Σημείο αναφοράς στο Πατρινό Καρναβάλι, περιλαμβάνεται στα σπουδαία έργα του Τσίλερ και συγκαταλέγεται ανάμεσα στα τρία «επαρχιακά» νεοκλασικά θέατρα. Δεσπόζει στην πλατεία Γεωργίου Α' στο κέντρο της μεγαλύτερης πόλης της δυτικής Ελλάδας, η οποία από τα μέσα του 19ου αιώνα διακρίνεται για την οικονομική ευρωστία της αλλά και την ιδιαίτερη φινέτσα της
«Η εσωτερική διαμόρφωση έχει αρκετά δανεικά στοιχεία από κορυφαία λυρικά θέατρα της δυτικής Ευρώπης, κυρίως από την Οπερα της Δρέσδης. Διαθέτει 156 θέσεις στην πλατεία και άλλες 53 στα θεωρεία
Της Χαράς Τζαναβάρα
Μπορεί τις τελευταίες δεκαετίες το Καρναβάλι της Πάτρας να έχει αποκτήσει υπολογίσιμους ανταγωνιστές, αλλά αποτελεί το παλαιότερο στο είδος του. Οι ρίζες των παγανιστικών εκδηλώσεων είναι πανάρχαιες, συνδέονται με τη λατρεία του Διονύσου και προαναγγέλλουν την έλευση της άνοιξης. Στη νεότερη εκδοχή τους όμως ξεκινούν από το 1829, λίγο μετά την απελευθέρωση της Πελοποννήσου από τον τουρκικό ζυγό, όταν καταγράφεται ο πρώτος αποκριάτικος χορός στην οικία του μεγαλέμπορου Μωρέτη. Η πρωτοβουλία ανήκε στον στρατηγό Μεζόν, επικεφαλής των γαλλικών δυνάμεων που στάθμευαν στην Πάτρα, στο πλαίσιο της συμμαχικής βοήθειας που είχε δοθεί στη χώρα μας στην τελευταία φάση των αγώνων κατά των Τούρκων.
Σαφέστατες ήταν όμως οι επιρροές από το περίφημο Καρναβάλι της Βενετίας, που έφεραν οι Επτανήσιοι οι οποίοι είχαν βρει καταφύγιο στην πόλη. Καθοριστικός παράγοντας ήταν επίσης η ιδιαίτερη οικονομική δύναμη της πόλης, που πήγαζε από τη μεγάλη αγροτική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής και κυρίως στη σταφίδα.
Πόλη με ιστορία τεσσάρων αιώνων, η Πάτρα άκμασε κατά τη ρωμαϊκή περίοδο και εξελίχθηκε σε κοσμοπολίτικο κέντρο ολόκληρης της Μεσογείου. Στον Μεσαίωνα αναπτύχθηκε η σημερινή πάνω πόλη, με τα Ψηλά Αλώνια με το βενετσιάνικο κάστρο. Η καρδιά της σημερινής πόλης άρχισε να διαμορφώνεται μετά το 1829, σε σχέδια του προικισμένου Κερκυραίου μηχανικού Σταμάτη Βούλγαρη. Παρότι προσέκρουσαν στις αντιδράσεις των ιδιοκτητών γης και στην ατολμία των τοπικών αρχόντων, κατάφεραν να περισώσουν τις βασικότερες προτάσεις τους και να διατηρήσουν πολεοδομικά στοιχεία που σπάνια απαντώνται σε ελληνικές πόλεις. Ανετοι δρόμοι και πεζοδρόμια, πλατείες και οικοδομικά τετράγωνα με πρόβλεψη για πράσινο είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά του κέντρου της Πάτρας που άντεξαν στις «επιδρομές» των τελευταίων δεκαετιών.
Ο δυναμισμός της Πάτρας λειτούργησε σαν μαγνήτης για σημαντικούς αρχιτέκτονες των πρώτων χρόνων του νέου ελληνικού κράτους. Ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου σχεδίασε το 1843 τον ναό του πολιούχου της πόλης Αγίου Ανδρέα και λίγα χρόνια αργότερα (1857) ακολούθησε ο Θεόφιλος Χάνσεν με το Δημοτικό Νοσοκομείο. Δεν θα μπορούσε να απουσιάσει ο πολυπράγμων Ερνέστος Τσίλερ (1837-1923), που ανέλαβε το θέατρο. Με περισσότερα από 900 (!) κτίρια στο ενεργητικό του, ο Σάξονας αρχιτέκτονας εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1861 όπου έζησε ώς το τέλος της ζωής του. Αγάπησε τόσο πολύ τη χώρα μας ώστε απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα.
Η ιδέα της κατασκευής θεάτρου ξεκίνησε από μια ομάδα εύπορων πολιτών της Πάτρας. Συγκρότησαν επιτροπή ανέγερσης, υπό τον Γερμανό βιομήχανο Θ. Αμβουργερ, η οποία γρήγορα συσπείρωσε πάνω από 100 άτομα και υιοθετήθηκε από τη δημοτική αρχή. Με πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Γ. Ρούφου αγοράστηκε έναντι 11.000 δραχμών το μόνο διαθέσιμο οικόπεδο στην πλατεία Γεωργίου Α’. Το συνολικό κόστος κατασκευής έφτασε στις 148.542 δραχμές και καλύφθηκε με την έκδοση μετοχών, από τις οποίες το 33,61% κατείχε ο δήμος της Πάτρας.
Ο Τσίλερ διαχειρίστηκε με αρκετή μαεστρία το μειονέκτημα του μικρού οικοπέδου, όπως προκύπτει από την αναλυτική περιγραφή του κτιρίου στο δίτομο έργο «Αρχιτεκτονική του νεοελληνικού θεάτρου (1720-1940)» της καθηγήτριας του Πανεπιστημίου της Αθήνας, Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ.
Το θέατρο, πλάτους περίπου 19 μέτρων και βάθους 27,5 μέτρων, διαχωρίζεται από τα γειτονικά κτίρια με δύο συμμετρικές αυλές. Στην πρόσοψη κυριαρχούν οι στοές. Στο ισόγειο ήταν υποχρεωτική από το σχέδιο πόλης για όλες τις οικοδομές που «βλέπουν» στην πλατεία Γεωργίου Α’, αλλά ο Τσίλερ την επανέλαβε και στον όροφο, δημιουργώντας μια εικόνα που παραπέμπει στο «Ιλίου Μέλαθρον», την περίφημη κατοικία Σλίμαν στην οδό Πανεπιστημίου στο κέντρο της Αθήνας, που θεωρείται το κορυφαίο έργο του αρχιτέκτονα.
Τα υλικά κατασκευής ήταν τα καλύτερα της εποχής. Τα μάρμαρα που οδηγούν στο υπερυψωμένο ισόγειο είχαν έρθει από το Λιβόρνο της Ιταλίας, η πέτρα από την Τεργέστη και τον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας, ενώ τα αγάλματα κατασκευάστηκαν στη Βιέννη και τα κάγκελα στην Αγγλία.
Η εσωτερική διαμόρφωση έχει αρκετά δανεικά στοιχεία από κορυφαία λυρικά θέατρα της δυτικής Ευρώπης, κυρίως από την Οπερα της Δρέσδης. Διαθέτει 156 θέσεις στην πλατεία και άλλες 53 στα θεωρεία. Η σκηνή, που θεωρείται περιορισμένων διαστάσεων, δεν διέθετε από την κατασκευή της σημαντικό μηχανισμό υποστήριξης των παραστάσεων.
Η θεμελίωση του θεάτρου έγινε τον Φεβρουάριο του 1871 και η κατασκευή του ολοκληρώθηκε σε χρόνο-ρεκόρ. Τον Οκτώβριο του 1872 το δημοτικό θέατρο «Απόλλων» έμπαινε πανηγυρικά στην πολιτιστική ζωή της Πάτρας, με την παράσταση του Βέρντι «Un balo in Mashera», που ανέβασε ιταλικός θίασος.
Από την Ιταλία προέρχεται και το επιχειρηματικό μοντέλο που είχε υιοθετηθεί από την αρχή της λειτουργίας του θεάτρου, που είχε ανατεθεί σε «εργολάβους». Τα έσοδα όμως ήταν πάντα περιορισμένα, με αποτέλεσμα να μη γίνεται συστηματική συντήρηση του θεάτρου. Οι πρώτες επεμβάσεις έγιναν το 1891, ενώ συστηματική αποκατάσταση υλοποιήθηκε την περίοδο 1969-72 από τον αρχιτέκτονα Μ. Δωρή. Η ανάδειξη των εξαιρετικών τοιχογραφιών και των ανάγλυφων στοιχείων στη ζώνη των θεωρείων ανήκουν στον ζωγράφο Τ. Στεφόπουλο και τον γλύπτη Χρ. Διδώνη.
……………………………………………………………………….
1. Το γλέντι κρατάει πάνω από έναν αιώνα
Από το 1907, σύμφωνα με τις έως τώρα γραπτές αναφορές, ο «Απόλλων» είναι το επίκεντρο των εκδηλώσεων του Πατρινού Καρναβαλιού. Χάρη σε μια ξύλινη κατασκευή «εξαφανίζονται» τα καθίσματα και δημιουργείται ένα τεχνητό δάπεδο που είναι κατάλληλο για να φιλοξενεί τους αποκριάτικους χορούς.
2. Εδρα του ΔΗΠΕΘΕ
Από την ίδρυση του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας το 1988, είναι η έδρα του πιο σημαντικού περιφερειακού θεάτρου της χώρας. Ως το 1910 φιλοξενούσε έργα ιταλικού μελοδράματος. Από τότε όμως παραστάσεις διαφόρων θιάσων που επισκέπτονται την πόλη.
3. Η τριάδα των νεοκλασικών
Στην ομάδα των «εκτός των τειχών» νεοκλασικών θεάτρων που διασώζονται ώς σήμερα περιλαμβάνονται επίσης ο Απόλλων της Σύρου, που ολοκληρώθηκε το 1864, και το Μαλλιαροπούλειο της Τρίπολης του 1910.