ήταν ο δεύτερος εαυτός του. «Είχαμε γυναίκα, εσένα τη λέγανε Χερώνια, εμένα Ελένη. Τι τύχη ετούτη, παππού μου! Πόσες φορές κοιτάζοντάς τις, δεν είπαμε και οι δυο από μέσα μας: ‘‘Bλογημένη να ’ναι η ώρα που γεννηθήκαμε!”» γράφει στην αυτοβιογραφία του «Αναφορά στο Γκρέκο».

 

Καζαντζάκης κι Ελένη Σαμίου γνωρίστηκαν το 1924, όταν αυτός ήταν 41 κι εκείνη 21, και πέρασαν 21 χρόνια σε ελεύθερη συμβίωση. Παντρεύτηκαν το 1945, με κουμπάρους τον Αγγελο και την Εύα Σικελιανού (οπότε και η Ελένη πήρε το επίθετο του συγγραφέα). Ο Καζαντζάκης έφυγε από τη ζωή στις 26 Οκτωβρίου 1957, 74 ετών και η Ελένη 47 χρόνια αργότερα – 18 Φεβρουαρίου 2004 (πριν από 10 χρόνια, εξ ου και η αφορμή για την παρούσα μνεία), 101 ετών.

 

Η Γαλάτεια

 

Πρώτη σύζυγος του Καζαντζάκη η συγγραφέας Γαλάτεια Αλεξίου, αδελφή της, επίσης συγγραφέως, Ελλης Αλεξίου. Παντρεύτηκαν το 1911 και χώρισαν το 1926. (Επτά χρόνια αργότερα η Γαλάτεια παντρεύτηκε τον ποιητή και κριτικό Μάρκο Αυγέρη). Πέθανε το 1962 σε ηλικία 76 ετών. Τη ζωή της με τον Καζαντζάκη καταγράφει (με ψευδώνυμα) στο μυθιστόρημά της «Ανθρωποι και υπεράνθρωποι», ενώ ο πρώην της βρισκόταν ακόμη στη ζωή. (Με τη σειρά της η Ελένη κατέγραψε τη διαβίωση της με τον Καζαντζάκη στο βιβλίο της «Ο Ασυμβίβαστος», που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, ενώ βιβλίο για το Καζαντζάκη έγραψε -επίσης μετά τον θάνατό του- και η Ελλη Αλεξίου, με τίτλο «Για να γίνει μεγάλος».)

 

Η ζωή και το έργο του Καζαντζάκη, του πιο φημισμένου ανά τον κόσμο συγγραφέα μας (με τους απειράριθμους θαυμαστές και πολέμιους), απασχόλησε και απασχολεί πολλούς μελετητές. Εδώ θα σταθώ σε δύο μαρτυρίες: η μια της Ελλης Αλεξίου και η δεύτερη της Ελένης Καζαντζάκη, που προκλήθηκαν από μια συνέντευξή μου με την πρώτη το 1979 («Ελευθεροτυπία», 20 Αυγούστου). Οπου ανάφερε ότι ο Καζαντζάκης διάβασε το μυθιστόρημα «Ανθρωποι και υπεράνθρωποι» της Γαλάτειας (που, πρέπει να ομολογηθεί, δίνει μια ζοφερή εικόνα της διαβίωσής τους) και δεν το σχολίασε, «όπως έκανε με ό,τι τον ενοχλούσε». Κι εκεί προέκυψε η αντίδραση της Ελένης, με επιστολή στον υπογραφόμενο (στην εφημερίδα 3 Σεπτεμβρίου), όπου γράφει μεταξύ άλλων:

 

Ο καβγάς

 

«Ε, λοιπόν, όχι! Ο Καζαντζάκης δε θέλησε, αρνήθηκε να διαβάσει το μυθιστόρημα της Γαλάτειας. Εγώ όμως το διάβασα και του ανάφερα το και το. Τόσο σ’ εμένα, όσο και στους φίλους μας που έλεγαν στον Καζαντζάκη ν’ απαντήσει στις συκοφαντίες, ακόμα και με δικαστική αγωγή, ο Νίκος μουρμούριζε αναστενάζοντας: ‘‘Καημένη Γαλάτεια, δεν της άξιζε τέτοιο τέλος”. Γιατί, ώς την τελευταία του πνοή, αγαπούσε τη Γαλάτεια και λυπόταν να τη βλέπει να ξεπέφτει».

 

Πιο κάτω ωστόσο γίνεται πιο επιθετική, με τους Αλεξίου, που έχουν βαλθεί «με πάθος να κατασπαράξουν ένα πρώην μέλος της οικογένειάς τους […] Ή μήπως υπάρχει κάποιος άλλος κρυφός καημός; Και μονάχα ένας άξιος ψυχολόγος ή ψυχαναλυτής θα βοηθούσε την κ. Αλεξίου ν’ απαλλαχτεί επί τέλους απ’ αυτόν τον βρυκόλακα που την καβαλικεύει, για να καθίσει ν’ ασχοληθεί με πράγματα που θα της ταίριαζαν τόσο καλύτερα».

 

Στην ανταπάντησή της, την επομένη, η Αλεξίου γράφει μεταξύ άλλων: «Οταν με το καλό ανταμώσουμε, γιατί όλοι τους είναι πεθαμένοι, τότε η Ελένη ας εξηγηθεί μαζί τους. Γιατί συμβιούσαν, γιατί παντρεύτηκαν, γιατί χώρισαν, γιατί δεν κράτησαν τα δικά τους ονόματα, γιατί ο Νίκος δεν σχολίασε το βιβλίο της Γαλάτειας για λόγου του». Κι όσο για το περί ψυχολόγων και ψυχαναλυτών: «Η φρασεολογία, Ελένη μου, δεν είναι δική σου. Ηξερα το σπίτι σου πολιτισμένο».

 

Θα πείτε τώρα, γιατί τα γράφω αυτά; Θα έλεγα σαν συμβολή σ’ αυτούς που, όπως προανέφερα, ασχολούνται με το έργο και τη ζωή του συγγραφέα – ειδικότερα σε σχέση με τις γυναίκες: πώς τις μεταχειρίζεται στα βιβλία του, τι ρόλο έπαιξαν στη ζωή του.

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

Στο πλαίσιο

 

Οχι επειδή το είπε ο Τζορτζ Κλούνεϊ και κάτι θα γίνει, αλλά δεν είναι κακό πού και πού να γίνεται λόγος για τους άρπαγες των γλυπτών του Παρθενώνα, και μάλιστα από κάποια διεθνή φίρμα, καθώς οι δικοί μας το θυμούνται –όταν– για δικούς τους λόγους. Μόνο –να ξαναθυμίσω– η Μελίνα το πολέμησε συνειδητά και το εννοούσε. (Και πάλι, για σκεφτείτε, να ήμασταν εμείς οι άρπαγες κάποιων μνημείων των Αγγλων, να δείτε για πότε –α λα Φόκλαντ– θα ορμούσαν. Το δίκαιο του ισχυρότερου).

 

«Τη λέξη, να σώσουμε τη λέξη, να κάνουμε να ξαναζήσει το δέντρο μέσα στη λέξη “δέντρο”, ορίστε το καθήκον και πρώτο και σταθερό, στο οποίο πρέπει να αφοσιώνεται η ποίηση», λέει ο Γάλλος ποιητής Υβ Μπονφουά, σε μεστή εκτενή συνέντευξή του στον Δημήτρη Αγγελή, στο νέο τεύχος (αρ. 5, Ιανουάριος – Φεβρουάριος) του περιοδικού «Φρέαρ». Κι από κοντά, αφιέρωμα στον Σέρεν Κίρκεγκορ, με αφορμή την περσινή επέτειο των 200 χρόνων από τη γέννησή του, μαζί με άλλα αξιοδιάβαστα.

 

Αφησε τα (καλά) γραφτά του, βγήκε βουλευτής, έκανε τα δικά του, ανεξαρτητοποιήθηκε (λες και βγήκε με το σπαθί του). Και να τον (το διάβασα, δεν το είδα) στο κλαρί του ξεπεσμένου συνονόματού του λαϊφστιλίστα να εξηγεί πώς κατάφερε να πηδήσει τη μισή Αθήνα (αφήνοντας παραπονεμένη την άλλη μισή): H… συνταγή: «Ημουν γατουρογαμούλης, στο τρίψιμο, στα σούξου μούξου! Πέσε πέσε πέσε… στο τέλος πηδάς». Τόσο απλό. «Είναι να μην ντεμπουτάρεις στο κακό», έλεγε ο Γιάννης Τσαρούχης.

 

ΚΑΙ… Εχεις τρακτέρ; Κάτι μπορεί να γίνει.

 

[email protected]

 

Scroll to top