Της Μαργαρίτας Κουλεντιανού
Τη λύπη τους εξέφρασαν ο πρόεδρος της Βουλής και ο αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του 15χρονου Μπερκίν Ελβάν. Το παιδί, δεκατεσσάρων χρόνων πέρσι, χτυπήθηκε από δακρυγόνο στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης. Εμεινε εννιά μήνες σε κώμα κι έσβησε την περασμένη Τρίτη. Αλλοι τον είπαν ακτιβιστή, άλλοι πάλι λένε πως δεν είχε πάει καν στη διαδήλωση· είχε βγει να πάρει ψωμί. Ολόκληρη η Τουρκία πενθεί για τον Μπερκίν, δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Χιλιάδες κόσμου, κυρίως παιδιά, ακολούθησαν την κηδεία του αδικοχαμένου μαθητή. Τα σχολεία έκλεισαν, οι πλατείες γέμισαν. Η τουρκική κυβέρνηση, βλέποντας τον κόσμο να συγκεντρώνεται, ξέχασε το πένθος της και ξανάπιασε τις γνωστές της πρακτικές: δακρυγόνα, πλαστικές σφαίρες, αντλίες νερού. Αποτέλεσμα, ακόμη δύο νεκροί, ένας 22χρονος διαδηλωτής χτυπημένος από δακρυγόνο και ένας αστυνομικός που πέθανε από την καρδιά του λόγω της αποπνικτικής ατμόσφαιρας.
Τι να την κάνει τη έκφραση λύπης της κυβέρνησης η οικογένεια του Μπερκίν; Τι να την κάνουν οι οικογένειες των δύο νεκρών της Τετάρτης; Σε τι ωφελεί η θλίψη του αντιπροέδρου όταν, πριν καλά-καλά στεγνώσουν τα δάκρυά του, κυβερνητικές εντολές οδήγησαν σε δύο ακόμη θύματα; Θα ωφελούσε μόνο αν οι βίαιες πρακτικές καταστολής, που τις θεωρεί η τουρκική πολιτική ηγεσία απαραίτητες απέναντι στον τουρκικό λαό, έπαυαν να χρησιμοποιούνται.
Αν η Τουρκία σταματούσε να σκοτώνει τα παιδιά της, με την ευκαιρία που συνόδεψε στην τελευταία του κατοικία ένα πολύ νέο παιδί, που κανονικά έπρεπε να έχει όλη τη ζωή μπροστά του. Ομως το ξόδι του νεκρού μετατράπηκε σε σύγκρουση, με το ίδιο σκεπτικό και τα ίδια όπλα όπως οι προηγούμενες. Με δύο νεκρούς αυτή τη φορά. Επομένως, η έκφραση λύπης ήταν ένα προσωπείο. Το φόρεσαν προχθές για να κερδίσουν τη συμπάθεια του κόσμου. Το έβγαλαν στα γρήγορα, όταν είδαν ότι ο κόσμος δεν τους συμπαθούσε. Σαν τον καλό και τον κακό μπάτσο στις αμερικανικές ταινίες. Ο ένας θερμός, φιλικός, ο άλλος βίαιος και αποκρουστικός. Και οι δύο με τον ίδιο στόχο: να διαλύσουν τον αντίπαλο, να τον κάνουν να καταρρεύσει ψυχολογικά, ώστε να τους δώσει αυτό που θέλουν.
Ετσι, η έκφραση λύπης παραμένει. Θα την ανασύρουν στην επιφάνεια ξανά και ξανά, κάθε φορά που θα θέλουν να δελεάσουν, να παραπλανήσουν, να πείσουν το άλλο μέρος –τον τουρκικό λαό στην περίπτωση αυτή, που σε λίγες μέρες πρόκειται να γίνει και ψηφοφόρος- για τις καλές τους προθέσεις, για τους υψηλούς τους στόχους, αλλά ιδιαίτερα για την κοινή ηθική και τις κοινές αξίες, που συμμερίζονται ισχυροί και αδύναμοι στην κοινή τους πορεία. Θα πρόκειται, όπως κάθε φορά, για μια λύπη επιφανειακή, μια στάχτη στα μάτια που ελάχιστα θα προσπαθεί να κρύψει τον θρίαμβο του νικητή πίσω από το χαμηλωμένο βλέμμα. Η ειλικρινής συγγνώμη θα προϋπέθετε να παραιτηθεί ο ισχυρός από όλα όσα τον βάζουν στη θέση της ισχύος: δύναμη, όπλα, χρήματα, κατασταλτικούς μηχανισμούς. Τότε η μεταμέλεια θα μπορούσε να ξανακολλήσει το σπασμένο βάζο, να ξαναδέσει το κομμένο σκοινί, να ξαναφέρει στη ζωή τον Μπερκίν.
Το σημαντικότερο ζήτημα με αυτή την κατ’ επίφαση έκφραση λύπης είναι ότι έχει την ικανότητα να πείθει. Γιατί εκφέρεται με τρόπο πειστικό, με τεχνικές που κυμαίνονται από τη διέγερση θετικών συναισθημάτων στο άλλο μέρος έως την αυτο-ταπείνωση του δράστη -σκυμμένο κεφάλι, υγρό βλέμμα, σιγανή φωνή. Μέχρι να γίνει αποδεκτή, κάνοντας το θύμα να νιώθει δικαίωση, να υποχωρεί, να συγχωρεί μεγαλόψυχα. Αφήνοντας το πεδίο ανοιχτό για την επόμενη επίδειξη αλαζονείας.