Pin It

Η βραβευμένη στις Κάνες ταινία «Μετά τη Λουτσία» από αύριο στις αίθουσες

 

Ο Μεξικανός σκηνοθέτης Μισέλ Φράνκο βυθίστηκε στην ψυχή των εφήβων και ξετρύπωσε τα τραγικά λάθη της κοινωνίας των ενηλίκων. Η νεαρή ηρωίδα του υφίσταται ψυχολογική και σωματική βία από τους συμμαθητές της, ένα κοινωνικό φαινόμενο που παίρνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις

 

Της Λήδας Γαλανού

 

Ο Μισέλ Φράνκο εμφανίστηκε στο περασμένο Φεστιβάλ Κανών με τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, το «Μετά τη Λουτσία», και όχι μόνο πήρε το πρώτο βραβείο στο Τμήμα «Ενα Κάποιο Βλέμμα», αλλά και ενίσχυσε την πίστη του κινηματογραφικού κόσμου και του κοινού στους σύγχρονους Λατινοαμερικανούς δημιουργούς. Γεννημένος στο Μεξικό, μοιάζει ικανός να ακολουθήσει τα βήματα άλλων σημαντικών συμπατριωτών του, από τον Κάρλος Ρεϊγάδας και το υπαρξιακό αφαιρετικό σινεμά του, μέχρι τον Αλφόνσο Κουαρόν και το σκοτεινό mainstream έργο του.

 

Το «Μετά τη Λουτσία», σε σενάριο και σκηνοθεσία δική του, παρακολουθεί την ιστορία της 16χρονης Αλεχάντρα, που εγκαθίσταται με τον πατέρα της σε μια νέα πόλη: εκείνος ξεκινά καινούργια δουλειά, εκείνη πηγαίνει σε καινούργιο σχολείο, κάνει νέες παρέες. Το παρελθόν που αφήνουν πίσω σκεπάζει τον επώδυνο θάνατο της μητέρας, της Λουτσία. Η Αλεχάντρα προσπαθεί να διαχειριστεί τη θλίψη και τη μοναξιά της, αλλά δυσκολεύεται να αντιδράσει όταν οι συμμαθητές της αρχίσουν να της ασκούν πρώτα ψυχολογική κι ύστερα σωματική βία.

 

-Ηταν πρόθεσή σας να κάνετε μια ταινία για το «bullying», για την εξάπλωση της βίας στα σχολεία, που απασχολεί κυρίως την αμερικανική κοινωνία, αλλά σιγά σιγά και άλλες χώρες;

 

«Το ξέρω ότι αυτό καταλήγει να είναι το κεντρικό αντικείμενο του φιλμ, αλλά η πρόθεσή μου ήταν να εξετάσω την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένας άνθρωπος που κυριεύεται από την απώλεια. Το πένθος, η κατάθλιψη ενός πατέρα, η αγάπη για τη μητέρα, ήταν στην καρδιά του προβληματισμού μου. Γι’ αυτό κι έδωσα αυτόν τον τίτλο στην ταινία».

 

-Τι αποκομίσατε από το ταξίδι σας στον κόσμο των σύγχρονων εφήβων;

 

«Αισθάνομαι ότι η δουλειά ενός σκηνοθέτη είναι στην πραγματικότητα η μελέτη καταστάσεων. Ανέκαθεν έβρισκα τρομερό ενδιαφέρον στους εφήβους κάθε γενιάς. Εφηβος είναι και ο κεντρικός ήρωας στην πρώτη μου ταινία, το «Daniel & Ana», που έκανα το 2009. Εγραψα τη «Λουτσία» στα τριάντα μου, όσο δηλαδή είμαι ακόμα αρκετά νέος και η διαδικασία ενηλικίωσής μου είναι ακόμα κοντινή, οικεία. Αποφάσισα να χρησιμοποιήσω στην ταινία την Τέσα (σ.σ. Τέσα Ια, η πρωταγωνίστρια), και τους πραγματικούς της φίλους, σαν ομάδα, γιατί μου φάνηκε ενδιαφέρον να «κλέψω», κατά κάποιον τρόπο, στοιχεία από την πραγματικότητά τους, τους εαυτούς τους» .

 

-Πώς δουλέψατε με τους ηθοποιούς; Υπήρχαν ιδιαίτερες προκλήσεις, μια και οι περισσότεροι είναι ερασιτέχνες;

 

«Με τον Χερνάν Μεντόζα, που υποδύεται τον πατέρα της Αλεχάντρα, δεν κάναμε ούτε μία πρόβα. Με τα παιδιά ήθελα να είμαι σίγουρος ότι μπορούν να σταθούν με φυσικότητα μπροστά στην κάμερα. Αλλά δεν ήθελα να κάνω πολλές πρόβες, σκοτώνουν τον αυθορμητισμό. Οπότε κάναμε κάποιες, αλλά κυρίως έτσι ώστε να μπορούν να είναι ψύχραιμα όταν ο φακός στεκόταν πάνω τους».

 

-Η ηρωίδα σας έχει έναν ιδιαίτερο συνδυασμό δυναμικότητας και απάθειας. Δουλεύοντας το σενάριο τι καταλάβατε για τα θύματα της σχολικής βίας, την ψυχολογία και τις αντιδράσεις τους;

 

«Η Αλεχάντρα στην πραγματικότητα είναι εξαιρετικά δυνατή κι αυτή η δύναμη είναι το λάθος της. Αν ήταν πιο αδύναμη ή ευάλωτη, θα ζητούσε οπωσδήποτε βοήθεια την πρώτη φορά που κάποιος τής συμπεριφέρθηκε βίαια. Το πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς στο ότι το παιδί θέλει να δείξει ένα δυνατό πρόσωπο ή ότι ο έφηβος ντρέπεται να μοιραστεί με τους γονείς ή τους μεγάλους την οποιαδήποτε απόκλιση από το «κανονικό». Κι έτσι κρατά αυτό που του συμβαίνει μυστικό και δεν ζητά βοήθεια».

 

-Η ταινία πραγματεύεται και την αυτοδικία. Ποια είναι η θέση σας πάνω σ’ αυτόν τον τρόπο αντίδρασης;

 

«Προσπαθώ να μην κρίνω τους ήρωές μου. Ούτε να επιδοκιμάζω ούτε ν’ απαξιώνω τις πράξεις τους, γιατί καθορίζονται από τη δική τους φύση και ψυχολογία. Παράλληλα φροντίζω να δίνω στοιχεία για την προσωπικότητά τους και την ψυχική κατάσταση στην οποία βρίσκονται σε κάθε στάδιο της ιστορίας, ώστε ακόμα κι αν δεν αποδεχόμαστε τις πράξεις τους, να μπορούμε να τις κατανοήσουμε. Είναι πάντως ενδιαφέρον να βλέπει κανείς την αντίδραση του κοινού σε σκηνές που παρουσιάζουν φιλοσοφικά διλήμματα, όπως είναι το θέμα της αυτοδικίας. Σε μια προβολή στο American Film Market, οι θεατές χειροκροτούσαν! Δεν μου είχε ξανατύχει κι ομολογώ ότι τρόμαξα κάπως. Αλλά είναι σημαντικό να γίνονται ταινίες, όπου οι ήρωες δεν είναι ούτε κακοί ούτε καλοί, απλώς ρεαλιστικοί. Η ταινία ελπίζω ότι απεικονίζει τη ζωή και στη ζωή είμαστε ικανοί για το χειρότερο. Είμαστε ικανοί να σκοτώσουμε. Ειδικά αν πιστεύουμε ότι δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε».

 

-Πόσο βοηθάει η συμμετοχή της ταινίας σ’ ένα μεγάλο Φεστιβάλ και, δη, η βράβευσή της;

 

«Εκείνο που μου έκανε έκπληξη στην πρώτη προβολή της στις Κάνες, ήταν ότι προκάλεσε συγκίνηση στο κοινό. Οταν είδα θεατές να κλαίνε –ακόμα και μέλη της κριτικής επιτροπής!– χάρηκα αφάνταστα, γιατί θεωρώ πολύ σημαντική τη συναισθηματική σύνδεση με την ταινία. Το βραβείο, φυσικά, βοηθάει να τραβήξεις την προσοχή, γιατί το να κάνεις ταινίες είναι δύσκολο παντού. Αλλά απολαμβάνω ακόμα περισσότερο το γεγονός ότι όταν η ταινία παίζεται στις αίθουσες, λειτουργεί καλά. Κι αυτό δεν είναι αποτέλεσμα του βραβείου».

 

-Το «Μετά τη Λουτσία» έχει κι ένα κοινωνικό μήνυμα. Τι θέλετε να προκαλέσετε στο μυαλό του θεατή;

 

«Βρίσκω τρομερά ενδιαφέρον το να βλέπουν την ταινία έφηβοι σε παρέες και μετά να συζητούν γι' αυτήν. Το ίδιο κι όταν μπορούν να την κουβεντιάσουν με τους γονείς τους. Στην Αμερική υπάρχουν ιστορίες εφηβικής βίας σαν αυτή του Κολουμπάιν. Στο Μεξικό δεν έχουμε ακόμα τέτοια περιστατικά. Αλλά ελπίζω ειλικρινά η ταινία να λειτουργήσει ενημερωτικά, ώστε να αποφύγουμε αυτές τις μεγάλες τραγωδίες».

 

ΙNFO: Βγαίνει αύριο στις αίθουσες

 

Scroll to top