Της Αντας Ψαρρά
Η άνετη συνομιλία Μπαλτάκου – Κασιδιάρη πέρα από τις σπαρταριστές ειδήσεις για τον στενό πυρήνα του πρωθυπουργικού μεγάρου έχει και μεγάλη ουρά σε πολλαπλά επίπεδα πολλών κλάδων της επιστήμης πέρα από την πολιτική. Με ένα σκηνικό που θύμιζε τις καλύτερες ημέρες της (πρώτης διδάξασας) κίτρινης δημοσιογραφίας των εκβιασμών και των αποκαλύψεων, ο Κασιδιάρης σε ρόλο κρυφού ρεπόρτερ και συνομιλητή προσπαθεί και καταφέρνει να αποσπάσει τις δηλώσεις του κυρίου γενικού λίγες μέρες μετά τη χρυσαυγίτικη δολοφονία Φύσσα. Είχε προηγηθεί η άρνηση της εγκληματικής οργάνωσης να αναγνωρίσει τους δολοφόνους ως στελέχη της, όπως και τις κεντρικές οδηγίες που είχαν δοθεί, όπως προέκυψε από τη δικογραφία.
Σε αυτή την ωραία ατμόσφαιρα ο χαλαρός μέσα στην αλαζονεία της εξουσίας του κ. Μπαλτάκος δηλώνει στον συνομιλητή του ότι αυτός είναι πιο πάνω από Αθανασίου και Δένδια στην… εύνοια Σαμαρά, που «αυτούς» τους έβρισε γιατί δεν τα κάνανε καλά! Στη συνέχεια, με τη χαρακτηριστική ναζιστική προπαγάνδα χαρακτηρίζει την Αμερικανική Εβραϊκή Επιτροπή «αμερικανικό σιωνιστικό συνέδριο», διατύπωση που σε μια δημοκρατική χώρα θα οδηγούσε από μόνη της σε πολιτική κρίση μια κυβέρνηση.
Στη συνέχεια αυτού του μονόπρακτου, ο κύριος Μπ. αδειάζει τον ανακριτή, που γι’ αυτούς δεν είχε κανένα στοιχείο ενώ για τους άλλους είχε, και κάνει μάλιστα μια κίνηση υπονοώντας ίσως ότι υπάρχουν στοιχεία από τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις. Η συνέχεια είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα, μια και ο κ. Μπ. εξηγεί το γιατί με τις συλλήψεις θα ανέβει η Χ.Α., πράγμα που ο Σαμαράς δεν το καταλαβαίνει, μια και είναι μεγαλοαστός. Εδώ οι δύο συνομιλητές αλληλοκατανοούνται σαν λαϊκοί μάγκες σε αντιδιαστολή με τα… κολεγιόπαιδα. Το ότι συχνάζουν βέβαια στη Βουλή και στα σαλόνια του Μαξίμου είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια..
Κι εκεί που καθισμένος μπροστά στις εικόνες ο γενικός συνεχίζει την άνετη συνομιλία, περιγράφει και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου που, αν και δεξιά αλλά και θεούσα, πείστηκε από τον ανακριτή, τον Αθανασίου και τον Δένδια, ότι οι χρυσαυγίτες είναι παγανιστές, ναζί και ειδωλολάτρες.
Ο Κασιδιάρης προσπαθεί στη συνομιλία να εμφανίζεται σεμνός και υπερασπιστής του δικαίου και της αθωότητάς του, γεγονός που αποδεικνύει φυσικά την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει στην κατάλληλη στιγμή την καταγραφή. Η αλαζονεία όμως του κ. Μπ. δεν του επιτρέπει ούτε τότε να αντιληφθεί τις «προσεκτικές» αποστροφές Κασιδιάρη, όπως την… απορία του για το πώς μπήκε στη θέση αυτή η κυρία Κουτζαμάνη. Λες και δεν ήξερε ότι -πέρα από την επετηρίδα- η ίδια ήταν η εισαγγελέας που καταδίκασε τη 17Ν.
Τελικά, ο κύριος Μπαλτάκος συνέβαλε όσο μπορούσε στη φιλολογία περί αστήρικτου κατηγορητηρίου και ελλιπούς δικογραφίας, δικαιώνοντας όσους (και όχι μόνο χρυσαυγίτες) χρειάζονται περισσότερα στοιχεία από 35 εγκληματικές ενέργειες, τάγματα εφόδου, στρατιωτική πειθαρχία και όπλα. Οσο για τον ρεπόρτερ κρυφής κάμερας Κασιδιάρη, ας τα βρει με τον αρχηγό του, μια και φύλαξε τον εκβιασμό για την πάρτη του.