22/04/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΓΙΑNΝΗΣ ΤΣΙΡΜΠΑΣ

«Οσοι ζουν κοντά με μετανάστες είναι λιγότερο ξενόφοβοι»

Με το πρώτο του βιβλίο, το «Η Βικτώρια δεν υπάρχει», ξεχώρισε αμέσως. Ανάμεσα στη λογοτεχνική επινόηση και τη μαρτυρία, αναφέρεται όχι μόνο σε μια γειτονιά της Αθήνας, αλλά στο στρίμωγμα και την ασφυξία που νιώθουμε όταν ξεβολευόμαστε.
      Pin It

Με το πρώτο του βιβλίο, το «Η Βικτώρια δεν υπάρχει», ξεχώρισε αμέσως. Ανάμεσα στη λογοτεχνική επινόηση και τη μαρτυρία, αναφέρεται όχι μόνο σε μια γειτονιά της Αθήνας, αλλά στο στρίμωγμα και την ασφυξία που νιώθουμε όταν ξεβολευόμαστε

 

«Δεν μου αρέσει να συνδέω την πολιτική επιστήμη με την πολιτικολογία, όπως είναι σύνηθες. Για να μιλήσεις επιστημονικά πρέπει να αφήσεις τον μεγάλο και αργό χρόνο για να τοποθετηθείς. Προφανώς, το πολιτικό σύστημα υφίσταται αλλαγές. Είμαι ψύχραιμος και δεν πιστεύω ότι έρχεται το τέλος του κόσμου, είτε με τη μία είτε με την άλλη πλευρά. Αυτό όμως που έχει σημασία να τονιστεί είναι ότι οι πολιτικές που εφαρμόζονται πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους την ευημερία των ανθρώπων. Πρέπει να μεριμνούμε για να μην έχουμε ανθρώπινες απώλειες. Είναι το στοιχειώδες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Υπό αυτό το πρίσμα είμαι ανοιχτός σε κάθε πολιτική πρόταση»

 

Της Μαριαλένας Σπυροπούλου

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΙΡΜΠΑΣΟ Γιάννης Τσίρμπας, λέκτορας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ανήκει στη νέα γενιά λογοτεχνών, που με το πρώτο τους βιβλίο προκάλεσαν αίσθηση. Με τον τίτλο «Η Βικτώρια δεν υπάρχει» (εκδόσεις Νεφέλη), ο συγγραφέας κινείται με μαεστρία ανάμεσα στη λογοτεχνική επινόηση και τη μαρτυρία. Οι βιωματικές περιγραφές της πολύπαθης αθηναϊκής περιοχής, οι μετανάστες, οι ρατσιστές, η μεταφορά των αστικών μύθων, η γλαφυρή ενσάρκωση ανθρωπότυπων που κινούνται στην κόψη της νομιμότητας και της παρανομίας καθώς και οι αυτοτελείς ιστορίες που παρεμβάλλονται δημιουργούν ένα αναγνωστικά εκρηκτικό μείγμα αλλά και ένα καθρέφτισμα μιας ζοφερής πραγματικότητας.

 

• Ζήσατε στη Βικτώρια μέχρι τα 35 σας χρόνια. Ο ήρωάς σας περιγράφει την περιοχή με μελανά χρώματα. Πώς είναι σήμερα;

 

«Μια χαρά είναι η περιοχή. Μια αστική γειτονιά της Αθήνας. Αυτό που προσπαθώ να περιγράψω είναι η μελανή ψυχολογία του ήρωα. Δεν έγραψα αυτό το βιβλίο για να κάνω κοινωνιολογία. Η λογοτεχνία μπορεί να αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα, αλλά δεν είναι ντοκιμαντέρ. Πραγματικό είναι με έναν τρόπο αυτό που υπάρχει στο μυαλό των ανθρώπων. Από τη στιγμή που οι περισσότεροι πιστεύουν ότι οι ξένοι είναι επικίνδυνοι, τελικά ασυνείδητα αυτό καθίσταται πραγματικότητα. Αναπαράγουμε στερεότυπα, χωρίς να τα έχουμε ζήσει, και αυτό διαιωνίζει μια κατάσταση. Δεν επιθυμώ να εξιδανικεύσω τους μετανάστες. Τα πράγματα είναι δύσκολα και υπάρχει εξαθλίωση. Θέλω όμως να τονίσω ότι οι μετανάστες είναι φτωχοί, αλλά και μερικοί Ελληνες είναι φτωχοί. Και είναι το ίδιοι φτωχοί. Θα μπορούσαν και αυτοί να έχουν κάπου αλλού μεταναστεύσει, αλλά δεν τα κατάφεραν. Δεν παίρνω θέση ούτε υπέρ του μετανάστη ούτε υπέρ του ρατσιστή ή του ξενόφοβου».

 

• Πώς ξεκίνησε η ιδέα του βιβλίου;

 

«Δεν ήταν μια σχηματοποιημένη ιδέα από πριν. Ηθελα να γράψω για το στρίμωγμα που νιώθουν κάποιοι άνθρωποι όταν ξεβολεύονται. Και κυρίως όταν δεν έχουν από πού να πιαστούν και αναζητούν ταυτότητες πολύ επιφανειακές, όπως είναι μια ποδοσφαιρική ομάδα ή η γειτονιά. Για μένα, λοιπόν, είχε ενδιαφέρον αυτή η ασφυξία που νιώθει ένας άνθρωπος, που θεωρεί δική του τη γειτονιά που μεγάλωσε και τώρα που κατοικείται και από άλλους ζορίζεται. Στη συνέχεια ανακάλυψα ότι ακόμα και οι παράλληλες ιστορίες που φιλοξενούνται στο βιβλίο πάλι για στριμωγμένους ανθρώπους μιλάνε».

 

• Πού οφείλεται το «στρίμωγμα»;

 

«Δεν ξέρω ακριβώς. Απλώς διαπίστωσα ότι δεν οφείλεται στους μετανάστες. Αυτοί είναι η αφορμή για να συνειδητοποιήσουν οι άνθρωποι την ασφυξία τους. Οπότε, όσο και εάν θέλουμε να εξιδανικεύουμε το παρελθόν και να θεωρούμε ότι εμείς οι Ελληνες είμαστε οι μοναδικοί “στριμωγμένοι”της Ιστορίας, μάλλον είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο».

 

• Είναι ταξικό το «στρίμωγμα»; Πολιτιστικό;

 

«Δεν θα έλεγα ότι είναι αμιγώς ταξικό. Υπάρχουν έρευνες που δείχνουν ότι οι άνθρωποι που έρχονται σε καθημερινή επαφή με μετανάστες είναι πιο ανεκτικοί και λιγότερο ξενόφοβοι. Στην ίδια γειτονιά βρίσκεις τα πάντα. Και ανθρώπους που συνυπάρχουν αρμονικά και ανθρώπους που μισούν τους μετανάστες. Και όλοι αυτοί ανήκουν στην ίδια τάξη».

 

• Η λογοτεχνική αφήγησή σας έχει χαρακτηριστικά μαρτυρίας; Αυτό το είδος λογοτεχνίας σάς αφορά;

 

«Ναι, είναι μια επινοημένη μαρτυρία. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι είναι το αποτέλεσμα μιας βιωματικής συνέντευξης. Προφανώς με ενδιαφέρει η λογοτεχνία, που δεν είναι πολύ αυτοαναφορική. Που δεν ασχολείται μόνο με τα άγχη, τις φοβίες και τις εμμονές ενός ατόμου. Και επίσης θέλω να την κρατώ μακριά από διδακτισμούς».

 

• Οι γυναίκες δεν είναι παρούσες ή είναι ιδωμένες υπό ένα πρίσμα εκμετάλλευσης στο έργο σας…

 

«Ναι, τώρα το συνειδητοποιώ. Γίνονται δέκτες πολλών ρατσιστικών σχολίων. Το βαθύτερο είναι ότι οι ήρωες αυτού του βιβλίου δεν μπορούν να σχετιστούν ούτε με μια γυναίκα ούτε με κανέναν».

 

• Θα λέγατε ότι πέρα από το ζήτημα της μετανάστευσης, αυτό που θίγετε είναι η αδυναμία των ανθρώπων να σχετίζονται;

 

«Αυτή θα ήταν μια πολύ καλή ανάγνωση του βιβλίου. Το να είμαστε ρατσιστές ή ξενόφοβοι σημαίνει τελικά ότι δεν μπορούμε να σχετιστούμε μεταξύ μας και με τον Αλλον. Στην Ελλάδα, έχουμε μάθει να ζούμε μέσα από ατομικές σχέσεις. Θα μας πάρει καιρό να μάθουμε τις συλλογικότητες. Με ποιον τρόπο θα γίνει, είναι ζήτημα».

 

• Πολιτικές επιστήμες και λογοτεχνία. Πώς συναντιούνται;

 

«Η επιστήμη μελετά ομαδικά φαινόμενα. Αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως σύνολα. Δεν την ενδιαφέρει το ατομικό, σε αντίθεση με τη λογοτεχνία που βλέπει τον άνθρωπο κατά μόνας. Βλέπει τις ιδιαιτερότητες, τις ατομικές πορείες. Η λογοτεχνία είναι ένα μοναχικό ζεϊμπέκικο, ενώ η πολιτική επιστήμη θα μπορούσε να είναι ένας ομαδικός παραδοσιακός χορός. Υπό αυτή την έννοια κάπως το ένα συναντά το άλλο».

 

• Γράφετε εύκολα;

 

«Γράφω λίγο. Δεν ξέρω εάν γράφω εύκολα, το σίγουρο είναι ότι δεν τα ολοκληρώνω εύκολα. Και συνέχεια κόβω. Δεν μου αρέσει η φλυαρία».

 

Scroll to top