10/03/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

«Γράμματα αγάπης στον Στάλιν», Studio Μαυρομιχάλη

Λογοτεχνία και επανάσταση: σχέση βίας και έρωτα

Ο Ισπανός συγγραφέας Χουάν Μαγιόρκα παίρνοντας σαν πρόσχημα την παρανοϊκή προσκόλληση του Μπουλγκάκοφ σ' αυτόν που τον λογόκρινε, δηλαδή τον «πατερούλη», κάνει ένα θέατρο μαγικού ρεαλισμού που γοητεύει και συγκινεί πριν ακόμα αρχίσει να μας προβληματίζει με το ιδεολογικό του νόημα.
      Pin It

Ο Ισπανός συγγραφέας Χουάν Μαγιόρκα παίρνοντας σαν πρόσχημα την παρανοϊκή προσκόλληση του Μπουλγκάκοφ σ' αυτόν που τον λογόκρινε, δηλαδή τον «πατερούλη», κάνει ένα θέατρο μαγικού ρεαλισμού που γοητεύει και συγκινεί πριν ακόμα αρχίσει να μας προβληματίζει με το ιδεολογικό του νόημα

 

Του Γρηγόρη Ιωαννίδη

 

ΣΤΑΘΗΣ ΣΤΑΜΟΥΛΑΚΑΚΟΣ (ΣΤΑΛΙΝ)Τα «Γράμματα αγάπης στον Στάλιν» του Ισπανού συγγραφέα Χουάν Μαγιόρκα, που μας συστήνει η Μαρία Χατζηεμμανουήλ στη θαυμάσια μετάφρασή της, ανήκουν στις περιπτώσεις των έργων που φέρνουν συνήθως τις μεγάλες επιτυχίες στις μικρομεσαίες σκηνές. Πυκνό και ουσιώδες, ευρηματικό και καλογραμμένο, πρόκειται για πολιτική ψευδο-ιστορία με όλα εκείνα τα αναγκαία στοιχεία αληθοφάνειας και σύμβασης που κρύβει το μπαούλο του είδους.

 

Πρώτα η ιστορία σαν πρόφαση: ο Μπουλγκάκοφ, μετά τη θριαμβευτική του πορεία στις ρωσικές σκηνές, πέφτει στη δυσμένεια του καθεστώτος, ακόμα και αν είναι γνωστή η προσωπική συμπάθεια που τρέφει στο έργο του ο ίδιος ο Στάλιν. Και ύστερα, η εκ των έσω επεξεργασία της: απογοητευμένος, απελπισμένος και πάντα αλαζονικός ο Μπουλγκάκοφ εξακολουθεί να πιστεύει ότι θα βγει από το αδιέξοδο «απειλώντας» με την απόφαση εκπατρισμού του. Ουσιαστικά κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα από κάθε τι άλλο: γράφει επιστολές προς τον Στάλιν, ζητώντας την άρση της απομόνωσής του ή, έστω, την με κοινή συναίνεση απομάκρυνσή του από την ΕΣΣΔ. Πρόκειται για αληθινή επιλογή ή για νάζι ενός καλομαθημένου συγγραφέα; Οπως και να ’χει, η ιστορία ανατρέπεται μέσω ενός τηλεφωνήματος. Στην άλλη άκρη βρίσκεται ο ίδιος ο «πατερούλης» που εκφράζει τον θαυμασμό του για το έργο του· είναι ο ίδιος μάλιστα που αφού διάβασε την επιστολή του προτείνει κάποια συνάντηση των δύο, για να βρεθεί μια λύση. Αλήθεια ή φάρσα; Το τηλεφώνημα διακόπτεται απότομα και η συνάντηση μένει σε εκκρεμότητα. Ο συγγραφέας δεν έχει παρά να περιμένει. Και αυτό το μπεκετικό αίσθημα αναμονής γεμίζει σταδιακά, πρώτα με ελπίδα και ενθουσιασμό, ύστερα με εμμονή και στέρηση, τελικά με καθαρή τρέλα. Ο Μπουλγκάκοφ οδηγείται εκεί που βρέθηκαν και άλλοι πριν από αυτόν: σε μια σχεδόν ερωτική προσκόλληση σε μια εξουσία που, όσο και αν του είναι κατά πρώτον αδιάφορη, εξακολουθεί να ασκεί την πατερναλιστική της γοητεία.

 

Μοιάζει πολιτική η γραφή του Μαγιόρκα, μια κριτική του ολοκληρωτισμού και της θέσης των καλλιτεχνών στο αέναο σύμπλεγμα βίας και έρωτα μεταξύ επανάστασης και λογοτεχνίας. Μα δεν είναι. Σαν πολιτική ιστορία θα μπορούσε να κατηγορηθεί ακόμα και για κακοπιστία, εφόσον γεμίζει το περίγραμμα ενός αληθινού γεγονότος με στοιχεία επινοημένα, που φορτίζουν όμως ιδεολογικά την ατμόσφαιρα. Προτιμώ να θεωρώ το έργο κάτι άλλο: φανταστική συνάντηση δύο ανδρών που εκφράζουν τις δυο διαφορετικές, πάντα ασύμβατες και αντίπαλες όψεις του ίδιου κόσμου: από τη μια ο πολιτικός της πράξης και της ανάγκης, και από την άλλη ο θεωρητικός του λόγου και της επιθυμίας. Η επανάσταση θέλει να συμπεριλάβει και τους δύο, σπάνια όμως το κατορθώνει. Το χάσμα γεμίζει συνήθως με καταπίεση και απόγνωση.

 

Κι ωστόσο ούτε σε αυτό εντοπίζω το κλειδί της επιτυχίας του Μαγιόρκα. Βρίσκεται πιστεύω αλλού, σε κάτι που ανήκει λιγότερο στα δικά μας λόγια και περισσότερο στη δική του θεατρικότητα. Είναι η επέλαση της παράνοιας, η εμφάνιση, η καθήλωση και η τρομακτική εμμονή σε μια ιδεοληψία που στη σκηνή γίνεται ορατή, χειροπιαστή και άμεση. Πρόκειται για ένα θέατρο μαγικού ρεαλισμού, μια αντιστροφή του υπαρκτού προσώπου με τα οράματα του νου. Γι’ αυτό και τα «Γράμματα αγάπης» είναι φτιαγμένα για να αρέσουν, να γοητεύουν, να προκαλούν ρίγη και να εκμαιεύουν συγκίνηση, πριν ακόμα αρχίσουν τα ερωτήματα περί πολιτικής ορθότητας και ιδεολογικού νοήματος.

 

Αποδίδεται ωραία στον στενό χώρο της Μαυρομιχάλη, με τη σφικτή σκηνοθεσία του Δημήτρη Μυλωνά, και την κατάθεση τριών καλών ερμηνειών από τους ηθοποιούς. Ο Ηλίας Μελέτης δίνει το πρόσωπο του Μπουλγκάκοφ, εντός και εκτός των ορίων του. Ο δικός του συγγραφέας πιάνεται από τη γραφή σαν σανίδα σωτηρίας και σαν αυτοκαταστροφικό όπλο. Η Αννα Ελεφάντη δίνει στο βοηθητικό ρόλο της Μπουλγκάκοβα σάρκα και οστά, εκπροσωπεί τη γείωση της ιστορίας σε προσωπικό και σωματικό τραύμα. Και στην αντίθετη ακριβώς όχθη, ο Στάλιν του Στάθη Σταμουλακάτου δεν ανήκει βέβαια στην ιστορία, αλλά στην επινόησή της, στη φασματική, μισο-ονειρική και μισο-εφιαλτική, μετατόπισή της σε τόπο του δράματος.

 

Scroll to top