Pin It

Της Αλλοπάρ*

 

Ούτε προφήτης να 'μουνα, κυρίες και κύριοι: Την περασμένη Δευτέρα σάς έγραφα για τον Μπαλτάκο, τον έμπιστο άνθρωπο -«δεξί χέρι»- του πρωθυπουργού στην κυβέρνηση, που ξαφνικά άρχισε να διαφημίζει τον… αντικομμουνισμό του με τη γελοία φράση «εγώ αντικομμουνιστής γεννήθηκα, έτσι μεγάλωσα, έτσι θα πεθάνω»! Δεν μ' άρεσαν καθόλου αυτές οι κορόνες του γενικού γραμματέα της κυβέρνησης και υπεδείκνυα στον πρωθυπουργό να απεγκλωβιστεί από τέτοιου φυράματος άτομα -είναι κι άλλοι πλην του Μπαλτάκου που «χρυσαυγίζουν»- πριν αναγκαστεί να αναρωτηθεί «ποιος κυβερνάει, επιτέλους, αυτόν τον τόπο;».

 

Κυριολεκτικά «πριν αλέκτορα φωνήσαι», βγήκαν οι κασέτες του Κασιδιάρη, όπου ο υπόδικος βουλευτής και ο Μπαλτάκος φαίνονται να συνομιλούν φιλικά και χαμηλόφωνα (συνωμοτικά). Και όπου ο Μπαλτάκος ακούγεται πεντακάθαρα να μιλάει απαξιωτικά, χλευαστικά και υβριστικά για τον πρωθυπουργό και τις (πολιτικές) επιλογές του ίδιου και των άμεσων συνεργατών του, «καρφώνοντας» και κορυφαία λειτουργό της Δικαιοσύνης. Με αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός να τον στείλει στο σπίτι του κλοτσηδόν.

 

Αλλά ο Μπαλτάκος, ως Μανιάτης, ως γνώστης της Ιστορίας και ως πιστός στην παράδοση των προγόνων του, δεν έκανε κάτι το πρωτότυπο. Διαβάζοντας κανείς για τις δραστηριότητες των Μανιατών κατά τον 17ο αιώνα θα διαπιστώσει ότι ο τύπος αυτός απλά έκανε ό,τι κι εκείνοι. Δείτε τι γράφει ο Γάλλος Guillet de la Guilletiere (1675) για τη δράση των Μανιατών:

 

«Η κυριότερη απασχόληση των Μανιατών είναι η πειρατεία. Και το μεγαλύτερο εμπόριό τους είναι οι αιχμάλωτοι. Το Οίτυλο ονομαζόταν Μεγάλο Αλγέρι. Αιχμαλωτίζουν και πουλάνε χριστιανούς στους Τούρκους και Τούρκους στους χριστιανούς». Ο,τι έκανε, δηλαδή, κι ο Μπαλτάκος: «Ψάρευε», υποτίθεται, τον Κασιδιάρη για να ενημερώνει τον πρωθυπουργό και, ταυτόχρονα, «κάρφωνε» τον πρωθυπουργό -του οποίου ήταν έμπιστος!- στον Κασιδιάρη.

 

Αλλά ας συνεχίσουμε την ανάγνωση των ιστορικών πηγών. Ο Γάλλος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Choiseul Gouffier γράφει για τους Μανιάτες του 17ου αιώνα: «Ανάμεσα στο ελληνικό έθνος υπάρχει μια φυλή, χωρίς κτηματική περιουσία, κάπου 2.000 ψυχές, που ζει απ' τη ληστεία. Λεηλατούν τους θαλασσινούς με τις πειρατικές επιδρομές τους. Αλλοτε χρησιμοποιούν καράβια κι άλλοτε ενεδρεύουν πίσω απ' τους βράχους των ακτών της Μάνης, πότε η τρικυμία θα παρασύρει ώς τους κρυψώνες τους κανένα καράβι, προσφέροντας εύκολη και σίγουρη λεία».

 

Βέβαια, όπως οι περισσότεροι πειρατές της Μεσογείου κατά τους 16ο και 17ο αιώνες (θυμηθείτε τον Μπαρμπαρόσα), έτσι κι οι Μανιάτες και άλλοι Ελληνες πειρατές -Υδραίοι, Παργιανοί, Νιώτες, Σπετσιώτες, Ψαριανοί κ.λπ.- εντάχθηκαν στον εθνικό στόλο. Και υψώνοντας ελληνικές σημαίες στη θέση των κόκκινων πειρατικών, σκόρπισαν τον τρόμο στον τουρκικό στόλο κατά την Επανάσταση του ’21. Αυτή την παράδοση ο Μπαλτάκος δεν την ακολούθησε…

* Η Αλλοπάρ είναι σκύλα, πανέμορφη, αλλοπαρμένη και φιλίστωρ, δηλαδή της αρέσει να διαβάζει Ιστορία. Τα κείμενα που αναδημοσίευσε εντός εισαγωγικών τα πήρε απ' την «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους» της Ελληνικής Εκδοτικής (1974), τόμος Ι, σελ. 82. Μια «Ιστορία» που δεν φοβάται την αλήθεια και δεν επιλέγει τις πηγές.

 

Scroll to top