Μια δεκαετία διαρκεί το πάρτι χρηματοδότησης ημετέρων, φίλων και κομματικά «προσκείμενων» μέσω κάποιων οργανώσεων
Του Τάσου Τσακίρογλου
Η λειτουργία των ΜΚΟ δεν συνιστά ελληνική πρωτοτυπία, αφού αποτελεί συμβατική υποχρέωση της Ελλάδας από το 2000, όταν, με απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όλες οι χώρες-μέλη όφειλαν να δαπανούν το 0,21% του ΑΕΠ τους σε αναπτυξιακή και ανθρωπιστική βοήθεια σε τρίτες χώρες που την είχαν ανάγκη. Η εμφάνισή τους στη χώρα μας είχε γίνει, σποραδικά, λίγα χρόνια νωρίτερα, αλλά το «σπορ» αναβαθμίστηκε σε «ολυμπιακό» επί υπουργίας Γιώργου Παπανδρέου, όταν και γιγαντώθηκε ένας μηχανισμός χρηματοδότησης, με σχεδόν μηδενική δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου των δαπανών, καθώς δεν υπήρχε διαδικασία επικύρωσης των αποδείξεων και των τιμολογίων που προσκόμιζαν οι υπεύθυνοι των ΜΚΟ.
Χωρίς μηχανισμούς ελέγχου
Παράλληλα, απουσίαζε κάποιος αξιόπιστος μηχανισμός παρακολούθησης της πορείας υλοποίησης των συμβάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (ΥΔΑΣ) λειτούργησε επί χρόνια σε συνθήκες αδιαφάνειας και φαυλότητας και μετετράπη σε ένα πελατειακό μηχανισμό εξυπηρέτησης και ενίσχυσης ημετέρων (τόσο της Ν.Δ. όσο και του ΠΑΣΟΚ) με δημόσιο χρήμα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρξαν πολλές ΜΚΟ που ανταποκρίθηκαν στον ρόλο τους.
Ο Γιώργος Παπανδρέου δεν δίστασε να θυσιάσει το 2001 και τον αρμόδιο υφυπουργό για την οικονομική διπλωματία, Γ. Ζαφειρόπουλο, υπέρ του σημερινού κατηγορούμενου Αλεξ Ρόντου, ο οποίος, ως επικεφαλής της ΥΔΑΣ, είχε την απόλυτη διαχείριση των κονδυλίων, χρηματοδοτώντας ακόμα και δική του ΜΚΟ, την IOCC, η οποία δραστηριοποιούνταν στα Βαλκάνια. Οι αρμοδιότητες του πρώην συμβούλου του κ. Παπανδρέου υπήρξαν πάντα ασαφείς και διαχέονταν σε διάφορα πεδία, ακόμα και εξωθεσμικά.
Ενώ ο ιδρυτικός νόμος της ΥΔΑΣ (2000) προβλέπει ότι αυτή «είναι αρμόδια για όλες τις δράσεις, προγράμματα ή οποιασδήποτε άλλης μορφής έκτακτη βοήθεια που αποφασίζεται να σταλεί σε χώρες, στην περίπτωση επειγουσών κρίσεων που προέρχονται από ανθρώπινη ή φυσική αιτία», πολλές από τις ΜΚΟ συστάθηκαν για άσχετους σκοπούς που ξεκινούσαν από εταιρείες συμβούλων και έφθαναν μέχρι διοργανώσεις ημερίδων για αμφιβόλου σκοπιμότητας θέματα. Κατά καιρούς στα ονόματα των υπευθύνων ή των ιδρυτικών στελεχών ΜΚΟ έχουν φιγουράρει καθηγητές, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες και άλλοι παράγοντες της δημόσιας ζωής, «προσκείμενοι» φυσικά σε Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ. Με αρκετά εκατομμύρια ευρώ έχει χρηματοδοτηθεί και η ΜΚΟ «Αλληλεγγύη» της Εκκλησίας της Ελλάδος, παρότι οι περισσότεροι πιστεύουν ότι το ανθρωπιστικό έργο της γίνεται με αποκλειστικά δικούς της πόρους. Η εναλλαγή των δύο μεγάλων κομμάτων στην εξουσία τη δεκαετία του 2000 δεν επηρέασε όλο αυτό το σύστημα και χρειάστηκαν αποκαλύψεις κραυγαλέων περιπτώσεων για να ληφθεί η απόφαση να εκκαθαριστεί η κόπρος του Αυγεία.
Το 2011, επί υπουργίας Δ. Δρούτσα, συστάθηκε Επιτροπή Αξιολόγησης των σχετικών προγραμμάτων της προηγούμενης δεκαετίας, ενώ ο αρμόδιος υφυπουργός Δ. Δόλλης «άνοιξε» την έρευνα και το 2012 το θέμα έφθασε στη βουλή, όπου αποκαλύφθηκε ότι τη συγκεκριμένη περίοδο είχαν δοθεί 115 εκατομμύρια ευρώ στις ΜΚΟ.