24/05/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος

      Pin It

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΡΗΣΤου Γιάννη Η. Χάρη

 

«…εδωρήσατο ημίν ζωήν την αιώνιον…» ανέβηκε αυτοσχεδιάζοντας στα ύψη, βράδυ Μεγάλης Παρασκευής, για δες, θαύμασα, σαν να μην είχε τσακίσει πριν ούτε στιγμή η φωνή! Για δες, είπα, και έδιωξα αμέσως τον ζοφώδη συνειρμό που γέννησε η συγκεκριμένη φράση.

 

Ηταν άλλωστε θεαματική η ανάκαμψη απ’ την αρρώστια του, την αρρώστια που θέλησε να τη διαχειριστεί μόνος του, και σου μιλούσε προϋποθέτοντας ότι ξέρεις, χωρίς όμως καμία ρητή αναφορά δική του: «Με τη βοήθεια του Θεού… καλά πάει» έλεγε, και καμάρωνε για τα κιλά που είχε χάσει, και «Δες, εγώ έβγαλα μαλλί», μου έδειξε τελευταία γελώντας το γεμάτο χνούδι κεφάλι του. Στο τέλος της ακολουθίας έλαμπε, όπως πάντα, σαν μικρό παιδί, με τα θερμά λόγια φίλων και γνωστών: «Ωραία ήταν, ε; άντε και του χρόνου» έλεγε, όμως το εξαίσιο σόλο και όλα τα «ωραία» ήταν, φαίνεται, η τελευταία αναλαμπή.

 

Αλλά έστω έτσι: έφυγε ορθός, πιστεύοντας ίσως πως το πήδηξε το χαντάκι, πως όλα ξαναρχίζαν όπως πριν, η φωνή, προπάντων η φωνή: «Πέρασε κι ένα κρύωμα που είχα, ευτυχώς δεν επηρέασε τη φωνή· αλλιώς, το διανοείσαι;» μου έλεγε στο τηλέφωνο, αρχές Μεγαλοβδομάδας. Μεγάλη Πέμπτη μόνο αξιώθηκα να πάω και Μεγάλη Παρασκευή, τα ’παμε λίγο μετά στο πόδι, τελευταία φορά που τον είδα, τα τελευταία λόγια που ανταλλάξαμε διά ζώσης, απ’ το τηλέφωνο μόνο μετά. Μετά, το τηλεφώνημα ενός φίλου, ότι δεν θα υπάρξει, ίδιο τουλάχιστον, «μετά».

 

Ωστε ήταν σημαδιακό το σόλο στο «ζωήν την αιώνιον»: έψαλε τον μέγα ύμνο του, τον μέγα πόθο και παράκλησή του, και έπειτα έσβησε· σίγουρος, πιστεύω, πως θα εισακουστεί, τόσα που έκανε, τόσα που έδωσε. Μακάρι, σκέφτηκα βέβηλα, να υπάρχει εκεί η αιώνια ζωή όπως την πίστευες, Λυκούργο, όμως εδώ σίγουρα θα την έχεις, με τόσο σπόρο που έσπειρες.

 

Η γερή σοδειά

 

Εφυγε ορθός, είπα, ο Λυκούργος. Περήφανος, πρέπει, και ευτυχής, για το τεράστιο ερευνητικό, διδακτικό, ερμηνευτικό, αλλά και συνθετικό έργο του. Ευτυχής, και χορτάτος πρέπει, καθώς έζησε πλούσια την αναγνώριση. Μαθητής του Σίμωνα Καρά, του ανθρώπου που επανασύνδεσε το κομμένο νήμα με την παλαιά παράδοση, διέδωσε τη μέθοδο του Δασκάλου μέσα από τα ωδεία, όπου ώς τότε η εκδυτικισμένη βυζαντινή διδασκόταν με πιάνο, έπειτα με τους μαθητές του, που εξαπλώθηκαν παντού, ακόμα και σε ξένες χώρες, όχι μόνο ψέλνοντας αλλά διδάσκοντας τώρα κι αυτοί, ιδρύοντας κι αυτοί χορωδίες, συνεχίζοντας την έρευνα.

 

Αφησε πλήθος ηχογραφήσεις με σπάνιους θησαυρούς, πολλούς άγνωστους πριν, της βυζαντινής μουσικής, αλλά και της αρχαίας ελληνικής, και του παλαιορωμαϊκού μέλους, ακόμα και της σύγχρονης μουσικής, σαν σολίστ, αλλά κυρίως με το ακριβότερο παιδί του, την Ελληνική Βυζαντινή Χορωδία. Με την οποία ταξίδεψε επί 36 χρόνια τη βυζαντινή μουσική σ’ ολόκληρο τον κόσμο, από την Ιταλία ώς τη Χιλή, από την Πολωνία ώς το Αζερμπαϊτζάν, πάνω από 1.000 συναυλίες σε πάνω από 80 χώρες.

 

Γράφτηκαν όλα αυτά τούτες τις μέρες· το συνθετικό του έργο ήθελα να επισημάνω τώρα, το σχεδόν παραγνωρισμένο κι από τον ίδιο. Που ποτέ δεν του αφιέρωνε ούτε γραμμή στο βιογραφικό του. «Μάζεψε σ’ έναν τόμο τα δοξαστικά σου», του έλεγα, όταν για διάφορους εσπερινούς που τρέχαμε, τσουπ, έβγαζε απ’ την τεράστια τσάντα-θησαυροφυλάκιο εξαίσια τονισμένο το δοξαστικό του εσπερινού, συν το λεγόμενο «των αποστίχων». Αλλά και Εκλογές στίχων και άλλα, που λίγα όμως παρουσίαζε σε συναυλίες, κι ακόμα λιγότερα αποτυπώθηκαν σε κασέτες ή δίσκους. Τι να πρωτοπρολάβει, διαμαρτυρόταν. Καλά, Λυκούργο, φτάνει, ξεκουράσου!

 

Απόστολοι εκ περάτων

 

«Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, [...] κηδεύσατέ μου το σώμα, και συ, υιέ και θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα» καταλήγει ο Παρακλητικός της Θεοτόκου.

 

Την Τετάρτη, στην εκκλησία του, την Αγία Ειρήνη, και κατά το παλαιό τυπικό, όπως αποχαιρετούσε ώς τώρα ο ίδιος φίλους και συνεργάτες, και έπειτα στο νεκροταφείο του Ζωγράφου, απόστολοι εκ περάτων, απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας, από Γαλλία, Σερβία, Ρουμανία, Αλβανία, Κύπρο, Αγγλία, Βουλγαρία κ.ά., εκήδευσαν το σώμα του Λυκούργου. Και δεν ξέρω πάλι αν ο υιός και θεός, σίγουρα όμως όλοι, μαθητές, φίλοι, γνωστοί, όλοι μαζί παραλάβαμε το πνεύμα του, όσο μπορεί να αναδεχτεί ο καθένας, μια στάλα ο ένας, κάτι παραπάνω ο άλλος· άλλος για να το πάει λίγο παραπέρα, άλλος να το κρατήσει έστω για τον εαυτό του, θησαυρό ανεκτίμητο.

 

Μα με το λίγο, μα με το πολύ, σφραγίδα ζωής.

 

Scroll to top