24/02/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

Δυσάρεστες εξελίξεις στο Ασφαλιστικό;

      Pin It

«Πόρισμα για το Ασφαλιστικό, που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2010, προ­έβλεπε ότι σύμφωνα με αναλογιστικές μελέτες, χωρίς τη λήψη μέτρων, οι δαπάνες για συντάξεις θα έφταναν το εφιαλτικό 17,1% του ΑΕΠ το 2030 και το 24% του ΑΕΠ το 2050.

 

Tης Αγγελικής Τζωρτζάτου*

 

Οι βασικές αδυναμίες και προκλήσεις που αντιμετωπίζει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα είναι η επί σειρά ετών συσσώρευση ελλειμμάτων, ο κατακερματισμός των φορέων σε πολλά μικρά σχήματα, η έλλειψη συνεργειών, η γραφειοκρατία, οι πολύπλοκες διαδικασίες και η αδυναμία επαρκούς ελέγχου σε όλα τα επίπεδα (εισφορές, παροχές κ.λπ.). Οι προαναφερθείσες δυσκολίες επιχειρήθηκε να αντιμετωπιστούν μέσω συνεχών νομοθετικών παρεμβάσεων και μεταρρυθμιστικών προσπαθειών, οι οποίες κορυφώθηκαν το 2010-11 λόγω των οξύτατων οικονομικών προβλημάτων της χώρας και του επιβληθέντος μνημονίου δανεισμού από τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

 

Επειτα από τις νομοθετικές παρεμβάσεις των τελευταίων ετών, οι περίπου 100 φορείς κοινωνικής ασφάλισης φορείς ομαδοποιήθηκαν και έχουν περιοριστεί, πέραν του Ταμείου του Δημοσίου και του ΝΑΤ, σε πέντε κύρια Ταμεία: ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ΟΓΑ, ΟΑΕΕ (ΤΕΒΕ, ΤΑΕ, ΤΣΑ), ΕΤΑΑ (ΤΣΜΕΔΕ, ΤΣΑΥ, Ταμείο Νομικών) και ΕΤΑΠ-ΜΜΕ. Στόχος των παρεμβάσεων ήταν η επίτευξη οικονομιών κλίμακας και η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των ασφαλισμένων. Η νομοθετική παρέμβαση του 2010 προβλέπει περαιτέρω συγχώνευση των Ταμείων σε τρία: μισθωτών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών. Στον κλάδο Υγείας, το 2011 ιδρύθηκε ο ΕΟΠΥΥ, με τη συνένωση στην αρχή των τεσσάρων μεγαλύτερων ασφαλιστικών οργανισμών (ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΟΠΑΔ και ΟΓΑ) και στη συνέχεια και άλλων μικρότερων με στόχο την παροχή υπηρεσιών υγείας από ένα και μόνο φορέα.

 

Στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία, η χρήση του αναδιανεμητικού συστήματος, στο οποίο βασίστηκε επί δεκαετίες το ασφαλιστικό σύστημα της Ελλάδας, θέτει εν αμφιβόλω αν το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας μπορεί πλέον να ανταποκριθεί στον ρόλο που καλείται να παίξει, δεδομένου ότι εμφανίζει μια σειρά σημαντικών προβλημάτων, όπως εγγενή ανισότητα και νομοθετική πολυπλοκότητα, έλλειψη ανταποδοτικότητας και ελλειμματικότητα εισφορών – εισφοροδιαφυγή. Πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα ασφαλιστικά Ταμεία συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τη στελέχωση και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Για παράδειγμα, το ύψος των εισφορών και οι παροχές αποφασίζονταν επί πολλά χρόνια από όργανα που κατά κανόνα δεν σχετίζονταν με το Ταμείο, ενώ έχει πολλές φορές τονιστεί η έλλειψη επαρκώς εξειδικευμένου διοικητικού προσωπικού με γνώσεις και δεξιότητες επενδυτικής και χρηματοοικονομικής κατεύθυνσης. Στο πεδίο λήψης επενδυτικών αποφάσεων μια σειρά από νομοθετικούς περιορισμούς που επιβλήθηκαν με στόχο την προστασία των αποθεματικών από κακοδιαχείριση αφενός οδήγησαν στη διενέργεια μη αποτελεσματικών επενδύσεων και αφετέρου απέτυχαν τελικά να προστατεύσουν τα αποθεματικά, τα οποία κατακρημνίστηκαν με το «κούρεμα» των Ελληνικών Ομολόγων (PSI) στις αρχές του 2012.

 

Πόρισμα για το Ασφαλιστικό, που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2010, προέβλεπε ότι σύμφωνα με αναλογιστικές μελέτες, χωρίς τη λήψη μέτρων, οι δαπάνες για συντάξεις θα έφταναν το εφιαλτικό 17,1% του ΑΕΠ το 2030 και το 24% του ΑΕΠ το 2050. Τα προαναφερθέντα ποσοστά δεν λαμβάνουν μάλιστα πλήρως υπόψη το πρόβλημα της ανεργίας, της ύφεσης και της δραματικής πτώσης των μισθών, το οποίο αναμένεται να κοστίσει πάνω από 5 δισ. ετησίως στα ασφαλιστικά Ταμεία.

 

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας (2013), η πραγματική ετήσια δαπάνη για την καταβολή συντάξεων από το σύνολο των ασφαλιστικών Ταμείων ανέρχεται πλέον σε 27 δισ. ευρώ. Επιπλέον, στην ετήσια έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για το 2013, αποτυπώνεται ότι σε αντίθεση με το γενικότερο ρεύμα στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα μείωσε, στο πλαίσιο των εφαρμοζόμενων πολιτικών, τις κοινωνικές δαπάνες (συντάξεις, δαπάνες υγείας και προνοιακές μεταβιβάσεις) από 23,9% του ΑΕΠ (55,2 δισ. ευρώ) το 2009 σε 22% του ΑΕΠ (40,3 δισ. ευρώ) το 2013, δηλαδή μια μείωση της τάξης του 26,99% κατά την περίοδο 2009-2013.

 

Παρά τις μεγάλες αλλαγές που έγιναν τα τελευταία χρόνια, με δήλωση του στις 24 Ιουλίου 2013 ο υπουργός Εργασίας Γ. Βρούτσης επισήμανε την ανάγκη για εκ θεμελίων αλλαγή του ασφαλιστικού συστήματος, τονίζοντας πως δεν είναι βιώσιμο με τη σημερινή του μορφή. Αυτό που μένει να αποδειχτεί είναι αν τελικά υπάρχει πολιτική βούληση για άμεσες τομές και αλλαγές και πραγματικό νοικοκύρεμα και έλεγχο των Ταμείων, ώστε το ασφαλιστικό σύστημα στην Ελλάδα να καταστεί πλέον βιώσιμο, στηριζόμενο σε ισχυρά οικονομικά θεμελιώδη και ταυτόχρονα να είναι δίκαιο και ανταποδοτικό για τους ασφαλισμένους χωρίς να τους επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις τα χρόνια που έρχονται.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………..

 

*Οικονομολόγος – μέλος ΟΕΕ, υπάλληλος του ΕΤΑΠ – ΜΜΕ

 

Scroll to top