04/05/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΝΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ

Αμα φοβάσαι, δεν κάνεις για την τέχνη

Ο χαμηλών τόνων ταλαντούχος ηθοποιός ξεχώρισε για άλλη μια φορά παίζοντας τον κακό της υπόθεσης. Κέρδισε βραβείο β´ ανδρικού ρόλου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου για τη συμμετοχή του στην ταινία του Γιώργου Σερβετά «Να κάθεσαι και να κοιτάς». Πίσω όμως από τα βραβεία και τις τελετές, υπάρχει η σκληρή δουλειά και ζωή ενός.
      Pin It

Ο χαμηλών τόνων ταλαντούχος ηθοποιός ξεχώρισε για άλλη μια φορά παίζοντας τον κακό της υπόθεσης. Κέρδισε βραβείο β´ ανδρικού ρόλου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου για τη συμμετοχή του στην ταινία του Γιώργου Σερβετά «Να κάθεσαι και να κοιτάς». Πίσω όμως από τα βραβεία και τις τελετές, υπάρχει η σκληρή δουλειά και ζωή ενός καλλιτέχνη, που δεν εντάσσεται εύκολα πουθενά και σιχαίνεται το «δήθεν»

 

Της Βένας Γεωργακοπούλου

 

ΝΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣΠροσπαθώ να αποφύγω την πρώτη φράση που μου ‘ρχεται στο μυαλό για να αρχίσω αυτήν τη συνέντευξη με έναν από τους ηθοποιούς που περισσότερο θαυμάζω. Να μη γράψω: «Ο Νίκος Γεωργάκης, δηλαδή ο “Λευτέρης Δημακόπουλος” του Περικλή Χούρσογλου, πάλι ξεχωρίζει και βραβεύεται με έναν κινηματογραφικό του ρόλο».

 

Θα πρέπει και τον ίδιο να ενοχλεί πια η μόνιμη αναφορά στη θριαμβευτική του είσοδο πριν από 22 χρόνια στον χώρο της τέχνης, δευτεροετής στη δραματική του Θεάτρου Τέχνης. Συμφωνεί μαζί μου. «Ε, λιγουλάκι με ενοχλεί. Εχουν περάσει τόσα χρόνια. Από την άλλη, είναι και συγκινητικό να σου λέει κάποιος στον δρόμο: “Μεγάλε, σε είχα δει στον Δημακόπουλο”…».

 

Λοιπόν, ο Νίκος Γεωργάκης είναι ένας από τούς βασικούς λόγους για να δείτε την ταινία του Γιώργου Σερβετά «Να κάθεσαι και να κοιτάς». Είναι ο κακός της υπόθεσης, ο Νώντας. Βίαιος, σιχαμένος, φαλλοκράτης και τραμπούκος, αναγκάζει τη δυναμική, έτσι κι αλλιώς, ηρωίδα της ταινίας να τα βάλει με την υποκρισία και ανομία μικρής επαρχιακής πόλης. Χάρισε και σ’ αυτόν πριν από λίγες μέρες το βραβείο β′ ανδρικού ρόλου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Είχε ξαναβραβευτεί για ένα ανάλογο καθικάκι στη «Λιούμπη» της Λάγιας Λιούργου.

 

«Δηλαδή, να παίζω μόνο ρόλους κακού;», λέει και γελάει. «Εχουν ζουμί αυτοί οι ρόλοι. Χρειάζονται δουλειά. Σε ζορίζουν να καταλάβεις τι πρόβλημα βαράνε, γιατί φέρονται τόσο άσχημα». Είναι χαρούμενος για το βραβείο («το έμαθα και live, μέσα στην αίθουσα»), αλλά και ειλικρινής. «Νιώθω ριγμένος στα βραβεία. Στον “Λευτέρη Δημακόπουλο” δώσανε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το βραβείο στον Ακη Σακελλαρίου, γιατί, όπως μου είπε τότε μέλος της επιτροπής, η δικιά μας ταινία είχε πάρει πολλά, κι εγώ ήμουνα μικρός, είχα καιρό μπροστά μου. Στους “Απόντες” του Γραμματικού, πάλι, μας έδωσαν βραβείο β′ ρόλου σε έξι ηθοποιούς μαζί! Στην Ελλάδα, όμως, γίνεται και κάτι άλλο. Παίρνεις βραβείο και κάνεις 6-8 μήνες να δουλέψεις».

 

Δεν μοιάζει με τους άλλους ηθοποιούς της γενιάς του ο Νίκος Γεωργάκης. Είναι δύσκολος στα πολλά λόγια, δεν εντάχθηκε ποτέ σε ομάδες, δεν παριστάνει τον κουλτουριάρη, έχει κάτι το μοναχικό και το… αντιεπικοινωνιακό. Η καριέρα του είχε τα πάνω και τα κάτω της. Κι ας έπαιρνε εξαιρετικές κριτικές στο θέατρο όταν έπαιζε, κι ας τον ήθελαν οι κινηματογραφιστές.

 

«Σε τι ομάδα να ενταχθώ;», μου λέει. «Δεν τα πήγα καλά με όλους τους σκηνοθέτες. Ειδικά οι διάσημοι θέλουν αυλή γύρω τους. Και οι ταλαντούχοι, όχι μόνο τα ψώνια. Κι εγώ δεν μπορώ να λέω: “Ναι, ναι”. Οταν διαφωνώ, θα πω: “Οχι, γιατί το λες αυτό;”. Από την άλλη, αρκετές φορές και στο θέατρο και στο σινεμά έχω νιώσει ότι θέλω βοήθεια από τον σκηνοθέτη, κάποιον να με ξεμπλοκάρει, και δεν την βρήκα».

 

Η φετινή χρονιά μοιάζει ιδιαίτερα καλή γι’ αυτόν. Με τον Κιμούλη στο θέατρο, στον «Επιστάτη» του Πίντερ, αλλά και σε μια μικρή παράσταση του Πάνου Κορώνη με ένα από αυτά τα περίεργα κείμενα του Ευθύμη Φιλίππου, σεναριογράφου του Λάνθιμου («Κάποιος μιλάει μόνος του κρατώντας ένα ποτήρι γάλα»). Και τώρα το βραβείο και η ταινία του Σερβετά στις αίθουσες. Συγχρόνως, όμως, ναυάγησε και μια παράσταση του Φεστιβάλ Αθηνών, στην οποία συμμετείχε. Δεν κρύβει την απογοήτευσή του που έμειναν τόσοι ηθοποιοί άνεργοι, «δέκα μέρες πριν αρχίσουν πρόβες». «Ετσι είναι αυτή η δουλειά. Αμα φοβάσαι, δεν κάνεις για την τέχνη», σχολιάζει. «Το κακό στην Ελλάδα είναι ότι δεν υπάρχει σινεμά».

 

Και όλες αυτές οι νέες ταινίες, που διακρίνονται και ταξιδεύουν έξω; Ξεχνάει ότι το «Να κάθεσαι και να κοιτάς» του πρωτοεμφανιζόμενου Σερβετά ξεκίνησε την πορεία του από Τορόντο και Βερολίνο; «Γίνονται ταινίες, δεν λέω, αλλά βίντεο, τσάμπα, χωρίς πολύ καλά σενάρια. Από την άλλη, ναι, είναι καλό που ακούγεται το σινεμά μας έξω. Λες να μας λυπούνται που έχουμε κρίση; Ελπίζω όχι. Δεν τις έχω δει και όλες τις νέες ταινίες, αλλά μου άρεσε πολύ η “Στρέλλα” του Κούτρα, και αυτή η κοπέλα, η Μίνα Ορφανού, τέλεια. Της το είπα και στην τελετή της Ακαδημίας, “μεγάλη ερμηνεία, κορίτσι μου”. Γενικά, στην τέχνη δεν μπορώ το fake. Γι’ αυτό μου αρέσει ο Σερβετάς, είναι ορίτζιναλ. Σαν άνθρωπος δύσκολος, αλλά σαν σκηνοθέτης έχει πράγμα. Βλέπεις στην ταινία του πολλά, και την κρίση, και αναγωγές σε αρχαίους μύθους (της Αντιγόνης), και έχει κάνει και καταπληκτική δουλειά με χώρους και πλάνα. Λίγο πιο γρήγορο μοντάζ να είχε…»

 

Το θέατρο πονάει

 

Το σινεμά είναι φανερό ότι παραμένει η μεγάλη του αγάπη. «Μα εγώ για το σινεμά έγινα ηθοποιός. Δεν έβλεπα θέατρο, ταινίες έβλεπα και έμπαινα μέσα στην εικόνα και έλεγα: “Μπορώ κι εγώ να το κάνω αυτό”. Αλλά πώς τα φέρνει τα πράγματα η ζωή. Εκεί που μετά το γυμνάσιο ψαχνόμουνα και έκανα κλασική κιθάρα και έτρεχα σε διάφορα σεμινάρια (ψυχολογίας και τέτοια), πήγα και σε ένα θεατρικό και μου άρεσε. Κι όταν έμαθα ότι οι ηθοποιοί που θαύμαζα, ο Λογοθέτης, ο Μιχαλακόπουλος, είχαν βγάλει τη δραματική του Θεάτρου Τέχνης, είπα εκεί θα πάω κι εγώ να δώσω. Με πήραν. Στο β′ έτος ήρθε ο Χούρσογλου σε μια παράσταση στη Φρυνίχου (στον “Γάμο” του Γκομπρόβιτς, τι ωραίος συγγραφέας), που έπαιζα, με είδε, και να σου ο Δημακόπουλος…»

 

Το θέατρο τι είναι άραγε γι’ αυτόν; «Μεροκάματο. Με την καλή έννοια, βέβαια. Είναι η δουλειά μου και προσπαθώ να την κάνω όσο το δυνατόν καλύτερα. Το ευχαριστιέμαι το θέατρο, αλλά πονάει περισσότερο. Σου φεύγει η ψυχή κάθε μέρα. Εχει κάτι το βαρύ. Τι να πω; Γίνετε όλοι ηθοποιοί; Αυτή η δουλειά δεν πληρώνεται με τίποτα. ´Η σου δίνει πάρα πολλά ή τίποτα».

 

Η διαφήμιση, όμως, και πληρώνεται και τον έκανε εν μια νυκτί διάσημο. Ποιος θα ξεχάσει το άλλο, κωμικό, τρισχαριτωμένο πρόσωπο του Νίκου Γεωργάκη, σε σποτάκι της Cosmote, να μανιπουλάρει ωραίες τουρίστριες με τα φριχτά γαλλικά του; «Δεν θα την έκανα αν δεν ήταν τόσο καλό το σενάριο και αν με τον σκηνοθέτη της, τον Πάνο Κορώνη, δεν ήταν love at first sight. Οταν η Cosmote δεν με ήθελε, ξεκαθάρισε: “ή αυτός ο ηθοποιός ή δεν την κάνω”. Πώς να μην πας μετά τρέχοντας;».

 

*INFO: Το «Να κάθεσαι και να κοιτάς» προβάλλεται σε «Δαναό» και «Κηφισιά Cinemax» από τη Feelgood Entertainment.

 

[email protected]

 

Scroll to top