Το παλιό ανάρχικο σύνθημα «Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του» φαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια προσπαθεί σε περιβαλλοντικό επίπεδο να γίνει πραγματικότητα μέσα από τις συντονισμένες προσπάθειες όλων όσοι νοιάζονται για το μέλλον της θάλασσας και της ζωής γύρω και μέσα σε αυτήν. Ωστόσο, η ζωή γύρω από τη θάλασσα διαμορφώνει σειρά ζητημάτων που προκύπτουν όταν επιχειρεί κανείς να σχεδιάσει δίκτυα θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών
Της Αλεξάνδρας Λεφοπούλου
Η Αθηνά Σαντοριναίου, βιολόγος, διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αιγαίου στο Τμήμα Περιβάλλοντος, Περιβαλλοντική Πολιτική και Διαχείριση που εργάζεται στο Τμήμα Περιβάλλοντος στην Περιφέρεια Αιγαίου στη Νάξο, μας μεταφέρει βιώματα και γνώσεις από μια μελέτη για τις Κυκλάδες αλλά και εμπειρίες από συμμετοχή της σε ερευνητικό έργο της στα νησιά Γκαλαπάγκος.
«Στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος του Πανεπιστημίου Αιγαίου, πραγματοποιήθηκε μελέτη για τον σχεδιασμό δικτύου θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών στις Κυκλάδες και συγκεκριμένα στην παράκτια θαλάσσια ζώνη. Η μελέτη αυτή εκπονήθηκε από το Τμήμα Επιστημών της Θάλασσας του Πανεπιστημίου Αιγαίου με βασικούς επιστημονικούς συνεργάτες τη Συλβέν Γιακουμή και τον επίκουρο καθηγητή Γιώργο Κόκκορη».
Η Αθηνα Σαντοριναίου είχε την ευθύνη της παραλαβής της μελέτης αυτής από την πλευρά της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης.
«Στόχος του προγράμματος», μας εξηγεί η Αθηνά, «ήταν η προστασία, η διατήρηση και η αποκατάσταση θαλάσσιων οικοσυστημάτων στις Κυκλάδες μέσα από τη θέσπιση θαλάσσιων αποθεμάτων, τα οποία εμπίπτουν στην κατηγορία των θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών. Οι στόχοι που τέθηκαν για τα οικολογικά οφέλη ενός θαλάσσιου αποθέματος ήταν η αύξηση της αφθονίας, της ποικιλότητας και της παραγωγικότητας των θαλάσσιων οργανισμών σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα αλλά και η μείωση της θνησιμότητας και της απώλειας της υποβάθμισης των ενδιαιτημάτων τους, η αύξηση της ασφάλειας απέναντι σε μια διαχειριστική αβεβαιότητα που υπάρχει αλλά και η αύξηση του αλιευτικού αποθέματος σε παρακείμενες θαλάσσιες περιοχές μέσω της διασποράς των ατόμων».
Οι στόχοι και οι διαπιστώσεις
Σχεδόν όλοι οι ψαράδες της περιοχής των Κυκλάδων που συμμετείχαν στην έρευνα παραδέχτηκαν ότι η ποσότητα των ψαριών έχει μειωθεί δραματικά και κυρίως του αστακού και του σκαθαριού και εντοπίζουν σαν βασική αιτία την υπεραλίευση αλλά και την ανεμότρατα, το γρι-γρι, τη χρήση δυναμίτη, τη ρύπανση που έρχεται από τη στεριά, την παράνομη αλιεία αλλά και την κρατική αμέλεια.
«Μέσα από την εφαρμογή της μελέτης τέθηκαν κάποιοι οικολογικοί και κοινωνικοί δείκτες προτεραιότητας και μετά την αξιολόγηση συγκεκριμένων σεναρίων που τέθηκαν προτάθηκαν αρχικά κάποιες περιοχές για προστασία τόσο στις Βόρειες όσο και στις Νότιες Κυκλάδες. Τα υψηλότερης ποιότητας χαρακτηριστικά που συμπεριλήφθηκαν στους δείκτες αξιολόγησης», όπως μας εξηγεί η Αθηνά, «ήταν τα λιβάδια ποσειδωνίας, που αποτελούν τα υποθαλάσσια δάση μας, η μαλούπα, που αποτελεί πολύ σημαντικό ενδιαίτημα για πολλά είδη ψαριών και ασπόνδυλων οργανισμών καθώς και οι σπηλιές αναπαραγωγής της μεσογειακής φώκιας».
Σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές και οικονομικές παραμέτρους που λήφθηκαν υπόψη στον σχεδιασμό αυτού του δικτύου των προστατευόμενων περιοχών ήταν και τουριστικά οφέλη, αλλά κυρίως η διασφάλιση του χαμηλότερου δυνατού κόστους για τους ντόπιους ψαράδες. Η ομάδα είχε ήδη προτείνει να ανατεθεί στους ντόπιους ψαράδες η φύλαξη των περιοχών αυτών έναντι αμοιβής και να τους επιτραπεί η αποκλειστική εκμετάλλευση γύρω από τα προστατευόμενα θαλάσσια αποθέματα.
Στην παρουσίαση της μελέτης δόθηκε μια πρόβλεψη για τουλάχιστον 5 χρόνια προκειμένου να αρχίσουν να διαφαίνονται τα πρώτα θετικά αποτελέσματα στις προστατευόμενες θαλάσσιες ζώνες, διάστημα που εκτιμάται ως το μικρότερο, καθώς η εμπειρία από άλλες περιπτώσεις δείχνει ότι αλλαγές στο οικοσύστημα καταγράφονται μετά από 30 χρόνια προστασίας. Η εφαρμογή τέτοιων προγραμμάτων φοβίζει συχνά τους ψαράδες και τις τοπικές κοινωνίες. Σημαντικός παράγοντας για τη συμμετοχή των ψαράδων σε τέτοια προγράμματα, μας εξηγεί η Αθηνά Σαντοριναίου, είναι να γνωρίζουν τα εργαλεία με τα οποία δουλεύουν οι ερευνητές.
Η εμπειρία από άλλα σημεία του πλανήτη όπου υπήρχαν ανάλογα ζητήματα δείχνει ότι πρέπει να πλαισιωθεί και από τη διαχείριση των συγκρούσεων, η οποία αξιοποιείται σήμερα σαν εργαλείο περιβαλλοντικής πολιτικής σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και στην παγκόσμια νομοθεσία πλέον.
Η Αθηνά Σαντοριναίου, από τη διεθνή της εμπειρία σε ένα πρόγραμμα με αναπτυσσόμενες χώρες, όπως τα νησιά του Δαρβίνου, τα νησιά Γκαλαπάγκος, το νησί Σαν Αντρές, στην Καραϊβική, πιστεύει ότι η διαχείριση των συγκρούσεων στην περιβαλλοντική επιστήμη μπορεί πραγματικά να βοηθήσει στην επίλυση των ζητημάτων που προκύπτουν. Τα νησιά Γκαλαπάγκος είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σε έκταση θαλάσσια περιοχή του πλανήτη και στήθηκε με ειδικό νόμο για τη θαλάσσια προστασία και τη βιώσιμη ανάπτυξη του Εκουαδόρ.
Το διαχειριστικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε εκεί είναι ένα σύστημα ζώνωσης με προσαρμοστικό χαρακτήρα που σημαίνει ότι οι θαλάσσιες περιοχές διαχωρίζονται μεταξύ τους με βάση τις επιτρεπόμενες ή μη χρήσεις.
Το σημαντικό στην περίπτωση του μοντέλου των Γκαλαπάγκος ήταν το μοντέλο συνδιαχείρισης του θαλάσσιου καταφυγίου με πρόβλεψη μοντέλου διαχείρισης συγκρούσεων, συνεργασίας αλλά και επίτευξης συμφωνίας ανάμεσα στους άμεσα εμπλεκόμενους φορείς. Το μοντέλο μάλιστα στα Γκαλαπάγκος είχε προβλέψει ακόμη και τον τρόπο εμπλοκής των γυναικών των ψαράδων της περιοχής. Στο πρόγραμμα συμμετείχε το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας Κρήτης.
Στο πρόγραμμα είχε προβλεφθεί ένα σύστημα υποστήριξης των συλλογικών αποφάσεων με βάση τη μεθοδολογία ολοκληρωμένης πολυκριτηριακής αξιολόγησης και μέσα από αυτό αναδείχθηκαν οι προτεραιότητες και οι πιθανοί συνασπισμοί συμφερόντων που διαμορφώθηκαν μεταξύ των φορέων, αλλά και ο βαθμός συνοχής των ομάδων με παρόμοια οικονομικά και επαγγελματικά ενδιαφέροντα. Ζητήματα ισότητας, δημιουργίας γνώσης και διαχείρισης εφαρμογής είναι κάποια από τα θέματα που εισέρχονται στις περιπτώσεις αυτές αποδεικνύοντας ότι δεν πρόκειται για απλή περιβαλλοντική υπόθεση.
Αυτά τα κριτήρια προϋποθέτουν ανάλυση για να εφαρμοστούν. «Μπορούν», όπως τονίζει η Αθηνά Σαντοριναίου, «να ενσωματωθούν σε ένα κομβικό μοντέλο που συνδυάζει μεθόδους πολυκριτηριακής αξιολόγησης και τεχνολογίας συστημάτων γεωγραφικών πληροφοριών με χωρική προσομοίωση εναλλακτικών τύπων συμπεριφοράς απόφασης αλλά και των επιπτώσεών της. Αυτή η μεθοδολογία είναι πρόκληση να εφαρμοστεί και σε τοπικό επίπεδο για να υποστηρίξει έναν βιώσιμο σχεδιασμό θαλάσσιων περιοχών».