Ο Α. Σαμαράς πηγαίνει σήμερα στο Κατάρ για αναζήτηση επενδυτών, επικεφαλής πολυμελούς αντιπροσωπίας στην οποία περιλαμβάνεται και ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ Γ. Εμίρης
Της Αλίκης Μάτση
Στο κυνήγι των επενδύσεων βγαίνει από σήμερα ο πρωθυπουργός, με πρώτο σταθμό το Κατάρ, την ώρα που στη χώρα βρίσκεται σε εξέλιξη σειρά κινητοποιήσεων. Αν και δεν είναι σαφές, μετά την απόσυρση του ενδιαφέροντος για το Ελληνικό, ποιες ακριβώς επενδύσεις θα επιδιώξει ο κ. Σαμαράς από τη χώρα του Κόλπου, θα συνοδεύεται ωστόσο, εκτός των κυβερνητικών επιτελών, και από μεγάλο αριθμό επιχειρηματιών, οι οποίοι δεν αναφέρονται στην ανακοίνωση του Πρωθυπουργικού Γραφείου.
Η επικοινωνιακή και όχι μόνο σημασία, που η κυβέρνηση αποδίδει στο πρώτο αυτό ταξίδι του πρωθυπουργού προς εξεύρεση επενδυτών, αποτυπώθηκε και από το γεγονός ότι χθες το πρωί, κι ενώ βρίσκονταν σε εξέλιξη οι συνελεύσεις των σωματείων των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στο μέγαρο Μαξίμου με τη συμμετοχή υπουργών που θα συνοδεύσουν τον Αντ. Σαμαρά. Και δεν είναι λίγοι αυτοί.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, στο ταξίδι θα μετέχουν ο υπουργός Αμυνας Πάνος Παναγιωτόπουλος, ο υπουργός Ανάπτυξης Κωστής Χατζηδάκης, η υπουργός Τουρισμού Ολγα Κεφαλογιάννη, ο υφυπουργός Ανάπτυξης Νότης Μηταράκης, ο υφυπουργός Περιβάλλοντος Ασημάκης Παπαγεωργίου, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών Π. Μίχαλος, ο βουλευτής Επικρατείας Χρύσανθος Λαζαρίδης και ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ Γ. Εμίρης.
Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, σήμερα ο κ. Σαμαράς θα συναντηθεί με τον πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών του Κατάρ, σεΐχη Hamad bin Jassim bin Jabr Al Thani. Θα ακολουθήσει υπογραφή διακρατικής πολιτιστικής συμφωνίας.
Στο Κατάρ θα βρίσκεται σήμερα και ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρ. Τ. Ερντογάν προκειμένου να προωθήσει τις διμερείς σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών στους τομείς της ενέργειας, της οικονομίας, του εμπορίου και του πολιτισμού. Στην ανακοίνωση του γραφείου του Τούρκου πρωθυπουργού αναφέρεται ότι «θα εξεταστεί επίσης η δυνατότητα μεταφοράς φυσικού αερίου από την Τουρκία στο Κατάρ».
Δεν αποκλείεται, σύμφωνα με πληροφορίες, Σαμαράς και Ερντογάν να συναντηθούν κατ' ιδίαν στο περιθώριο της επίσημης επίσκεψης και των δύο.
Αύριο, θα συναντηθεί με τον διάδοχο του θρόνου του Κατάρ Σεΐχη Tamim bin Hamad Al Thani. Αμέσως μετά, θα έχει συνάντηση με τον Εμίρη του Κατάρ, σεΐχη Hamad bin Khalifa Al Thani. Θα ακολουθήσει υπογραφή συμφωνίας σύστασης επιχειρηματικού συμβουλίου Ελλάδας – Κατάρ.
Επόμενοι σταθμοί του πρωθυπουργού, πιθανότατα εντός του Φεβρουαρίου, θα είναι η Μόσχα και το Πεκίνο, ενώ τον Μάρτιο θα συναντηθεί στην Ουάσιγκτον με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, πάντα με τον στόχο των επενδύσεων.
Ο κ. Σαμαράς, λένε από το περιβάλλον του, σε όλα αυτά τα ταξίδια θα προβάλλει ως επιχείρημα το ελκυστικό περιβάλλον που δημιουργείται στην ανακάμπτουσα χώρα, ενώ θα δεσμευτεί ότι θα αναλάβει ο ίδιος την παράκαμψη όλων των τυχόν γραφειοκρατικών προβλημάτων. Το ερώτημα είναι αν ο πρωθυπουργός μπορεί να δεσμευτεί για την «κοινωνική ειρήνη» καθώς, με τη λαίλαπα της εφαρμογής των επερχόμενων μέτρων, αναμένεται σωρεία νέων κινητοποιήσεων.
Παράλληλα δεν λείπουν οι φωνές εντός του κόμματος, ακόμη και σε κυβερνητικό επίπεδο, που αφενός επικρίνουν τους χειρισμούς της κυβέρνησης έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου κάνουν κριτική για την ασκούμενη φορολογική πολιτική. Ενδεικτική είναι η χθεσινή τοποθέτηση του Κυρ. Μητσοτάκη. Μιλώντας (στο Real FM) ο βουλευτής της Ν.Δ. είπε πως «είναι αναγκαία μια ριζική επαναξιολόγηση της φορολογικής πολιτικής της κυβέρνησης. Διότι από τη στιγμή που όλοι έχουμε αναγνωρίσει, με πρώτο το ΔΝΤ, ότι κάτι πήγε λάθος στο μίγμα της πολιτικής το οποίο εφαρμόσαμε, οφείλουμε να εξετάσουμε και τρόπους με τους οποίους αυτό το σφάλμα μπορεί να διορθωθεί».
* Στο μεταξύ χθες το απόγευμα οι υπουργοί Οικονομικών Γ. Στουρνάρας και Ανάπτυξης Κ. Χατζηδάκης αποφάσισαν μετά από σύσκεψη να αναθέσουν στο ΚΕΠΕ και το ΙΟΒΕ μελέτη για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας με ορίζοντα το 2020 και τους κλάδους που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τους ταγούς της προσπάθειας. Η μελέτη θα παραδοθεί εντός έξι μηνών.