ecb-ekt

16/04/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Οι «σκιώδεις τραπεζίτες» στη χώρα των Κελτών

Η απόκτηση του 25% του ζημιογόνου κρατικού ιρλανδικού τηλεπικοινωνιακού κολοσσού Eircom από την Blackstone γεννά σοβαρά ερωτήματα, καθώς οι επενδυτές-γύπες αντικαθιστούν σταδιακά τις τράπεζες ως οι βασικοί πιστωτές των επιχειρήσεων.
      Pin It

Η απόκτηση του 25% του ζημιογόνου κρατικού ιρλανδικού τηλεπικοινωνιακού κολοσσού Eircom από την Blackstone γεννά σοβαρά ερωτήματα, καθώς οι επενδυτές-γύπες αντικαθιστούν σταδιακά τις τράπεζες ως οι βασικοί πιστωτές των επιχειρήσεων

 

Του Μπάμπη Μιχάλη

 

Το τέλειο ντιλ ή ματσαράγκα ολκής, στην οποία -εκτός από τους γνωστούς μας «γύπες»- εμπλέκεται ενδεχομένως και μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση; Ο λόγος για μια εντελώς ανορθόδοξη οικονομική συμφωνία, η οποία όμως αποφέρει ήδη τεράστια κέρδη στην Blackstone -τον γνωστό αμερικανικό κολοσσό private equity, που ξεκίνησε τον βίο του ως… όρνεο των αγορών (αγοράζοντας δηλαδή «σκοτωμένα» περιουσιακά στοιχεία) και σήμερα «κλωσάει» πάνω σε ένα χαρτοφυλάκιο 265 δισ. δολαρίων.

 

Η κατάρρευση της Ιρλανδίας το φθινόπωρο του 2010, η μετέπειτα διάσωσή της από τη γνωστή τρόικα των διεθνών πιστωτών και κυρίως οι σκληροί όροι που της επιβλήθηκαν για το δανεισμό της, δημιούργησαν τεράστιες ευκαιρίες για τους… γύπες. Τα γνωστά κερδοσκοπικά επενδυτικά κεφάλαια δηλαδή (vulture funds), που γυρνούν τον κόσμο, αγοράζοντας στοιχεία ενεργητικού χρεοκοπημένων εταιρειών ή οικονομιών σε εξευτελιστικές τιμές και στη συνέχεια τα μεταπωλούν υψηλότερα, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη.

 

Ξεπούλημα

 

Μετά τη συμφωνία της με την τρόικα, η ιρλανδική κυβέρνηση πιέστηκε, προκειμένου να ξεφορτωθεί ζημιογόνες κρατικές επιχειρήσεις και άλλα επισφαλή περιουσιακά στοιχεία -συνολικού ύψους μεγαλύτερου των 150 δισ. δολαρίων- που βάρυναν τους ισολογισμούς της. Αρκετοί τραπεζίτες έσπευσαν να επωφεληθούν, αναζητώντας φτηνά περιουσιακά στοιχεία και επικερδείς συμφωνίες. Ελάχιστοι όμως έπαιξαν τόσο επιθετικά όσο η Blackstone, η οποία «μαγείρεψε» το μεγαλύτερο στοίχημά της εκεί -κυριολεκτικά- στα σκοτεινά. Το ποντάρισμα της μητρικής της «δικής μας» BlackRock αφορούσε την απόκτηση του 25% του ιρλανδικού τηλεπικοινωνιακού κολοσσού Eircom με -μοναδικό- αντάλλαγμα περισσότερο ευνοϊκούς όρους στην εξυπηρέτηση του χρέους της τελευταίας.

 

Η Eircom κατέρρευσε το 2012 και η πτώχευσή της ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία της χώρας. Φορτωμένη με χρέη μεγαλύτερα των 5 δισ. δολαρίων και αντιμέτωπη με τον αυξανόμενο ανταγωνισμό, η Eircom απορρόφησε πλήρως τα οικονομικά προβλήματα της χώρας των Κελτών στη διετία 2010-2012. Στη διάρκεια της κρίσης, η αξία των δανείων της στη δευτερογενή αγορά κατέρρευσε και η Blackstone άρχισε να τα αγοράζει. Σε σκοτωμένες τιμές φυσικά, περίπου στο 65% της αξίας τους. Στόχος της, η συσσώρευση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μεριδίου. Γι’ αυτό τον σκοπό η Blackstone προχώρησε μάλιστα και στην αγορά της Harbourmaster Capital, ενός hedge fund του Δουβλίνου που ήταν από τους μεγαλύτερους πιστωτές της Eircom.

 

«Καλή συμφωνία»

 

Οταν η ιρλανδική τηλεπικοινωνιακή εταιρεία πέταξε λευκή πετσέτα το 2012, η Blackstone είχε ήδη αποκτήσει -με σημαντική έκπτωση- τραπεζικά δάνεια ύψους 825 εκατ. δολαρίων της πρώτης. Ως μεγαλύτερος πιστωτής της μπορούσε πια να πιέσει για μια «καλή συμφωνία». Διέγραψε χρέος της τάξης του 15% και παραχώρησε πιστωτική γραμμή 205 εκατ. δολαρίων, που όμως ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε. Σε αντάλλαγμα, η θυγατρική CSO Capital Partners της Blackstone απέκτησε το 25% της ανανεωμένης Eircom.

 

Η τελευταία, έχοντας κηρύξει χρεοστάσιο, πέρασε για μερικούς μόνο μήνες υπό αναγκαστική διαχείριση, την άνοιξη του 2012. Βγήκε από το καθεστώς της πτώχευσης με το χρέος της «κουρεμένο» κατά περίπου 50%, διατηρώντας το μονοπώλιο των τηλεπικοινωνιακών δικτύων της χώρας, νέα διεύθυνση και πλάνο απόλυσης 2.000 υπαλλήλων. Αμέσως μετά, η Eircom προέβη σε… επενδύσεις ενός δισ. δολαρίων, ποσό τεράστιο, όχι μόνο γι’ αυτήν, αλλά και για την αδύναμη ακόμη οικονομία της Ιρλανδίας.

 

Εως το 2013, η Eircom είχε καταφέρει «με τη βοήθεια όλων» να ξαναγυαλίσει αστραφτερά την εικόνα της και στην πρώτη έξοδό της στις αγορές ομολόγων άντλησε 480 εκατ. δολάρια. Κεφάλαια, που η διοίκησή της χρησιμοποίησε για την επαναγορά των τραπεζικών δανείων -το μεγαλύτερο μέρος των οποίων ανήκε στην Blackstone.

 

Τον περασμένο Φεβρουάριο η Moody’s προχώρησε σε αναβάθμιση των ομολόγων της Eircom και η συνολική της αξία εκτιμάται πια στα 3,3 δισ. δολάρια.

 

Κάτι που σημαίνει ότι τα κέρδη της Blackstone προσεγγίζουν αυτή τη στιγμή τα 1,4 δισ. δολάρια. Κέρδη που θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο, αν η Eircom πουληθεί ή εισαχθεί στο χρηματιστήριο, όπως και μελετάται. «Ηταν η τέλεια συμφωνία», δήλωσε σε σχετικό δημοσίευμα των «Νew Υork Τimes» ο Τομ Χούνερσεν, ανώτατο τραπεζικό στέλεχος που είχε δουλέψει με την Blackstone στην Ιρλανδία.

 

Too good to be true

 

Η συμφωνία όμως έδειχνε υπερβολικά τέλεια, για να είναι και έντιμη. Αρκετοί από τους επενδυτές που ζημιώθηκαν από τη χρεοκοπία και τη συμφωνία έγραψαν επιστολές προς το ιρλανδικό υπουργείο Οικονομικών. Το ερώτημά τους, που γεννά ακόμη περισσότερα ερωτήματα, ήταν αν η υπόθεση Eircom συζητήθηκε στη συνάντηση του προέδρου της Blackstone, Στέφεν Σβάρτζμαν (Stephen Schwarzman), με τον Ιρλανδό πρωθυπουργό, Εντα Κένι, στα τέλη του 2011 (λίγους μήνες δηλαδή πριν από τη χρεοκοπία της εταιρείας). Ας σημειωθεί ότι νωρίτερα, το 2010, ο Σβάρτζμαν είχε υποστηρίξει δημοσίως σε διεθνείς επενδυτικούς κύκλους ότι οι κρατικές Αρχές της Ιρλανδίας «δεν γνωρίζουν τι κατέχουν» σε ακίνητα και άλλες αξίες real estate, όπως και ότι «σταδιακά θα τα ξεφορτωθούν σε τιμές εκκαθάρισης».

 

Οπως ήταν φυσικό, μετά από αυτές τις αποκαλύψεις, οι καταγγελίες και οι αντιπαραθέσεις στο ιρλανδικό κοινοβούλιο άναψαν. Ο Γκέρι Ανταμς, του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Σιν Φέιν, αποκάλεσε την Blackstone «γύπα», ενώ ο ο Πίτερ Μάθιους -ένας από τους πολιτικούς που από την αρχή είχε εκφράσει αντιρρήσεις για τις δραστηριότητες της Blackstone στη χώρα- υπογράμμισε: «Οταν υπάρχει ένα ψοφίμι στην έρημο, η συμπεριφορά αυτών που κινούνται προς αυτό συνήθως δεν είναι και η πιο αξιέπαινη»…

 

Το ερώτημα φυσικά παραμένει. Ηταν όντως η «τέλεια συμφωνία» ή μια από τις καλύτερες κομπίνες του σύγχρονου διαπλεκόμενου καπιταλισμού; Οι New York Times υπογραμμίζουν πάντως και μια άλλη διάσταση της συμφωνίας, ότι δηλαδή αυτή αποτελεί εμφανή απεικόνιση της ραγδαίας επέκτασης της «σκιώδους τραπεζικής». Στο νέο περιβάλλον που δημιουργείται, οι εταιρείες private equity, τα hedge funds, τα distress funds, οι επενδυτές-γύπες αντικαθιστούν σταδιακά τις τράπεζες στον ρόλο που αυτές έπαιζαν μέχρι τώρα ως οι βασικοί πιστωτές των επιχειρήσεων.

 

Scroll to top