Η πολιτική του φόβου βρίσκεται στο επίκεντρο της ρητορικής στην Ιταλία εν όψει των ευρωεκλογών και χρησιμοποιείται από τους πάντες: κυβέρνηση και αντιπολίτευση, με αιχμή τους μετανάστες.
Μόλις τον περασμένο μήνα ο υπουργός Εσωτερικών, Αντζελίνο Αλφάνο – «φυγάς» από το κόμμα του Μπερλουσκόνι και ηγέτης σήμερα δικής του κεντροδεξιάς πολιτικής ομάδας – διακήρυξε ότι «η Ιταλία υφίσταται την ισχυρή πίεση της μετανάστευσης», αφού «300.000 έως 600.000 μετανάστες είναι έτοιμοι να αποπλεύσουν από τις ακτές της Λιβύης». Καλλιεργώντας περαιτέρω αυτό το κλίμα φόβου για τους ανθρώπους χωρίς στον ήλιο μοίρα που ετοιμάζονται να εισβάλλουν στη χώρα, ο επικεφαλής της υπηρεσίας Μετανάστευσης και φύλαξης συνόρων, Τζιοβάνι Πίντο αρχικά ανέβασε τον αριθμό των μεταναστών που καραδοκούν από τη Λιβύη σε 800.000, και αργότερα παραδέχθηκε ότι αυτοί οι υπολογισμοί «δεν αποτελούν ακριβείς προβλέψεις», αλλά μόνο «μια πιθανή εκτίμηση των μελλοντικών μεταναστών».
Λίγο πιο δεξιά από το κόμμα του Μπερλουσκόνι, η ευρωβουλευτής Ιβα Ζανίτσι, μιλώντας για το προσφιλές θέμα, είπε πολύ γλαφυρά: «Θυμηθείτε αυτή τη λέξη: έμπολα. Έρχεται. Ναι, φίλοι μου είναι η χολέρα».
Στην άλλη άκρη του πολιτικού φάσματος, στο λαϊκίστικο Κίνημα των Πέντε Αστέρων, ο ηγέτης του Μπέπε Γκρίλο αποφάσισε και αυτός να παίξει το χαρτί της μετανάστευσης, όταν ισχυρίστηκε ότι: «Το πρόβλημα είναι αυτοί που έρχονται από τα ανατολικά… (με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία) έχει γίνει συμφωνία. Οι μεν Ρομά να έρχονται στην Ιταλία και οι δε ιταλικές εταιρείες θα ανοίγουν εκεί εργοστάσια».
Η ευρωπαϊκή διάσταση
Η εκμετάλλευση της «απειλής των ξένων μεταναστών» έχει κερδίσει πλέον μια μόνιμη θέση στη ρητορική των λαϊκιστικών κομμάτων, αλλά τώρα στην Ιταλία έχει εμφανιστεί και η ευρωπαϊκή διάσταση του θέματος. Τώρα πλέον Ιταλοί πολιτικοί παροτρύνουν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και όχι μόνο τις εθνικές κυβερνήσεις να κηρύξουν τον πόλεμο στην μετανάστευση, οχυρώνοντας τα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης.
Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες εξακολουθούν να αποτελούν «αποδιοπομπαίοι τράγοι», αλλά ο τελικός αποδέκτης του μηνύματος που φθάνει από τη Ρώμη έχει αλλάξει: είναι πλέον η ίδια η Ε.Ε. Οι επικριτές των Βρυξελλών έχουν πολλά επιχειρήματα. Από την μια πλευρά, οι πολιτικές για την μετανάστευση πρέπει να είναι ευρωπαϊκές, αφού τα ιταλικά σύνορα είναι και σύνορα της Ευρώπης και οι ξένοι που φθάνουν χωρίς χαρτιά δεν έχουν σκοπό να μείνουν στη χώρα αλλά να φθάσουν σε προορισμούς που μπορούν να τους εξασφαλίσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας ή εκεί που έχουν ήδη συγγενείς και φίλους. Και από την άλλη, το κόστος των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης στη θάλασσα είναι πολύ μεγάλο. Για παράδειγμα, το τρέχον πρόγραμμα «Mare Nostrum» στοιχίζει 9 εκατομμύρια τον μήνα.
Έτσι οι εκκλήσεις για μεγαλύτερη υποστήριξη – επιχειρησιακή και οικονομική – από την Ε.Ε. και το αίτημα προς τις άλλες χώρες μέλη να «μοιραστούν το βάρος», ακούγεται λογικό. Επιπλέον, όταν το μήνυμα που εισπράττουν οι Ιταλοί είναι ότι η Ε.Ε. φταίει για όλα, διευκολύνεται και η επίτευξη συναίνεσης.
Αυτή όμως η εκστρατεία εκφοβισμού με μοχλό τους μετανάστες, δεν λαμβάνει υπόψη της βασικά στοιχεία. Για παράδειγμα, ούτε ο Αλφάνο ούτε το Κίνημα του Γκρίλο ανέφεραν ποτέ ότι οι Βρυξέλλες έχουν ήδη μεταφέρει περισσότερα από 80 εκατομμύρια ευρώ στην Ιταλία για τη διαχείριση αυτής της κρίσης. Επίσης οι Ιταλοί πολιτικοί προτιμούν να αγνοούν αφενός ότι έχουν τη στήριξη της Frontex και αφετέρου ότι η χώρα τους με πληθυσμό 60 εκατομμυρίων φιλοξενεί 30.000 μετανάστες, ενώ η Σουηδία με πληθυσμό 9,5 εκατομμυρίων έχει δεχθεί πάνω από 50.000.
efsyn.gr