H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ζητά από την Ελλάδα πολιτική δέσμευση για απρόσκοπτη συνέχιση των σκληρών μεταρρυθμίσεων «στο εργαστήριο της Ευρώπης», ενώ Γερμανοί ευρωσκεπτικιστές αμφιβάλλουν για το πλεόνασμα
Του Μπάμπη Μιχάλη
Πολιτική δέσμευση για τη συνέχεια των επίπονων μεταρρυθμίσεων στο «ελληνικό πείραμα» ζητά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αδιαφορώντας για την αυξανόμενη ανισότητα, τη φτώχεια αλλά και τις… γερμανικές αμφιβολίες για το πλεόνασμα.
Στην ετήσια έκθεσή της για το 2013 -που έδωσε χθες στη δημοσιότητα- η ΕΚΤ αναγνωρίζει την πρόοδο που σημειώθηκε στα μέτωπα της δημοσιονομικής προσαρμογής και της ανταγωνιστικότητας. Υποστηρίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας του 2012 αποδίδουν πια… καρπούς, η διαδικασία μείωσης των τιμών ενισχύεται και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών βελτιώνεται.
Διαρθρωτικές δυσκαμψίες
Χαιρετίζει ακόμη την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος που, όπως λέει, επιτεύχθηκε κυρίως χάρη στη μείωση των δαπανών.
Η ΕΚΤ υπογραμμίζει όμως παράλληλα ότι, παρά την πρόοδο στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα χρειαστεί να αντιμετωπιστούν πιο δυναμικά οι εναπομένουσες χρόνιες διαρθρωτικές δυσκαμψίες προκειμένου να τεθούν οι βάσεις για μια διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Κρίσιμο ζητούμενο για το μέλλον θεωρεί την πολιτική δέσμευση για τη διεύρυνση και τη βάθυνση του προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Πρέπει να ενταθούν οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις, τονίζει.
Με άλλα λόγια, ή όπως χαρακτηριστικά σχολίαζε χθες το BBC, «η Ελλάδα παραμένει το εργαστήριο της Ευρώπης, ένα οικονομικό πείραμα».
Σε εκτεταμένο σχόλιό του για τα 4 χρόνια του ελληνικού Μνημονίου, ο αρθρογράφος του βρετανικού ειδησεογραφικού πρακτορείο BBC, Gavin Hewitt, τονίζει μεταξύ άλλων ότι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, το πρωτογενές πλεόνασμα, η όψιμη αγάπη των αγορών, το κατά τον Ελληνα πρωθυπουργό μεγάλο βήμα προς μια «νέα Ελλάδα» επιτεύχθηκαν με εμβάθυνση της ανισότητας και της φτώχειας. «Ενώ οι Ευρωπαίοι ηγέτες μιλούν σαν η κρίση να αποτελεί παρελθόν, μια σειρά από εκθέσεις λένε μια άλλη ιστορία». Πρόσφατη έκθεση της Charitas μιλά για διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, αυξανόμενη ανισότητα και δημιουργία μιας νέας κοινωνικής ομάδας, αυτής των νεόπτωχων. Αλλη έκθεση έδειξε ότι το 44% των Ελλήνων είχαν πέρσι εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας.
Τρίτο πακέτο
Η ανεργία παραμένει πεισματικά κοντά στο 28% και σήμερα απασχολούνται οι λιγότεροι των τελευταίων 33 ετών. Το δημόσιο χρέος βρίσκεται ακόμη στο μη διατηρήσιμο 175% του ΑΕΠ και ένα κατά Σόιμπλε τρίτο πακέτο διάσωσης -έναντι νέου τιμήματος- προβάλλει ως πιθανό. «Το ελληνικό πείραμα -για να σωθεί το ευρώ- δεν έχει προηγούμενο στη σύγχρονη εποχή» καταλήγει ο Hewitt. Τα βελτιούμενα στατιστικά στοιχεία δεν θα πρέπει να αγνοηθούν ή να προεξοφληθούν. Αλλά ούτε και οι νεόπτωχοι, η χαμένη γενιά, οι χιλιάδες Ελλήνων που έχουν μεταναστεύσει στην Αυστραλία και τον Καναδά. Είναι και αυτό μέρος της ιστορίας της ελληνικής κρίσης».
Την ίδια στιγμή πάντως η γερμανική «Frankfurter Allgemeine Zeitung» διατυπώνει αμφιβολίες για το κατά πόσο το κορυφαίο οικονομικό επίτευγμα της κυβέρνησης Σαμαρά, το πρωτογενές πλεόνασμα, είναι αληθινό.
Οι αντιφάσεις της τρόικας
Σε χθεσινό της δημοσίευμα αναφέρεται ότι ο ευρωσκεπτικιστής και επικεφαλής του κόμματος Εναλλακτική πρόταση για τη Γερμανία, Μπερντ Λούκε, ζητά εξηγήσεις τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, για τις αντιφάσεις μεταξύ τρόικας -που υιοθετεί το πρωτογενές πλεόνασμα- και των στοιχείων της Eurostat που στα πρώτα τρία τρίμηνα του 2013 δείχνουν συνολικό έλλειμμα 17 δισ. ευρώ.
Ο οικονομολόγος Γιοργκ Ρόχολ εξηγεί ότι καθοριστικής σημασίας είναι το πώς θα αποτυπωθούν οικονομοτεχνικά οι κεφαλαιακές «ενέσεις» προς τις ελληνικές τράπεζες στο δεύτερο τρίμηνο του 2013. Τονίζει πάντως ότι «ένας χρόνος με πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί μόνο έναν ενδιάμεσο δημοσιονομικό στόχο. Η Ελλάδα θα έπρεπε να παρουσιάσει για πάρα πολλά χρόνια υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, προκειμένου να έχει κατά προσέγγιση την ευκαιρία να αποπληρώσει το χρέος της».
Οσον αφορά το δημόσιο πλεόνασμα στο σύνολό του, η εκτίμησή του είναι ότι αν συμπεριληφθούν τα τοκοχρεολύσια άγγιξε πέρσι το 13% του ΑΕΠ.