Οι σοβαρές ψυχικές παθήσεις και διαταραχές είναι δυστυχώς διαδεδομένες όπως και όλες οι υπόλοιπες παθήσεις, αλλά ευτυχώς στη σημερινή εποχή έχουν πάψει να αναφέρονται με τα παλιά στερεότυπα όπως εκείνο της… τρέλας. Τρέλα όμως είναι και μάλιστα «αγιάτρευτη» η συμπεριφορά των αρμόδιων υπηρεσιών απέναντι στους πρακτικά ανάπηρους ανθρώπους που πάσχουν από ψυχικά βαριά νοσήματα.
Ηδη το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα η λίστα των παθήσεων που απαλλάσσει τους βαριά ασθενείς από την εξαντλητική και προσβλητική γι’ αυτούς διαδικασία των επιτροπών δεν περιέχει ψυχικές ασθένειες είναι απάνθρωπο. Το υπουργείο Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας -και όχι το υπουργείο Υγείας- καταρτίζει αυτή τη λίστα, με τελευταία εκδοχή εκείνη που δημοσιεύτηκε στις 31/10/2013 από τον υπουργό κ. Βρούτση. Σε λίγες ημέρες, και συγκεκριμένα στις 10/6/2014, πρόκειται να επανεξεταστεί αυτή η λίστα με ενδεχόμενο να διευρυνθεί.
Για τον λόγο αυτόν και όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για όλους εκείνους που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, ο Α. μάς κοινοποίησε τη δική του βασανιστική περίπτωση.
Σημειώνουμε εδώ ότι στην κατηγορία ψυχικές διαταραχές η λίστα «αναπηρίας επ’ αόριστον» περιέχει εκείνες τις παθήσεις που έχουν και οργανικές βλάβες ή συμπτώματα (αλτσχάιμερ, Πάρκινσον, αυτισμό κ.λπ.) αφήνοντας απέξω όλα τα ψυχιατρικά περιστατικά. Αφού με λίγα λόγια δεν φαίνεται κάτι με «απτό» τρόπο, το αφήνουμε στην άκρη και γλιτώνουμε και τους… μπελάδες.
Η περίπτωση του Α.
Ο Α. πάσχει από βαριά ψυχασθένεια (σχιζοφρένεια) παρανοϊκού τύπου (σε ποσοστό 80%), έχει πολύ βαρύ οικογενειακό ιστορικό, μια και η μητέρα του που έχει πεθάνει αλλά και ο αδελφός του που έχασε πρόσφατα τη ζωή του είχαν το ίδιο ανίατο νόσημα. Ηταν πολύ φτωχή οικογένεια, με τη μητέρα βαριά άρρωστη, με δύο παιδιά και χωρίς την παρουσία του πατέρα, η οποία ζούσε κυρίως χάρη στη βοήθεια συνανθρώπων, αλλά σε συνθήκες άθλιες. Οπως μας εξήγησε παλιά συνεργάτις της Μελίνας Μερκούρη, τόσο η αείμνηστη όσο και αργότερα η Μαριέττα Γιαννάκου βοηθούσαν την οικογένεια και μετά τον Α. όταν εκείνος έμεινε μόνος. Ο Α. παρακολουθείται από ψυχίατρο που είναι σήμερα διευθύντρια ψυχιατρικής κλινικής σε μεγάλο δημόσιο νοσοκομείο και του παρέχει την κατάλληλη αγωγή. Ζει από το κοινωνικό επίδομα (σύνταξη) αναπηρίας, ανήμπορος να λειτουργήσει κοινωνικά λόγω της βαριάς του πάθησης.
Ο Α. δεν αντέχει άλλο ούτε τις επιτροπές ούτε τη διαρκή ανάγκη πιστοποίησης της βαριάς του περίπτωσης. Είναι βέβαιο ότι το ίδιο θα αισθάνονται και όσοι συμπολίτες μας πάσχουν από αντίστοιχα νοσήματα, πολλώ δε μάλλον που με την αποδιοργάνωση των ψυχιατρικών δομών σε λίγο θα αναγκαστούν να γυρίζουν στους δρόμους.
Δεν είναι δυνατόν στη σημερινή Ελλάδα να μην αναγνωρίζεται η βαριά ψυχική νόσος ως αναπηρία και να μην αναγνωρίζονται τα δικαιώματα των πασχόντων σύμφωνα με την επιστημονική γνώση και εμπειρία. Ο Α. δεν ζητάει τίποτε άλλο παρά να σταματήσει ο ψυχοφθόρος διασυρμός του στις επιτροπές. Ζητάει άραγε τόσο πολλά;
Α.Ψ.