Της Αρχοντίας Κάτσουρα
Περπατούσα τις προάλλες στο κέντρο της Αθήνας και, κάνοντας επικίνδυνες ασκήσεις ισορροπίας ανάμεσα στα παρκαρισμένα πάνω στο πεζοδρόμιο αυτοκίνητα και τα ταλαιπωρημένα δέντρα που αγωνίζονται να επιβιώσουν μέσα στο καυσαέριο και την επεκτατική διάθεση των εποχουμένων, σκόνταψα πάνω σε ένα κομμάτι τσιμέντο. Σκύβοντας να δω πού είχα πέσει, διαπίστωσα ότι ήταν το περιθώριο μιας λακκούβας, όπου κάποτε –μάλλον μέχρι πρόσφατα– υπήρχε ένα δέντρο, σπασμένο σχεδόν ώς τη ρίζα τώρα. Κι εκεί, ανάμεσα στον τσακισμένο κορμό και τα λάστιχα του αυτοκινήτου, έσκαγε σαν χαμόγελο ένα γαλάζιο λουλούδι, τόσο δα μικρό, όσο η επιφάνεια από ένα μικρό νύχι. Τέτοια λουλούδια, με κίτρινους στήμονες και γαλάζια πέταλα, μικρά και καλοσχηματισμένα, θυμάμαι ότι έβλεπα μικρή σε αγρούς στην Εύβοια, ώσπου κι αυτοί σαρώθηκαν από μπουλντόζες, έγιναν «εξοχικά» τεραστίων διαστάσεων, με γκαράζ, πισίνες και τα λοιπά συμπαρομαρτούντα. Δυστυχώς, δεν είχα μαζί μου φωτογραφική μηχανή, να σώσω τη σπάνια εικόνα…
Με όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στην οικονομία και την πολιτική της χώρας, με τις όποιες επιπτώσεις σε μένα, σε δικούς μου, φίλους, συγγενείς και συναδέλφους, είναι φορές που απογοητεύομαι τόσο που χάνω την πίστη, ακόμη και την ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει, να γίνει καλύτερο. Πολύ συχνά ντρέπομαι που ζω σε μια χώρα –υποτίθεται το λίκνο του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού– όπου κυριαρχεί ο νόμος του ισχυρού και όχι του δικαίου, όπου η ανθρώπινη ζωή διαρκώς υποτιμάται, όπου οι λέξεις δημοκρατία και δίκαιο χρησιμοποιούνται ως άλλοθι από όσους τις καταστρατηγούν, ενώ το Κοινοβούλιο, που συνεχώς απαξιώνεται, θυμίζει στην καλύτερη περίπτωση πόλεμο πυροτεχνημάτων ή ακόμα και ρινγκ. Ας μη μιλήσω για υγεία και παιδεία.
Και τότε, ενθυμούμενη όσα ως φοιτήτρια πολιτικής επιστήμης με τόση θέρμη διάβαζα περί οικονομίας, ιδεολογιών και πολιτευμάτων, κουνάω το κεφάλι μου που υπήρξα τόσο αφελής, ενδεχομένως ρομαντική. Εξακολουθώ να είμαι – συνειδητά. Αρνούμαι να αποδεχτώ την κυνική απαξίωση των ιδεωδών που θα έπρεπε να διέπουν κάθε ευνομούμενη πολιτεία.
Ισως επειδή κάποιες φορές κάτι γίνεται η αφορμή να αναθαρρήσω. Και συνήθως αυτό συμβαίνει την άνοιξη. Αυτή η εποχή φέρει μια μαγική δύναμη που μπορεί να προσιδιάσει σε θεότητα, γιατί, θέλεις-δεν θέλεις, ξετρυπώνει και σε αγγίζει ακόμη και εκεί που δεν το περιμένεις. Οπως συνέβη με εκείνο το γαλάζιο λουλούδι που γλίτωσε από το ποδοπάτημα των τροχών του αυτοκινήτου.
Ενδεχομένως γι’ αυτό και τόσες θρησκευτικές γιορτές διαχρονικά και ανά τον κόσμο συνδέονται με την άνοιξη. Αυτή η εποχή δεν μπορεί παρά να σηματοδοτεί το άνοιγμα ενός νέου κύκλου, στη φύση, στη ζωή, στο πνεύμα. Οι χυμοί που κοχλάζουν στη φύση, στη χλωρίδα, στην πανίδα, σε εμάς τους ίδιους, φέρνουν την αναγέννηση. Τέτοια χαρακτηριστικά είχαν τα αρχαιοελληνικά Ανθεστήρια, στη διάρκεια των οποίων τιμούσαν τους νεκρούς και γιόρταζαν τον ερχομό της άνοιξης. Στην Ινδία με το Χόλι, το φεστιβάλ των χρωμάτων, γιορτάζουν τον θεϊκό έρωτα της Ράντα με τον γαλαζόμορφο Κρίσνα και δίνουν συγχώρεση, ξεχνούν λάθη και σφάλματα, ώστε οι άνθρωποι να κάνουν μια νέα αρχή. Αλλά και το χριστιανικό Πάσχα φέρει ανάλογα χαρακτηριστικά, αφού, έπειτα από μια περίοδο νηστείας, εγκράτειας και παθών, έρχεται η ανάσταση του Χριστού, δίνοντας ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, έστω πνευματικό.
Ο ανθρώπινος νους ονόμασε «θεό» αυτό που δεν μπορούσε να εξηγήσει με στενή λογική. Του απέδωσε ανθρωπόμορφα χαρακτηριστικά και κάθε άνοιξη το θέλει να αναγεννιέται, όπως ακριβώς η ίδια η φύση. Ισως γιατί έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε ότι το δίκαιο, το όμορφο, το καλό στο τέλος θα κερδίσουν τη μάχη με την αδικία, την ασχήμια, το κακό. Οτι ο όποιος θάνατος, η όποια ασθένεια, θα νικηθούν τελικά. Ετσι, ακόμη και αν δεν τα ψάχνουμε, τα «θεϊκά» σημάδια ξεπηδούν μπροστά μας, στο βλέμμα ενός ανθρώπου, σε ένα φυτό που ξεγελάει τα τσιμέντα, σε μια παλιά ιδέα, που ξαφνικά γίνεται πάλι καινούργια.
Βέβαια, μετά την επικείμενη καλοκαιρινή καρποφορία, ο χειμώνας πιθανόν να έρθει πάλι βαρύς, αλλά δεν πειράζει. Η άνοιξη, όσο ακόμα της το επιτρέπουμε, θα συνεχίσει να μας ξυπνάει.
archkatsoura@yahoo.gr