23/03/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Κυκλοφορεί τη Δευτέρα το κύκνειο άσμα του

Η επιστροφή του Νίκου Θέμελη

Εγραφε το μυθιστόρημα «Η αναχώρηση», με τον συμβολικό και συγκινητικό τίτλο, ενώ πάλευε με τον καρκίνο. Δυόμισι χρόνια μετά τον θάνατό του, ο άνθρωπος που έδωσε άλλη πνοή και πολιτικό βάρος στο ελληνικό ιστορικό μυθιστόρημα και πούλησε πάνω από 900 χιλιάδες αντίτυπα, ξανασυναντιέται με τους πιστούς του αναγνώστες.
      Pin It

Εγραφε το μυθιστόρημα «Η αναχώρηση», με τον συμβολικό και συγκινητικό τίτλο, ενώ πάλευε με τον καρκίνο. Δυόμισι χρόνια μετά τον θάνατό του, ο άνθρωπος που έδωσε άλλη πνοή και πολιτικό βάρος στο ελληνικό ιστορικό μυθιστόρημα και πούλησε πάνω από 900 χιλιάδες αντίτυπα, ξανασυναντιέται με τους πιστούς του αναγνώστες

 

Της Παρής Σπίνου

 

ΝΙΚΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣΔυόμισι χρόνια μετά τον θάνατο του Νίκου Θέμελη, το ύστατο βιβλίο του, το οποίο η σύντροφός του Μαριάννα ανέσυρε από τον υπολογιστή του, παραδίδεται τη Δευτέρα στους πολυάριθμους, πιστούς αναγνώστες του, από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο». «Η αναχώρηση», μια νουβέλα σε δύο κεφάλαια, μας μεταφέρει στην εμφυλιακή περίοδο της Επανάστασης του ‘21 και, με ένα άλμα στον χρόνο, στο 2009 και στον διχασμό της σημερινής κρίσης. Ο τίτλος σημαδιακός, επιλεγμένος από τον Ν. Θέμελη, παραπέμπει με ποιητικό, συμβολικό τρόπο στη δική του «αναχώρηση», μέσα από τον μυθιστορηματικό του ήρωα, που βιώνει υπαρξιακή κρίση. Το εξώφυλλο, ένα τοπίο «αγγελοπουλικό» που ζωγράφισε ο ίδιος ο συγγραφέας, μας βάζει αμέσως στο κλίμα.

 

Ο Νίκος Θέμελης, με θητεία στην πολιτική -υπήρξε διευθυντής του γραφείου του Κώστα Σημίτη- εμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1998, στην ώριμη ηλικία των 51 ετών. Κι έκανε την έκπληξη με το πρώτο του μυθιστόρημα «Η αναζήτηση», ενώ καταξιώθηκε το 2001 με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας. Πάνω από 900.000 αντίτυπα έχουν πουλήσει τα επτά βιβλία του, που κυκλοφορούν από τον «Κέδρο» και το «Μεταίχμιο» («Η ανατροπή», «Η αναλαμπή», «Μια ζωή δυο ζωές», «Για μια συντροφιά ανάμεσά μας», «Οι αλήθειες των άλλων», «Η συμφωνία των ονείρων» ) και έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.

 

Το φόρτε του ήταν το ιστορικό μυθιστόρημα, καλύπτοντας ένα χρονικό τόξο του ελληνισμού των τελευταίων τριών αιώνων. Η έρευνα, η προσεκτική προσέγγιση και η ζωντανή αναπαράσταση κάθε εποχής χαρακτηρίζουν τα βιβλία του που σκιαγραφούν τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, που διαμόρφωσαν την Ελλάδα, τις συγκρούσεις ιδεών και αξιών, ζητήματα συλλογικών και ατομικών ταυτοτήτων. Οπως έχει πει ο ίδιος, «επικαιροποιούν την ιστορία και αντίστροφα δίνουν ιστορικό βάθος στο παρόν».

 

Στο κύκνειο άσμα του, στο πρώτο κεφάλαιο μας μεταφέρει στην περίοδο 1823-1825, «στις δύσκολες στιγμές της Ελληνικής Επανάστασης». Ο Λάζαρος Χατζημιχαήλ στο τσιφλίκι του, στον κάμπο του Ναυπλίου, και ο Μισέλ ντε Κριγιόν, φιλέλληνας, γιατρός, ταλαντεύονται ανάμεσα στα διλήμματα και τις αλλαγές της εποχής τους. Οι Χατζημιχαήλ μυείται στις ιδέες του Διαφωτισμού, ανιχνεύει τα σπέρματα της εθνικής ταυτότητάς του, καθώς μια ανηλεής μάχη για την εξουσία μαίνεται ακόμα κι ανάμεσα σε ανθρώπους που πολέμησαν δίπλα δίπλα για την ελευθερία. Στο τέλος πληρώνει με τη ζωή του τις αξίες που υπερασπίζεται.

 

Απογοητευμένος από όσα συμβαίνουν, ο φιλέλληνας αποφασίζει να φύγει για την πατρίδα του. «Ελληνες, απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων και των αρετών τους, στους οποίους τόσο είχε πιστέψει», αναλογίζεται, «εκτός από το να πεθαίνουν ηρωικά στα πεδία των μαχών δεν ήταν ικανοί για τίποτα άλλο. Κι αυτή η φαγωμάρα. Τι δυστυχία! Πόσο δίκιο είχε ο Κοραής όταν μιλούσε για την απαιδευσία σαν την πιο μεγάλη κατάρα του έθνους».

 

Στο δεύτερο κεφάλαιο με τίτλο «Η αναχώρηση» βρισκόμαστε στην Αθήνα του 2009. Ο απόγονος του Λάζαρου Χατζημιχαήλ, επίσης με το ίδιο όνομα, ανώτατος δικαστικός που βγαίνει στη σύνταξη, αναμοχλεύει τις ρίζες του, προσπαθεί να τσαλακώσει την εικόνα του «δίκαιου» προγόνου του. Αναλογίζεται τα χρόνια της χούντας και της Μεταπολίτευσης, τις οικογενειακές συγκρούσεις ανάμεσα σε καραμανλικούς και παπανδρεϊκούς, τη «φούσκα» που σκάει, και βλέπει γύρω του όλα να «καταρρέουν». Νιώθει ότι τον έχουν «προσβάλει, ταπεινώσει, εξοστρακίσει». Τίποτε πια δεν τον κρατάει εδώ.

 

Ετσι, αποφασίζει να αναχωρήσει μέσα από έναν χώρο οικείο, το αγαπημένο του βιβλιοπωλείο, που για χρόνια τού έδινε την ευκαιρία να ταξιδεύει σε άλλους κόσμους ιδεών: «Κοντοστάθηκε μπροστά στους τουριστικούς οδηγούς ευρωπαϊκών τοπωνυμίων με το χέρι του μετέωρο, σαν γεράκι που επόπτευε τον κάμπο προτού εφορμήσει. Τι να διαλέξει, είχε τόσο στη ζωή του ταξιδέψει. Στάθηκε η ματιά του στο ακρωτήρι του Φινιστέρου. Αυτό που μνημόνευε ο ποιητής της μυθικής Οκτάνας -εξόριστος κι αυτός σε άλλες εποχές από αυτόν τον κόσμο- με τη φράση “από την Φάσα μέχρι το Φινιστέρο”».

 

Ο Χατζημιχαήλ σκηνοθετεί τη δική του μυστηριώδη εξαφάνιση. Γράφει στο σημειωματάριό του: «Τώρα, ξένος πια στον τόπο μου τον ίδιο, απόρριμμα της κουλτούρας του που κυβερνάει, και πάλι ταξιδεύω, χωρίς κάτι από όλα αυτά που μ’ έσπρωχναν παλιά να είναι φανερό ή τόσο δυνατό για να με καθορίζει. Ταξιδεύω σαν να ’ναι αυτό ένας τρόπος αυτοεξορίας που χτίσθηκε, όπως θα έλεγε ο ποιητής, κατά μικρόν και ανεπαισθήτως»…

 

Αναπόφευκτα, πίσω από τις λέξεις ο αναγνώστης διακρίνει τον «απολογισμό» και το «ταξίδι» του συγγραφέα, που έδινε την ύστατη μάχη για τη ζωή του. Χωρίς να «μετανιώσει και να απορρίψει» κάτι…

 

«Ως άνθρωπος ήταν αρκετά αισιόδοξος και μαχητής. Τον συλλογίζομαι στα τελευταία να δουλεύει αγόγγυστα, παρά την επώδυνη αρρώστια», μας λέει η Ελένη Μπούρα, που έχει επιμεληθεί όλα του τα βιβλία. «Ετσι έγινε κι αυτή τη φορά, μόνο που δεν τον είχα απέναντί μου να συζητάμε και την πιο ασήμαντη λεπτομέρεια. Στην αρχή της κρίσης, όταν όλα ήταν ζοφερά, πίστευε ότι θα υπάρξουν δυνάμεις που θα μας βοηθήσουν και θα μας σώσουν. Με αυτό το βιβλίο μάς επισημαίνει ότι οι Ελληνες στα δύσκολα τα χάνουν, δεν μπορούν να συνεννοηθούν. Σαν να μας λέει “Προσέξτε, κοιτάξτε να τα βρείτε”».

 

Με δικό της πρόλογο ανοίγει η έκδοση, ενώ κλείνει με επίμετρο του Βασίλη Παναγιωτόπουλου, που προσεγγίζει ιστορικά τις διαστάσεις του εμφυλίου κατά την Ελληνική Επανάσταση.

 

[email protected]

 

Scroll to top