09/04/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Υποκλίνεται η Γαλλία στο μυθιστόρημα του Κούντερα «La fete de l’ insignifiance»

Εγκώμιο ελαφρότητας

      Pin It

ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑΜπορεί ο Μίλαν Κούντερα να την έσπασε στους Γάλλους που έβγαλε το νέο του μυθιστόρημα πρώτα στην Ιταλία, αλλά η υποδοχή που κάνουν στο «La fête de l’ insignifiance» ( H γιορτή του ασήμαντου), που μόλις κυκλοφόρησε στη Γαλλία από τον «Γκαλιμάρ», είναι συγκινητική και θριαμβευτική. Είχε άλλωστε ο 85χρονος σήμερα συγγραφέας να βγάλει μυθιστόρημα από το 2003 («Η άγνοια») και είχε στα ενδιάμεσα γράψει μόνο δοκίμια: «Ο πέπλος» (2005) και «Συνάντηση» (2009) – στα ελληνικά πάντα από την «Εστία».

 

«Πρέπει να το διαβάσετε επειγόντως, είναι ίσως το τελευταίο του, εκπληκτικό, φωτεινό, βαθύ, αστείο» ξεκινά η κριτική στη «Μοντ». Το λέει άλλωστε και ο τίτλος. Ο Κούντερα γράφει ένα εγκώμιο της καλής διάθεσης, του κεφιού. Η γαλλική εφημερίδα υπενθυμίζει μια σκηνή από τη «Βραδύτητα», όπου η Βέρα, η σύζυγος του συγγραφέα, του λέει: «Μου έχεις πολλές φορές πει ότι θέλεις να γράψεις κάποτε ένα μυθιστόρημα, στο οποίο καμιά λέξη δεν θα είναι σοβαρή. Σε προειδοποιώ, πρόσεχε, οι εχθροί σου σε περιμένουν στη γωνία». Ε, κάτι τέτοιο δεν συνέβη με το «La fête de l’ insignifiance».

 

Αυτό το ελάχιστων σελίδων βιβλίο, χωρισμένο σε μικρά κεφάλαια, το καθένα με έναν πολύ απλό τίτλο, βάζει στη σκηνή μια παρέα φίλων. Ο Αλέν, ο Καλιμπάν, ο Ραμόν, ο Σαρλ και ένας κάποιος Ντ’ Αρντελό, που εμφανίζεται πού και πού χωρίς οι άλλοι να τον πολυεκτιμούν, όπως περιγράφει η «Μοντ», συναντιούνται, λένε τα προβλήματά τους, αλλά και ανέκδοτα, αστείες ιστορίες σαν παραβολές.

 

Τι τους κινεί; αναρωτιέται η εφημερίδα. Ο Κούντερα δεν δίνει απαντήσεις. «Καμιά ψυχολογική ανάλυση, μόνο λέξεις, γεγονότα, αναμνήσεις, όνειρα» γράφει η «Μοντ». «Αυτό το μυθιστόρημα, που δεν επιδέχεται περίληψη, δεν έχει κέντρο ή τέλος και αρχίζει αόριστα, το διατρέχουν τα μεγάλα και μικρά ερωτήματα της παρέας, οι μεγάλες και μικρές διαψεύσεις της και κυρίως το ασυγκράτητο κέφι του Κούντερα».

 

Σαν να μας λέει προς το τέλος της ζωής του, αυτός που έγραψε το «Αστείο», ότι τελικά αυτό που ευτελίζει την ανθρωπότητα, η αρρώστια της, δεν είναι άλλη από ένα πνεύμα σοβαρότητας. Στο τέλος του βιβλίου ένας πυροβολεί με καραμπίνα κάποιον άλλο, που προσπαθεί να ουρήσει τα αγάλματα των βασιλισσών της Γαλλίας στον Κήπο του Λουξεμβούργου. Οι ήρωες του Κούντερα βρίσκουν πολύ διασκεδαστική αυτή τη σουρεαλιστική σκηνή που βλέπουν. «Το ασήμαντο είναι, φίλε μου, η ουσία της ύπαρξης. Μας ακολουθεί παντού και πάντα. Είναι εκεί ακόμα κι όταν κανείς δεν το βλέπει: μέσα στους τρόμους μας, στους ματωμένους αγώνες μας, στις χειρότερες δυστυχίες μας».

 

Επιμ. Β.Γεωργ.

 

Scroll to top