Rixardos-Papa-Aglaia

12/05/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

«ΡΙΧΑΡΔΟΣ ΙΙ», ΒΥΡΣΟΔΕΨΕΙΟ

Το στέμμα φτιάχνει τον τύραννο

Η Ελλη Παπακωνσταντίνου αντιμετωπίζει τον κεντρικό, κακό χαρακτήρα του σεξπιρικού έργου με ευμένεια. Ο Ριχάρδος εκπίπτει μεγαλυνόμενος, καθώς γονατίζει κερδίζει σε ύψος. Είναι μια πολιτική παράσταση-έκπληξη, που παραμένει, όμως, γνήσιος Σέξπιρ.
      Pin It

Η Ελλη Παπακωνσταντίνου αντιμετωπίζει τον κεντρικό, κακό χαρακτήρα του σεξπιρικού έργου με ευμένεια. Ο Ριχάρδος εκπίπτει μεγαλυνόμενος, καθώς γονατίζει κερδίζει σε ύψος. Είναι μια πολιτική παράσταση-έκπληξη, που παραμένει, όμως, γνήσιος Σέξπιρ

 

Του Γρηγόρη Ιωαννίδη
Είναι αληθινά εντυπωσιακό: Τελειώνει ο «Ριχάρδος ΙΙ» στο Βυρσοδεψείο και έχεις την πεποίθηση πως δεν συμμετείχες σε μία αλλά σε πέντε παραστάσεις· τόση είναι η θεατρικότητα που σε έχει κατακλύσει στο μεταξύ, η ποσότητα των ευρημάτων, οι εναλλαγές ύφους και οι επάλληλες κλιμακώσεις και αποκλιμακώσεις των σκηνών. Είναι ο δεύτερος Σέξπιρ της φετινής περιόδου που καταφέρνει να θέσει το θέατρό μας προ εκπλήξεως. Με τα πιο γυμνά και πρωταρχικά υλικά, με ελάχιστα σχετικά μέσα και με κυριαρχική την παρουσία του ηθοποιού ως παράγοντα μεταμόρφωσης και αφήγησης, ο «Ριχάρδος» μετά τον «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» έρχεται να μας αφήσει εξίσου άναυδους και γοητευμένους με τη βαρύτητα της ελαφράδας του. Εχω δε την εντύπωση πως αυτή η οξύμωρη διαπίστωση βρίσκεται στο κέντρο κάθε επιτυχίας περί Σέξπιρ.

 

ΑΓΛΑΪΑ ΠΑΠΠΑ ΣΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΟΥ "ΡΙΧΑΡΔΟΥ ΙΙ"Απ’ ό,τι γνωρίζω, η παράσταση έχει ήδη εκτιμηθεί ιδιαίτερα σαν πολιτική περφόρμανς. Και είναι γεγονός πως η επιλογή του έργου (που είναι από τα πιο σπάνια στο δραματολόγιό μας), όσο και το ίδιο το ανέβασμα στο Βυρσοδεψείο ρίχνουν βάρος στην κριτική της εξουσίας, αγγίζοντας επίκαιρα και πολύ γνώριμα στοιχεία της περιρρέουσας πολιτικής σκηνής. Δεν θα διαφωνούσα διόλου· θα προσέθετα εντούτοις κάτι. Ο «Ριχάρδος» είναι ακόμα μια πολιτική παράσταση που με τον δικό της τρόπο παραμένει απόλυτα πιστή στον Σέξπιρ. Κι ας αποδίδεται το έργο των τριάντα τόσων ρόλων από μόνο τέσσερις ηθοποιούς, σε ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι αλλαγής και αλληλοκάλυψης. Τα πάντα μπορούν να χρησιμοποιηθούν εφόσον εξυπηρετούν τον σκοπό, που δεν είναι άλλος αρχικά από τη γοητεία της σκηνής. Και όλα μετά ρίχνονται από κοινού στην πυρά, καίγονται όπως κάτι που πρέπει να διατηρείται μέσα μας σαν βίωμα άγριο και καθαρτικό. Δεν είναι αυτό γνήσιος Σέξπιρ;

 

Αυτό το στοιχείο ωμής θεατρικότητας δένεται στο Βυρσοδεψείο με τον πολιτικό λόγο περί εξουσίας και διαφθοράς. Παρατήρηση πολιτική: Σημασία δεν έχει το ποιος είναι κάθε φορά ο Ριχάρδος, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ή το αληθινό του ήθος. Γιατί αυτό το τελευταίο καθορίζεται από τη σκευή που εγκλωβίζει το πρόσωπο και το φυλακίζει. Ουσιαστικά το στέμμα δεν είναι παρά μια μάσκα-κλουβί. Είναι το στέμμα που φτιάχνει τον Ριχάρδο, όχι το αντίθετο. Η εξουσία τρώει το πρόσωπο του ήρωα απ’ έξω προς τα μέσα.

 

Ωραίο σχόλιο. Αλλά κάπως παράδοξο για το συγκεκριμένο έργο του Σέξπιρ, από τα πιο ευμενή ίσως απέναντι στον κεντρικό, κακό, χαρακτήρα του. Ο Ριχάρδος ξεκινάει αληθινά σαν χαλκείο της εξουσίας, φιλάργυρος και μανιακός με τη χρήση της. Απλώνεται όμως σε όλο το έργο μια σκιά αμφιβολίας που οδηγεί σε μια τρίτη διάσταση, στην ηθική ενός προσώπου που μπορεί να αλλάξει με τις συνθήκες. Και αληθινά είναι η πρώτη φανέρωση στον Σέξπιρ ενός από τα πιο θαυμαστά γνωρίσματά του: ο Ριχάρδος είναι ο πρώτος που εκπίπτει μεγαλυνόμενος. Καθώς γονατίζει κερδίζει σε ύψος. Και στο τέλος μοιάζει να κατέχει την πολύτιμη εκείνη γνώση, που δεν κατακτιέται παρά με την ήττα, την πτώση και την πικρή διάψευση.

 

Η επιτυχία της παράστασης νομίζω ότι έγκειται σε αυτό: πως μεταμορφώνεται από μια σχεδόν μπουφόνικη απεικόνιση του Κακού, από ένα άγριο βαριετέ τεράτων σε μια λυρική τραγωδία με υπόσταση, σημασία, βάρος: από το τι έκανε εκείνος, στο τι έπαθε αυτός. Είναι μια μετάβαση που καθορίζει εν συντομία τον Σέξπιρ της περιόδου, ο οποίος αρχίζει (κατά σύμπτωση μαζί με το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα») να ωριμάζει στον λυρισμό και την ιστορική του σκέψη.

 

Η διαδικασία αυτή της ωρίμανσης μας αγγίζει στο Βυρσοδεψείο όλους: ρόλους, ηθοποιούς και θεατές. Μετακινούμαστε· αυτό έχει σημασία: μετακινούμαστε. Οταν ο κακός της υπόθεσης πέφτει χαμηλά, δεν μας περιμένει παρά η επιβεβαίωση της μακιαβελικής ρήσης: «Ο λαός δεν έχει μνήμη, έχει λήθη». Και αυτή την περίφημη κρίση αυτογνωσίας του έκπτωτου Ριχάρδου στο τέλος, την ακούμε μέσα στο βουητό μιας νέας εξουσίας, που σκαρφαλώνει από τον ίδιο δρόμο που κατηφόρισε η προηγούμενη. Εχουμε συνηθίσει το πολιτικό θέατρο να εκβάλλει στην πραγματικότητα. Εδώ συμβαίνει το αντίθετο: είναι η πραγματικότητα που απορροφάται από το θέατρο. Ξεκινάμε να διαβάζουμε τον Σέξπιρ μέσα από τους συγχρόνους μας. Και στο τέλος διαβάζουμε τους συγχρόνους μας μέσα από τον Σέξπιρ.

 

Η Ελλη Παπακωνσταντίνου έχει βέβαια ένα τρομερό εργαλείο στα χέρια της, για το οποίο θα τη φθονούν, φαντάζομαι, πολλοί: το Βυρσοδεψείο. Ενας χώρος ανοιχτός και άγραφος, μεγάλος και κινητικός. Χώρος που κάνει το κοινό να νιώσει την παράσταση σαν εμπειρία, περιπέτεια και ρίσκο. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Η παράσταση του «Ριχάρδου» αποτελεί σπουδή στον τρόπο με τον οποίο το παστίς, η εναλλαγή του ύφους, το παλίμψηστο και η αλληλοδιείσδυση μιας τέχνης μέσα στην άλλη γίνονται μοχλός σημασίας για το θέατρο.

 

Ολα τα άλλα στη σκηνοθεσία είναι, επαναλαμβάνω, καθαρός Σέξπιρ. Που ενέχει το ροκ και τον άγριο λυρισμό, την αποσπασματικότητα, την περισπούδαστη βιαιότητα, τη ρητορική, τη σκέδαση σε πολλά, το κράτημα, ακόμη και το χιούμορ και το ξάφνιασμα. Ολα αυτά δεν οδηγούν στον Σέξπιρ: από αυτόν εκκινούν. Το τελευταίο μάλιστα ημίωρο της παράστασης -μετά την εκπληκτική ιδέα της μετακίνησης των θεατών από τους ηθοποιούς σε άλλο χώρο (και σε άλλο επίπεδο)- είναι από τις καλύτερες στιγμές του θεάτρου μας τα τελευταία χρόνια.

 

Ο ίδιος ο θίασος είναι σπάνια περίπτωση ετερόκλητης ομοιογένειας. Δεν μπορώ να κρύψω τον έπαινό μου για την Αγλαΐα Παππά –ξέρω πως παραβαίνω έτσι μια από τις συνθήκες συλλογικότητας του εγχειρήματος. Αλλά –Σέξπιρ είναι αυτός– πώς να παραβλέψω τη σπουδαία στιγμή ερμηνείας, όταν τη βλέπω; Ο Ηλίας Μελέτης είναι ξεχωριστός: δημιουργεί το περίγραμμα του ρόλου και αφήνει σε εμάς το γέμισμά του. Ο Adrian Frieling προσφέρει στο έργο το απαραίτητο ξένισμα, το πείσμα του θεάτρου να κρατηθεί στον αφρό της κωμωδίας. Και, τέλος, σαν βοηθός και κράτημα σπουδαίο στα διάφορα μέρη της παράστασης, η Βάλια Παπαχρήστου.

 

Scroll to top