01/06/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΑΝΝΑ ΚΑΡΙΝΑ

«Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ δεν συμβιβάζεται με τους κανόνες»

Τι θα ήταν ο ένας χωρίς τον άλλο; Η όμορφη Δανέζα, που υπήρξε μούσα και σύζυγός του, που σημάδεψε εφτά από τις πιο γνωστές και αγαπημένες ταινίες του, στα 74 χρόνια της δεν ξεχνά μια θρυλική εποχή για το σινεμά, αρχές δεκαετίας του ’60 .
      Pin It

Της Βένας Γεωργακοπούλου

 

Νόμιζα ότι μετά από τόσα χρόνια, τόσες συνεντεύξεις και τόση λατρεία από τους σινεφίλ όλου του κόσμου, η κυρία Αννα Καρίνα στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής (που είχε και παράσιτα, δυστυχία μου) θα ήταν μπλαζέ και, γιατί όχι, θα ψιλοβαριόταν. Η «μούσα» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ (ναι, εδώ το κλισέ είναι απαραίτητο), η πρωταγωνίστρια 7 ταινιών του και σύζυγός του για τέσσερα θυελλώδη χρόνια (1961-1965) αποδεικνύεται, όμως, εξομολογητική και την ίδια στιγμή με μια περίεργη, σχεδόν ξεχασμένη πια ευγένεια και συστολή.

 

Τη φαντάζομαι στα 74 της χρόνια, όμορφη και κομψή, να έρχεται στην Αθήνα για το μεγάλο αφιέρωμα «Τώρα Γκοντάρ/Maintenant Godard», που οργανώνει η Ταινιοθήκη της Ελλάδας (5-18 Ιουνίου), και να σηκώνεται η αίθουσα στον αέρα. Θα μείνει, δυστυχώς, στο Παρίσι. Επιμένει, όμως, να μου διηγηθεί με κάθε λεπτομέρεια το μοναδικό ταξίδι της πριν από πολλά χρόνια στην Ελλάδα «με τον σύζυγό μου» (ποιον άραγε από τους τρεις που ακολούθησαν τον Γκοντάρ;). «Ηρθαμε στην Κέρκυρα. Τι ωραία. Είχαμε, όμως, τη φαεινή έμπνευση να πάρουμε μια βάρκα, που είχε και μια μικρή μηχανούλα και να ανοιχτούμε στη θάλασσα. Και χάσαμε τον προσανατολισμό μας. Ξαφνικά ακούσαμε κραυγές, μας περικύκλωσαν σκάφη, πάλι καλά που δεν μας πυροβόλησαν, είχαμε φτάσει στην… Αλβανία».

 

Από πού να αρχίσεις μαζί της; Η ζωή της μοιάζει με παραμύθι, ίσως και του Αντερσεν, δικό του δεν είναι το «Ασχημόπαπο» που έγινε κύκνος; Μια μικρή, ανυπότακτη Δανέζα, η Ανί Καρίν Μπαγέρ, με δύσκολα παιδικά χρόνια και τεταμένες οικογενειακές σχέσεις, ονειρεύεται να γίνει ηθοποιός και φτάνει στα 14 της (μου λέει αυτή, στα 18 γράφουν τα λεξικά) απένταρη στο Παρίσι για να συναντήσει έναν περίεργο τύπο με μαύρα γυαλιά («κανένας δεν φορούσε τέτοια τότε, ακόμα και το βράδυ») και να γίνει σταρ.

 

Τόσες ιστορίες, πασίγνωστες πια. Είναι, άραγε, όλες αλήθεια; Την πρώτη φορά στη ζωή της που συνάντησε τον Γκοντάρ, του γύρισε την πλάτη; Απέρριψε την πρότασή του να παίξει έναν μικρό ρόλο στο «Με κομμένη την ανάσα» γιατί της ζήτησε να είναι γυμνή; Γελάει, σαν να φρίττει ακόμα με την ιδέα. «Φυσικά», μου λέει. «Ημουνα-δεν ήμουνα τότε 18 χρόνων και όταν το άκουσα τρομοκρατήθηκα. Με είχε δει σε μια διαφήμιση ενός σαπουνιού, μέσα στην μπανιέρα, σκεπασμένη με αφρό, ένα χέρι κι ένα πόδι μόνο φαίνονταν, και νόμιζε ότι θα ήμουν άνετη με το γυμνό. «Μου κάνετε πλάκα; Τι νομίζετε; Γυμνή ήμουν μόνο στη φαντασία σας», του είπα. «Φορούσα μαγιό». Και έφυγα».

 

Η διήγησή της συνεχίζεται. «Τρεις μήνες αργότερα, δεν θυμόμουν καλά καλά το όνομά του, μου έστειλε ένα τηλεγράφημα με την πρόταση να παίξω τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην επόμενη ταινία του. Ολοι με έσπρωχναν να πάω,»έχει κάνει μια ταινία που θα μιλάει γι’ αυτή όλο το Παρίσι», μου έλεγαν φίλοι μου για το «Με κομμένη την ανάσα». Το πρώτο πράγμα που τον ρώτησα όταν πήγα στο γραφείο του ήταν αν θα έχει γυμνές σκηνές. «Οχι, θα είναι πολιτική ταινία», μου λέει… Αλλά τα προβλήματα δεν είχαν τελειώσει. Ημουν ανήλικη, δεν μπορούσα να υπογράψω το συμβόλαιο. Πατέρα δεν είχα, με τη μητέρα μου είχα να μιλήσω πάνω από έναν χρόνο – ζούσε στην Κοπεγχάγη. Ο Γκοντάρ με έβαλε να της τηλεφωνήσω επί τόπου. Δεν ήταν εύκολο… Τελικά, της στείλαμε ένα εισιτήριο, ήρθε και υπέγραψε».

 

Πρώτη ταινία της με τον Γκοντάρ «Ο μικρός στρατιώτης» (Le petit Soldat, 1960), ένα τολμηρό πολιτικό σχόλιο για τον πόλεμο στην Αλγερία (και για τα βασανιστήρια και από τις δυο πλευρές!), απαγορευμένη για αρκετά χρόνια από τη λογοκρισία. Η Αννα Καρίνα στον ρόλο της επαναστάτριας Βερόνικα, που υποστηρίζει το FLN. Αυτή είναι η ταινία που προτιμά από τις εφτά που γύρισαν μαζί; τη ρωτάω. «Οχι, αν διάλεγα μία από όλες, θα κράταγα τον «Τρελό Πιέρο», με τον Μπελμοντό και την ιστορία ενός απόλυτου έρωτα μέσα στην πιο τρελή περιπέτεια και καταδίωξη. Γυρίζοντας τόσα χρόνια στα φεστιβάλ όλου του κόσμου, έχω καταλάβει πως αυτή την ταινία του αγαπάει περισσότερο και το κοινό», απαντά. «Λάτρευα, όμως, να δουλεύω μαζί του, όσο δύσκολες κι αν ήταν καμιά φορά οι συνθήκες».

 

Δεν έχει άδικο. Ο «Pierrot le fou», ταινία του 1965, θεωρείται η καλύτερη ίσως συνεργασία των δυο τους και ένα από τα ορόσημα στην ιστορία του σινεμά. Ο έρωτας και ο γάμος τους είχαν όμως πια τελειώσει οριστικά όταν τη γύρισαν. Αποβολές και απόπειρες αυτοκτονίας (από τη μεριά της), άλλες σχέσεις, ζήλιες και πάθη. Στη διάρκεια των γυρισμάτων λέγεται ότι καλά καλά δεν μίλαγε ο ένας στον άλλον. Να τολμήσω να της το θυμίσω; Πάλι γελάει. «Ο Γκοντάρ έβαλε μέσα σ’ αυτή την ταινία πολλή από την ένταση που ζούσαμε, η σχέση μας συχνά, άλλωστε, πέρναγε στα σενάριά του. Κανένα πρόβλημα. Αλλά, ξέρετε, ήταν ένα απίστευτο πάθος αυτό που μας είχε ενώσει, παρά τις πολλές δύσκολες στιγμές. Ημουν ακόμα πολύ νέα, άπειρη και ευάλωτη. Δεν έπαψα, όμως, ποτέ, παρ’ όλο που και οι δυο συνεχίσαμε τη ζωή μας με ευτυχισμένες σχέσεις, να τον αγαπώ με απόλυτο τρόπο. Είναι πάντα ένας από τους λίγους ανθρώπους που εμπιστεύομαι».

 

Είχε, άραγε, συνείδηση ότι κάτι πολύ σημαντικό, επαναστατικό συνέβαινε γύρω της, που αφορούσε το παγκόσμιο σινεμά, κι αυτή ήταν το κεντρικό γυναικείο του πρόσωπο; «Μπα, καμιά τέτοια αίσθηση δεν είχα. Ενιωθα απλώς πολύ τυχερή που είχα βρεθεί ανάμεσα σε εκπληκτικούς ανθρώπους, που με είχαν δεχτεί ισότιμα, παρ’ όλο που ήμουν πολύ νέα και δυσκολευόμουν ακόμα με τα γαλλικά μου. Ποτέ δεν ήμουν γι’ αυτούς απλώς ένα όμορφο κορίτσι. Αλλωστε άνθισα, ανέπτυξα τις δυνατότητές μου, απέδειξα ότι είμαι ηθοποιός και όχι μόνο για το σινεμά. Πολύ γρήγορα με αποκάλεσαν και «θεατρική αποκάλυψη της χρονιάς», τότε που ο Ζακ Ριβέτ με διάλεξε για την παράσταση «La religieuse», πριν καταφέρουμε και να την κάνουμε ταινία και να την πάμε με χίλια ζόρια στις Κάνες». Αναφέρεται, φυσικά, στο σκάνδαλο που είχε προκαλέσει το αντιεκκλησιαστικό της θέμα και στην παρέμβαση του ίδιου του Μαλρό για να προβληθεί στο φεστιβάλ (1966).

 

Να μείνουμε στον Γκοντάρ και στον τρόπο δουλειάς του; Ηταν απαιτητικός και δύσκολος σαν δάσκαλος; «Οχι, αυτές οι λέξεις δεν αποδίδουν την προσωπικότητά του στο γύρισμα. Ηξερε απλώς τι ακριβώς ήθελε. Και το έπαιρνε. Μπορούσα να καταλάβω χωρίς να χρειάζεται να μου δώσει και πολλές εξηγήσεις. Αλλά το ίδιο ίσχυε για όλους μας, τον Μπελμοντό, τον Σάμι Φρέι… Και κάτι άλλο. Μη νομίζετε ότι υπήρχε κανένα κλίμα τραλαλά στα γυρίσματα. Ο Γκοντάρ δεν αυτοσχεδίαζε. Ολοι οι διάλογοι ήταν γραμμένοι».

 

Τον παρακολουθεί, άραγε, πάντα ως σκηνοθέτη; Το στιλ του, μετά από τις δικές τους ταινίες, έγινε ακόμα πιο τολμηρό, ελεύθερο, συχνά δύσκολο και σκοτεινό για τον θεατή. «Δεν θα ισχυριζόμουν ότι καταλαβαίνω απόλυτα όλες του τις ταινίες», παραδέχεται. «Αλλά τι σημασία έχει; Δεν μου περνάει καν από το μυαλό να μην τις δω, η πειραματική του διάθεση πάντα με ενδιαφέρει. Και δεν με εξέπληξε καθόλου που δεν πήγε με την τελευταία του ταινία, το «Adieu au langage», στις Κάνες, ούτε το γράμμα που έστειλε στον Ζακόμπ. Θα με εξέπληττε αν πήγαινε. Πάντα αντικομφορμιστής ήταν, δεν συμβιβαζόταν με τους κανόνες».

 

Τα τριξίματα στην τηλεφωνική γραμμή κάνουν πανηγύρι. Εχουμε ώρα για ακόμα μια ιστορία; Είναι αλήθεια ότι χρωστάει το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο στην Κοκό Σανέλ; «Ναι, και να φανταστείτε ότι με βάφτισε Αννα Καρίνα μια γυναίκα που στην πραγματικότητα ελάχιστα γνώρισα στη ζωή μου. Εκανα τότε, πριν από τον Γκοντάρ, καριέρα ως μοντέλο στο Παρίσι, διαφήμιση και μόδα – μπορούσα να βγάζω έτσι το ψωμί μου. Σε μια φωτογράφιση στο περιοδικό «Elle» ήταν και η Σανέλ. Ντυμένη στα μαύρα, με ένα υπέροχο καπέλο και πούρο. Είχε κέφι, μου μιλούσε στα αγγλικά. Πώς σε λένε, με ρώτησε. «Ανί Καρίν Μπαγέρ», της λέω, «και θέλω να γίνω ηθοποιός». «Μ’ αυτό το όνομα, δεν το βλέπω», έβαλε τα γέλια. «Να το κάνεις Αννα Καρίνα». «Σας ευχαριστώ, κυρία μου», απάντησα αποσβολωμένη. Αυτό ήταν».

 

…………………………………………………………………………

 

Το Roller Girl του Σερζ Γκενσμπούργκ

 

Η καριέρα της ταυτίζεται, αλλά δεν περιορίζεται στον Γκοντάρ. Γύρισε ταινίες με σπουδαίους σκηνοθέτες (Βισκόντι, Ριβέτ, Φασμπίντερ, Κιούκορ, Ρίιτσαρντσον, Σλέντορφ, Ρουίζ), σκηνοθέτησε και η ίδια, έγραψε μυθιστορήματα. Και τραγούδησε. Ναι, ο Σερζ Γκενσμπούργκ έγραψε γι’ αυτήν το 1967 ολόκληρο μιούζικαλ, το «Anna», που βγήκε σε άλμπουμ, γυρίστηκε σε τηλεταινία και της χάρισε μια μεγάλη επιτυχία, το «Roller girl».

 

«Α, ο Σερζ είναι το δεύτερο μεγάλο δώρο από τον ουρανό, που ήρθε στη ζωή μου. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί διάλεξε εμένα, δεν ήμουνα μια κανονική τραγουδίστρια, σαν τη Φρανσουάζ Αρντί, για παράδειγμα, αλλά λάτρευα τα αμερικανικά μιούζικαλ, ήταν το απωθημένο μου. Πήγα τρέχοντας. Ηταν ιδιοφυής, ευγενικός και τρυφερός με τις γυναίκες. Λίγο πριν πεθάνει, είχαμε χαθεί. Ετσι είναι αυτές οι δουλειές. Και μια μέρα με πήρε τηλέφωνο και μου είπε “θέλω να κάνουμε μια ταινία”. Πριν να συναντηθούμε, να φάμε και να τα πούμε, έφυγε από τη ζωή».

 

………………………………………………………………….

 

*INFO: «Τώρα Γκοντάρ/Maintenant Godard» από 5 έως 18 Ιουνίου. Προβάλλονται 42 ταινίες (31 μεγάλου μήκους, 3 μεσαίου και 7 μικρού και το περίφημο πολυμεσικό έργο του «Histoire(s) du cinema» (1998). Σε έξι από αυτές πρωταγωνιστεί η Αννα Καρίνα: «Ο μικρός στρατιώτης», «Η γυναίκα είναι γυναίκα» («Η κυρία θέλει έρωτα»), «Μια ξεχωριστή συμμορία», «Αλφαβίλ», «Ο τρελός Πιερό», «Συνέβη στην Αμερική».

 

Θα γίνουν συζητήσεις, σε μια από αυτές, 12 Ιουνίου, κεντρικός ομιλητής θα είναι ο στενός του συνεργάτης Φαμπρίς Αρανιό, που θα μιλήσει για την τελευταία ταινία του Γκοντάρ.

 

Εισιτήρια: 5 ευρώ για μια προβολή, κάρτα διαρκείας 40 ευρώ, κάρτα διαρκείας μειωμένη 25 ευρώ. Ιερά Οδός 48 και Μεγάλου Αλεξάνδρου 134-136. Πληροφοριες: www.tainiothiki.gr, 210-3609695, 3612046.

 

[email protected]

 

Scroll to top