01/06/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου συνάντησε τους θεατές τού «Still Life»

«Οποιος θέλει να ουρλιάξει να το κάνει»

Στην «Πρώτη Υλη» μάς περίμενε στην είσοδο της Πειραιώς 260 χαιρετώντας τον καθένα με χειραψία. Αυτή τη φορά μάς περιμένει πάνω στη σκηνή της Στέγης, μόνος, καθισμένος σε μια καρέκλα, κρατώντας στα χέρια του μια πέτρα. Οταν σβήνουν τα φώτα, μας αφηγείται την καινούργια του ιστορία. Και το βράδυ της Πέμπτης με χιούμορ απάντησε και σε.
      Pin It

Της Εφης Μαρίνου

 

Κάτω από έναν μεγάλο ουρανό, σε μια σκηνή άδεια, χωρίς σκηνικά, κοστούμια, μουσική ή σύνθετο φωτισμό, το σώμα γίνεται η βασική πηγή, όπως και στη ζωή. Ο σκηνοθέτης αποδομεί τα συνθετικά του υλικά και στήνει ένα απολαυστικό παιχνίδι με το σκοτάδι και το φως, το βάρος και την ελαφράδα του σώματος. Το πρόσωπο που ξεπροβάλλει είναι ένας ηττημένος προλετάριος της αρχαιότητας. Ο Σίσυφος, τιμωρημένος από τον Αδη να κουβαλάει έναν βράχο στην κορυφή ενός βουνού κι όταν φτάνει, η πέτρα να μη σταθεροποιείται, να πέφτει από την άλλη. Και ξανά απ' την αρχή.

 

Ο πρώτος περφόρμερ «Σίσυφος» της παράστασης έρχεται από το βάθος της σκηνής κουβαλώντας στην πλάτη τον βράχο του. Εναν τοίχο που προσπαθεί να κρατήσει όρθιο, ενώ κομμάτια αποσπώνται και θρυμματίζονται με θόρυβο. Ο τοίχος ανοίγει, από τα σπλάχνα του ξεπροβάλλει ο άλλος. Και τότε αρχίζει η πάλη ανάμεσα στα σώματα. Ο ένας προσπαθεί να εισχωρήσει στον τοίχο, ο άλλος να βγει. Σώματα συμπλέκονται, συστρέφονται, εμποδίζονται, πιέζονται, εκτοπίζονται, διασπώνται. Χέρια, πόδια, κεφάλια περνάνε σε άλλο σώμα δημιουργώντας γοητευτικές οπτικές απάτες, αναδεικνύοντας τη σισύφεια αναζήτηση του ανθρώπου για πράξη, νόημα, μεταμόρφωση, παιχνίδι.

 

Ανθρωποι έρχονται κουβαλώντας σωρούς από πέτρες και προχωρούν μέχρι το χείλος της σκηνής. Κάποτε πέφτουν κάτω από τη σκηνή. Αλλοι προσπαθούν να ισορροπήσουν στην πιο αβέβαιη σκάλα της σκηνής και της ζωής κι όταν πέφτουν τη μετατρέπουν σε δεκανίκι. Κι άλλοι εξακολουθούν να κάθονται στα πέτρινα καθίσματα που έχτισαν και έχουν ήδη καταρρεύσει…

 

Ενα κορίτσι στέκεται μπροστά σε μια επιφάνεια γυαλιού που κάποιος το κουνάει. Το βουητό και ο άνεμος κυματίζουν τα μαλλιά και το φόρεμά της. Ολοι μαζί τραβούν ταινίες κολλημένες στο πάτωμα, σαν να ξεφλουδίζουν τη γη. Τα μικρόφωνα που κρατούν δημιουργούν μια μουσική παρτιτούρα, μια συγχορδία που μοιάζει να έρχεται από κάποια έγκατα.

 

Μια σκηνή γεμάτη μπάζα. Ο,τι αφήνει πίσω η αέναη προσπάθεια του ανθρώπου να ζήσει. Στο τέλος ο ουρανός κατεβαίνει πολύ χαμηλά. Μέσα του λάμπει ένας ήλιος εκτυφλωτικός. Μέχρι που ο θεατρικός προβολέας θα σβήσει. Είναι η στιγμή του φινάλε. Η γιορτή μετά τη σισύφεια εργασία. Ενα στρωμένο τραπέζι έρχεται από ψηλά σαν επιτάφιος. Τα πόδια του ισορροπούν στα κεφάλια των ηθοποιών. Το μεταφέρουν μέχρι κάτω από τη σκηνή. Κοντά στους θεατές. Μοιράζουν ψωμί, ελιές, σαλάτα. Πίνουν τσίπουρο και τσουγκρίζουν τα ποτήρια. Η παράσταση τελείωσε; Ο Αρης Σερβετάλης ανεβαίνει πάλι στη σκηνή. Σηκώνει μια πέτρα και ξανά απ’ την αρχή. Σκοτάδι.

 

Μετά την παράσταση ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, αφού σύστησε έναν έναν τους συνεργάτες του, δέχτηκε με άνεση ερωτήσεις.

 

Κάποιοι βρήκαν πολιτικό σχόλιο στην παράσταση, άλλοι αναζητούσαν εξηγήσεις σε συμβολισμούς, μερικοί είχαν αντιρρήσεις. «Κράτησε τόσο πολύ η σκηνή με τις ταινίες που μου ήρθε να ουρλιάξω», είπε μια γυναίκα. «Επρεπε να το κάνετε», απάντησε με χιούμορ ο σκηνοθέτης. «Στο παρελθόν έκανα το λάθος να δουλεύω σκεπτόμενος πώς θα το δει ο κόσμος. Είπα να μην το ξανακάνω. Ως φιλότεχνος μου αρέσει να βλέπω αυτό που θέλει να πει ο καλλιτέχνης στη σκηνή και όχι αυτό που θα κολάκευε το γούστο μου».

 

Στην ερώτηση αν η κάθαρση αποτελεί ζητούμενο στις παραστάσεις του, απάντησε: «Η κάθαρση δεν με αφορά σαν κάτι που προσθέτεις. Δημιουργείται όταν επιτρέπεις στη λογική να υποχωρήσει, όταν εμπιστεύεσαι τη φαντασία σου. Πάντως εγώ, όταν έτρωγα με τους συναδέλφους μου, ναι, ένιωσα ότι καθαρίζομαι».

 

Στην παρατήρηση μιας κοπέλας ότι δεν ένιωσε τη συγκίνηση που περίμενε κι αν αυτό επεδίωκε ο σκηνοθέτης, εκείνος απάντησε: «Με ενδιαφέρει η οργάνωση της περιπέτειας του ματιού, το παιχνίδι της μεταμόρφωσης. Πάντως, στόχος μου ήταν η μεγαλύτερη δυνατή συγκίνηση»…

 

Ανοιξε λίγο την πόρτα του «εργαστηρίου» του. «Υπάρχουν δύο δρόμοι. Ή μια ιδέα που επιβιώνει και επικρατεί μέχρι τέλους ή στη διάρκεια της προετοιμασίας προκύπτουν «ατυχήματα», εκπλήξεις που εκτρέπουν προς άλλες πορείες, δημιουργούν νέες εικόνες. Κι έτσι βρισκόμαστε σε μια λίμνη θεμάτων που θα συνθέσουν τελικά το παζλ του έργου. Δουλεύοντας με τους συνεργάτες μου αφουγκράζομαι τι είναι αυτό που επιζητεί να υπάρξει ώστε να του δώσω φωνή. Κι όταν αυτό δημιουργηθεί, προσπαθώ να υπάρχει σαν να μην είναι δικό μας».

INFO: Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (λ. Συγγρού. Τηλ.: 213 0178000). Mέχρι 8 Ιουνίου. Προστέθηκαν παραστάσεις 18-22 Ιουνίου.

 

[email protected]

 

Scroll to top