Olme-diadilosi

13/05/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Στην απεργία η συνείδηση ανθίζει σαν λουλούδι

Ηταν ένας από τους μεγαλύτερους απεργιακούς αγώνες του 2013. Κράτησε 3 μήνες και έληξε αποσπώντας υποσχέσεις από τον υπουργό Παιδείας για απορρόφηση αρκετών εκ των «διαθεσίμων» μέσω της δια-ιδρυματικής κινητικότητας.
      Pin It

Ερευνα φοιτητών του Πανεπιστήμιου Κρήτης δείχνει ότι ο τρίμηνος αγώνας των διοικητικών διεύρυνε τους ορίζοντές τους, επιφέροντας σχέσεις αλληλεγγύης και ψυχική ισορροπία

 


Ηταν ένας από τους μεγαλύτερους απεργιακούς αγώνες του 2013. Κράτησε 3 μήνες και έληξε αποσπώντας υποσχέσεις από τον υπουργό Παιδείας για απορρόφηση αρκετών εκ των «διαθεσίμων» μέσω της δια-ιδρυματικής κινητικότητας. Στις 24 Μαΐου εκπνέει το οκτάμηνο της διαθεσιμότητας και απολύονται οι πρώτοι διοικητικοί υπάλληλοι Ανώτατων Ιδρυμάτων. Θα ακολουθήσουν κατά κύματα οι απολύσεις. Με δεδομένη, πια, την αθέτηση των υποσχέσεων από την πλευρά του Κ. Αρβανιτόπουλου, οι διοικητικοί ξεκινούν σήμερα 48ωρη απεργία. Δύο φοιτητές του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, στο πλαίσιο ενός εργαστηρίου, εκπόνησαν μια έρευνα για τον προηγούμενο απεργιακό αγώνα παίρνοντας συνεντεύξεις από διοικητικούς του Ιδρύματός τους και κατέληξαν σε μερικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα.

 

Των Δανάης Λαζάρου, Νίκου Χριστοδουλάκη

 

Η ελληνική κοινωνία έχει δει αρκετές απεργίες τα τελευταία χρόνια. Βρισκόμαστε, εμείς που παρατηρούμε απ’ έξω, πολλές φορές αντιμέτωποι μονάχα με την αριθμητική του ζητήματος: τόσοι απήργησαν – τόσοι απείχαν. Ή ασχολούμαστε μονάχα με τους συσχετισμούς που υπάρχουν σε κάθε σωματείο: τόσο τοις εκατό ΠΑΣΚΕ, τόσο ΔΑΚΕ και ούτω καθεξής. Δεν βλέπουμε όμως το τι σκέφτονται οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, πώς πλαισιώνουν τις αποφάσεις τους, πώς τις νοηματοδούν. Ή, από την άλλη, τι φοβούνται, τι ελπίζουν, με τι καταπιάνονται και με τι όχι.

 

Εμείς λοιπόν, μια ομάδα δύο φοιτητών από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, αποφασίσαμε να ερευνήσουμε, στο πλαίσιο ενός εργαστηρίου στο Τμήμα Ψυχολογίας του Ρεθύμνου, ακριβώς αυτό. Τι σκέφτονται οι εργαζόμενοι για την απεργία τους, πώς τη βιώνουν αυτή καθεαυτή και σε σχέση με άλλους ρόλους που έχουν, όπως για παράδειγμα του οικογενειάρχη; Πώς έβλεπαν πριν και μετά την απεργία την κοινωνία; Πώς ήταν, μετά από χρόνια προσφοράς στη Δημόσια Εκπαίδευση και στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, να δέχονται την απόφαση για τη διαθεσιμότητα;

 

Την πρώτη μας θεματική την ονομάσαμε «Λουλούδι», διότι ανακαλύψαμε στα λεγόμενα των συνεντευξιαζόμενων το πώς η νέα συνείδηση που γεννήθηκε είχε την αρχή της – τον σπόρο, την ανάπτυξή της και την ωρίμανσή της, τη συνειδητοποίηση των αλλαγών σε σκέψεις και απόψεις που δεν είχαν να κάνουν απαραιτήτως με τον απεργιακό αγώνα και τον συνδικαλισμό. Παρατηρήσαμε δηλαδή όχι απλώς μια ταύτιση των απόψεων, αλλά και μια κοινή ανάπτυξη–άνθιση και μετεξέλιξη των αντιλήψεων.

 

Στη θεματική «Λουλούδι», όπως βγαίνει από τις συνεντεύξεις, η έλλειψη διαφοροποίησης σε σχέση με τους στόχους του απεργιακού αγώνα, η ενιαιότητα σε σχέση με το τι συμβαίνει και το τι πρέπει να γίνει συνετέλεσε κομβικά ώστε να ξεπεραστεί η ατομικότητα και να αρχίσουν να σκέφτονται ως «εμείς». «Το νιώθαμε, έβγαινε πηγαία από μέσα μας… να μη φύγει κανείς, γιατί δεν περισσεύει κανείς».

 

Οι απεργοί διοικητικοί υπάλληλοι δεν απεργούσαν μονάχα για το δικαίωμά τους στη δουλειά. Απεργούσαν και ενάντια σε μια διαθεσιμότητα που καταργούσε το δικαίωμα στη δημόσια και δωρεάν Παιδεία. Διότι ήταν σαφές για όλους τους συνεντευξιαζόμενους ότι η διαθεσιμότητα οδηγούσε σε υπονόμευση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με σκοπό την ενίσχυση των ιδιωτικών κολεγίων. Οπως μας λέει ο Χ.: «Η διαθεσιμότητα ήταν μια μνημονιακή υποχρέωση. Επί της ουσίας δεν είχε και δεν έχει από τα ίδια τα πράγματα, κατ’ εμέ τουλάχιστον, στόχο την ποιοτική αναβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών, διότι τελικά δεν τις αναβαθμίζει αλλά τις διαλύει».

 

Ανοιξαν τα μάτια

 

Η αδυναμία ατομικής αντιμετώπισης του προβλήματος, από τη στιγμή που η ατομική διεκδίκηση της παραμονής στη θέση αντικειμενικά δεν υπήρχε, οδήγησε τους εργαζομένους στο πεδίο της συνδικαλιστικής πάλης, πυκνώνοντας το σωματείο τους. «Επειδή η ίδια η πραγματικότητα σε βίαζε, σε έσπρωχνε στο να σκεφτείς και ευρύτερα πράγματα, δεν μπορούσες να κατανοήσεις αυτό που συμβαίνει, δεν μπορούσες να το καταλάβεις αν δεν άνοιγες και τη ματιά σου στα πολιτικά ζητήματα, στην πολιτική προσέγγιση της όλης υπόθεσης».

 

Για τους εργαζομένους στο Πανεπιστήμιο, η απεργία τούς έδωσε τη δυνατότητα να ανοίξουν τα μάτια τους στην πραγματικότητα όπως αυτή ήταν. Η διαδικασία αυτή τους γέμιζε με ενθουσιασμό, καθώς μέσα από αυτήν την αλλαγή μετασχηματίζονταν και οι ίδιες οι σχέσεις τους, καταλήγοντας μάλιστα στο συμπέρασμα ότι είναι παραλογισμός να μην αντιδρά κάποιος συλλογικά.

 

Από συνάδελφοι έγιναν συναγωνιστές. Από τη στιγμή εκείνη οι ανάγκες τους, οι σκέψεις τους και οι δράσεις τους ιεραρχήθηκαν ταχύτατα προς τον σκοπό της συλλογικής πάλης. Το σωματείο έγινε δεύτερη οικογένεια για αυτούς, όπως μας είπαν, και απέκτησε χαρακτηριστικά ζωντανού οργανισμού, αποκτώντας εσωτερικό καταμερισμό της εργασίας: «Ξαφνικά μετατράπηκε μέσα σε ελάχιστο χρόνο σε μια σχέση αλληλεγγύης για αρκετούς.

 

»Και άρχισε αυτό να καλλιεργείται από τη στιγμή που άρχισαν να γίνονται και απεργίες. Και κατανοούσαμε ο ένας τον άλλον και κατανοούσαμε τις δυνατότητες του καθενός για απεργία. Να μοιραζόμαστε τις απεργίες. Κάποιοι που βρίσκονταν σε ακόμα χειρότερη θέση οικονομικά. Να προσπαθείς να τους βοηθάς ή να προσπαθείς να μην τους δημιουργείς προβλήματα ή να απεργείς εσύ για αυτούς». Αλλος συνεντευξιαζόμενος μας είπε: «Αν λείπεις εσύ, θα λείπει το άλλο μου μισό».

 

Βλέπουμε μέσω αυτών των αποσπασμάτων ότι οι απεργοί διοικητικοί εισήλθαν σε μια διαδικασία ριζικού μετασχηματισμού των συνειδήσεών τους. Περιγράφουν μάλιστα αυτή την αλλαγή ως Προ Διαθεσιμότητας και Μετά Διαθεσιμότητα. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η αλλαγή αγκάλιασε όλες τις πλευρές της ζωής τους, τις απόψεις τους. Για παράδειγμα, άλλαξε ριζικά το πώς έβλεπαν την κοινωνία. Χαρακτηριστικά, «δεν υπάρχει σπίτι πια που να μην έχει έναν απολυμένο, έναν άνεργο, και αυτό δείχνει το μέγεθος του προβλήματος που βιώνει όλη η κοινωνία, όλοι οι εργαζόμενοι». Επίσης «το θέμα είναι ότι βαράνε κομμάτια κομμάτια της κοινωνίας και αυτό είναι μια πολιτική που την έχουν, κάποιος την καθοδηγεί».

 

Πηγή αισιοδοξίας

 

Παρατηρούμε μέσα από αυτά τα αποσπάσματα ότι η έννοια της κοινωνίας γι’ αυτούς δεν είναι το σύνολο του κοινωνικού ιστού, αλλά οι εργαζόμενοι, οι καταπιεσμένοι.

 

Η κοινωνία γι’ αυτούς έπαψε να είναι ένας ουδέτερος όρος προσδιορισμού του εξωτερικού, καθώς θα πρέπει «να αρχίσει να καλλιεργείται μια πραγματική συλλογικότητα που θα ενώνει όλους αυτούς τους ανθρώπους». Παρόμοιες αλλαγές παρατηρήσαμε επίσης στην έννοια του «πολίτη».

 

Το σπουδαιότερο εύρημα της έρευνας, κατά τη γνώμη μας, είναι η θεματική «Η πολιτική ως πηγή αισιοδοξίας». Για τους απεργούς αγωνιστές, η πράξη της διεκδίκησης της ζωής τους με τον πιο συγκεκριμένο και ελπιδοφόρο τρόπο, ακόμη και μέσα σε μια κατάσταση επικείμενης απόλυσης, ήταν γι’ αυτούς μια ψυχοθεραπευτική διεργασία, διαδικασία «κάθαρσης» από τους φόβους και τις ανησυχίες. Με τα λόγια των ιδίων: «Εγώ λοιπόν το κάνω για να μην πέσω σε κατάθλιψη, είναι πολύ απλό! Αμα συμμετέχεις, φωνάζεις, διεκδικείς, κάνεις, είσαι σε μια κατάσταση ζώσα, πώς να το πω… δράσης. Μετά τι θα κάνεις; Θα πας να κάτσεις στο σπίτι να κρατάς το κεφάλι σου, δηλαδή να το κοπανάς στον τοίχο! Οπότε νομίζω ότι, ναι, είναι αντικαταθλιπτικό!»

 

«Είμαστε όλοι μαζί»

 

«Και έβλεπα και άλλα προβλήματα του σπιτιού μας, άλλες δυσκολίες, οικονομικές… τα έβλεπα αισιόδοξα. Δηλαδή ήταν ψυχοθεραπεία. Ηταν μια απ’ τις πιο δύσκολες αλλά και απ’ τις πιο ωραίες περιόδους της ζωής μου, τα τελευταία χρόνια… ανοιχτήκαμε… ό,τι φέρνει κοντά τους ανθρώπους σίγουρα είναι κέρδος».

 

«Στο σπίτι ένιωθες μόνο εσύ και κανένας άλλος, ενώ εδώ αισθανόσουν ότι έχεις κάποιους ανθρώπους οι οποίοι ακόμα και με ένα χτύπημα στην πλάτη ή ένα κοίταγμα αισθανόσουν ότι είμαστε και άλλοι μαζί».

 

Για εμάς, ένα από τα σπουδαιότερα μαθήματα είναι ότι η ψυχοθεραπεία δεν θα έπρεπε οπωσδήποτε να είναι προσανατολισμένη στην επίλυση των διαφόρων ελλείψεων, ζητημάτων κοινωνικότητας, άγχους, φόβου, κατάθλιψης και όλα τα αναρίθμητα προβλήματα που μπορεί να εμφανίσει ένας άνθρωπος. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η καλύτερη ψυχοθεραπεία είναι να αγωνίζεται κάποιος για τη διεκδίκηση της ζωής που του στερούν. Στην πράξη ατσαλώνεται ο νέος άνθρωπος της συλλογικότητας, παραμερίζοντας στο διάβα του τον ατομικισμό και τα διάφορα προβλήματα που δημιουργεί στις σχέσεις του με την κοινωνία. Αν διδαχθούμε από τον αγώνα των διοικητικών, έχουμε πολλά να μάθουμε. Αν τον αφήσουμε πίσω, είμαστε καταδικασμένοι να χάσουμε τον καινούργιο κόσμο που είναι έτοιμος να γεννηθεί.

 

Scroll to top