01/06/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο τροπικός της οδύνης

Τζούλιαν Μπαρνς «Τα τρία επίπεδα της ζωής» Μετάφραση Θωμάς Σκάσσης. Μεταίχμιο 2014, σελ. .
      Pin It

Τζούλιαν Μπαρνς
«Τα τρία επίπεδα της ζωής»
Μετάφραση Θωμάς Σκάσσης. Μεταίχμιο 2014, σελ. 161

 

Του Χρίστου Κυθρεώτη

 

Το φθινόπωρο του 2008 η λογοτεχνική ατζέντισσα Πατ Κάβανα, σύζυγος του διάσημου Βρετανού συγγραφέα Τζούλιαν Μπαρνς, πέθανε ύστερα από μάχη μερικών εβδομάδων με τον καρκίνο. Οπως είναι ευνόητο, και όπως ο ίδιος ο πεζογράφος έχει κατά καιρούς δηλώσει, το γεγονός αποτέλεσε ένα ισχυρό σοκ για τον ίδιο, βυθίζοντάς τον σε μια μακρά και επώδυνη διαδικασία πένθους. Πέντε χρόνια αργότερα, ο Μπαρνς, έχοντας τιμηθεί στο μεταξύ με το βραβείο Μπούκερ (2011) για το μυθιστόρημά του «Ενα κάποιο τέλος» (Μεταίχμιο, 2011), δημοσίευσε ένα γοητευτικό σπονδυλωτό αφήγημα, με τον τίτλο «Τα τρία επίπεδα της ζωής» (σε εξαιρετική μετάφραση του Θωμά Σκάσση), στο οποίο επιδίωξε να εντάξει, με ευφάνταστο και παιγνιώδη τρόπο, τους στοχασμούς που του ενέπνευσε η απώλεια της συντρόφου του και η εξοικείωσή του με την οδύνη.

 

Σύμφωνα με τον Μπαρνς: «Στο πρώτο στάδιο της νεανικής ζωής, ο κόσμος χωρίζεται χονδρικά σε εκείνους που έχουν κάνει έρωτα κι εκείνους που δεν έχουν κάνει. Αργότερα, σε εκείνους που έχουν γνωρίσει τον έρωτα κι εκείνους που δεν τον έχουν γνωρίσει. Κι ακόμα πιο αργά –αν είναι τουλάχιστον κανείς τυχερός (ή, αντίστροφα, άτυχος)– χωρίζεται σε εκείνους που έχουν υπομείνει την οδύνη και σε εκείνους που δεν την έχουν υπομείνει». Οι διαιρέσεις αυτές είναι κατά τον πεζογράφο απόλυτες, «σαν ζώνες τροπικών που διασχίζουμε», ενώ το τρίτο στάδιο παρουσιάζεται από αυτόν πολλαπλά στεγανοποιημένο. Από τη μία διακρίνεται ξεκάθαρα από τα προηγούμενα στάδια, αφού τίποτα δεν μπορεί να σε προετοιμάσει γι' αυτό σε προγενέστερη φάση και όσοι αυταπατώνται για το αντίθετο καταλήγουν διπλά απογοητευμένοι. Είναι όμως, από την άλλη, διακριτό και από το αντίστοιχο στάδιο το οποίο περνούν άλλοι άνθρωποι – το πένθος εμφανίζεται ως διαδικασία όπου δεν μπορούν να βρουν εφαρμογή γενικοί κανόνες, δεδομένου ότι δεν διέπεται από αρχές και δεν έχει καν έναν σαφώς καθορισμένο στόχο. «Τι θεωρείται επιτυχία στο πένθος; Η επιτυχία έγκειται στο να θυμάσαι ή στο να ξεχνάς;», αναρωτιέται σε κάποιο σημείο ο συγγραφέας. Κατά συνέπεια, ο φορέας του πένθους εμφανίζεται κι αυτός αποκομμένος από τους υπόλοιπους ανθρώπους, κύριο χαρακτηριστικό της στάσης των οποίων απέναντί του είναι η αμηχανία – και η αντίδραση του πενθούντος απέναντί τους είναι η απόρριψη, αφού τίποτα από όσα κάνουν ή λένε όσοι έρχονται σε επαφή μαζί του δεν του φαίνεται ικανοποιητικό ή παρήγορο. Ο ίδιος ο Μπαρνς συντάσσει σε κάποιο σημείο ουσιαστικά έναν κατάλογο με λανθασμένες συμπεριφορές, αντιδράσεις ή λέξεις φίλων και γνωστών του πάνω στο θέμα της απώλειας της συζύγου του.

 

Οι σκέψεις αυτές, διατυπωμένες με την οξυδέρκεια και τη διαύγεια του συγγραφέα, εντάσσονται στο τρίτο μέρος του βιβλίου, ένα είδος αυτοβιογραφικού δοκιμίου πάνω στο πένθος και την οδύνη. Το βιβλίο συναποτελούν ακόμα δύο μέρη, χαλαρά συνδεδεμένα μεταξύ τους, στις ιστορίες των οποίων παρελαύνουν προσωπικότητες όπως η Σάρα Μπερνάρ, ο Φελίξ Τουρνασόν ή ο Φρεντ Μπάρναμπι και υπαινικτικά ή ευθέως συνδεδεμένα μεταξύ τους «θέματα», όπως οι απαρχές της αεροναυτικής ή της αεροφωτογραφίας. Ο Μπαρνς καταφέρνει τελικά, στο τρίτο μέρος, να συσχετίσει απροσδόκητα και ευρηματικά τα ετερογενή υλικά του, ακολουθώντας την κατεύθυνση-υπόσχεση που δίνει στην εναρκτήρια φράση του βιβλίου και επαναλαμβάνει παραλλαγμένη στην αρχή και των δύο επόμενων κεφαλαίων: «Συνδυάζεις δύο πράγματα που δεν είχαν συνυπάρξει προηγουμένως. Και ο κόσμος αλλάζει».

 

Scroll to top