15/06/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο Δημήτρης Τάρλοου, εγγονός του μεγάλου συγγραφέα, τολμά να ανεβάσει στο θέατρο τη «Μεγάλη χίμαιρα»

Για τον Καραγάτση οι γυναίκες ήταν ή άγιες ή πρόστυχες

Είναι από τις πιο αναμενόμενες παραστάσεις του καλοκαιριού. Ενα αριστουργηματικό μυθιστόρημα, γεμάτο έρωτα, δράματα και εκρήξεις. Πώς μεταφέρεται σήμερα στη σκηνή; Και είναι ο Τάρλοου σε προνομιούχα θέση λόγω γονιδίων; «Δεν κατέχω τα πρωτεία επειδή το έγραψε ο παππούς μου», λέει ο ταλαντούχος σκηνοθέτης.
      Pin It

Της Εφης Μαρίνου

 

Ποιος δεν έχει διαβάσει τη «Μεγάλη χίμαιρα», το μυθιστόρημα που στοίχειωσε κάποτε την εφηβική φαντασία μας; Τη θεατρική μεταφορά αυτού του εξαιρετικού ψυχογραφήματος του Μ. Καραγάτση θα δούμε στις 14-17 Ιουλίου στην Πειραιώς 260, σε σκηνοθεσία του εγγονού του συγγραφέα, Δημήτρη Τάρλοου, και με την Αλεξάνδρα Αϊδίνη στον ρόλο της μοιραίας Μαρίνας. Θέατρο και κινηματογράφος μαζί, αφού για 35 ολόκληρα λεπτά η θεατρική δράση αναμειγνύεται μ’ αυτήν της μεγάλης οθόνης.

 

Η ιστορία ξετυλίγεται σ’ ένα πολυμορφικό ενιαίο σκηνικό, όπου σαλόνι, υπνοδωμάτια, τραπεζαρία του συριανού αρχοντικού των Ρεΐζηδων ανεβοκατεβαίνουν ανάλογα με τη δράση, ενώ πίσω από τις τζαμαρίες «κυματίζει» η θάλασσα. Στο επάνω μέρος ξεπροβάλλει η γέφυρα ενός πλοίου, εκεί που ο ναυτικός Γιάννης γνωρίζει τη Μαρίνα, τη νεαρή Γαλλίδα που ερωτεύτηκε, παντρεύτηκε και άφησε στο πατρικό της Επισκοπής, δίπλα στη δεσποτική μητέρα του, αλλά και τον μικρό του αδελφό, τον Μηνά, αυτόν που η Μαρίνα θα διεκδικήσει σαν να επιθυμεί τον ίδιο τον θάνατο.

 

Πώς μεταφέρεται ένα τέτοιο μυθιστόρημα στη σκηνή; «Είχα την ιδέα από παλιά, ήθελα μάλιστα να παίξω τον Μηνά», λέει ο Δημήτρης Τάρλοου. «Γι’ αυτό και δεν δίναμε τα δικαιώματα για σίριαλ ή ταινία. Πέρασαν τα χρόνια -φυσικά δεν γινόταν να παίξω τον Μηνά- σκέφτηκα τη θεατρική μεταφορά του έργου και το πρότεινα στο Φεστιβάλ. Το συζητήσαμε με τον Στρατή Πασχάλη. Δεν μας ενδιέφερε συρραφή διαλόγων εν είδει κλασικών εικονογραφημένων. Χρειαζόταν μεγάλη συμπύκνωση, ουσιαστικά ένα καινούργιο έργο. Το εγχείρημα είναι δύσκολο, αλλά μόνο έτσι θα γινόταν. Ο Καραγάτσης είναι σχολαστικός παρατηρητής της ανθρώπινης συμπεριφοράς».

 

• Θέατρο και κινηματογράφος συνδιαλέγονται, και μάλιστα 35 ολόκληρα λεπτά.

 

Η προβολή δεν είναι συνεχούς ροής. Το φιλμ μπαίνει και βγαίνει συνομιλώντας με τη σκηνή. Το μυθιστόρημα έχει δομή κινηματογραφική. Οι ήρωες, οι χώροι, η ατμόσφαιρα, παραπέμπουν στο σινεμά. Σκεφτήκαμε μια ταινία μαυρόασπρη της εποχής του ‘30. Ηθελα οι ηθοποιοί να φέρουν την αίσθηση ότι παίζουν τους ήρωες των μεγάλων παθών, των δραμάτων, του ρομάντσου. Το δύσκολο ήταν ο συνδυασμός αυτής της συνθήκης με τη σύγχρονη υποκριτική, ώστε το όλον να μην ψευτίζει, να μη γίνεται παλιομοδίτικο ή μίμηση παιξίματος άλλης εποχής.

 

• Επικίνδυνη ισορροπία;

 

Λεπτή, δύσκολη. Το κινηματογραφικό κομμάτι κατακτήθηκε. Στο αισθητικό μέρος κρατήσαμε την ατμόσφαιρα της εποχής. Η όψη και το ύφος του φιλμαρίσματος, όπως το δούλεψε η Ελένη Μανωλοπούλου, είναι δεκαετίας του ‘30. Υπάρχει μια ολόκληρη σεκάνς -το πάρτι- όπου οι ηθοποιοί «περνούν» από την οθόνη στη σκηνή. Το θέμα είναι να δέσει το κινηματογραφικό με το θεατρικό, να μη μας πετάξει έξω. Να βρεθεί το όριο ανάμεσα στο σύγχρονο παίξιμο και τη διατήρηση του αέρα των παλιών ηρώων. Πώς προσεγγίζεις σήμερα δραματικές στιγμές μεγάλων εκρήξεων; Καλώ τους ηθοποιούς να θυμηθούν μεγάλα πάθη παλιών ηρώων. Εκείνοι δεν τα αντιλαμβάνονταν ως γελοία, αλλά ως πολύ σοβαρά, αφού πρόκειται για βιωμένα αισθήματα. Το στοίχημα είναι να φτάσεις ώς το όριο του χαμόγελου.

 

• Εννοείτε ότι ο Καραγάτσης υπονόμευε το δραματικό στοιχείο;

 

Είχε χιούμορ και η γραφή του ήταν υποδόρια, ανέτεμνε τα πρόσωπα και πρόβαλλε τη βιοθεωρία του. Θεωρούσε ότι οι άνθρωποι υποκινούνται από τις ορμόνες, τις ωοθήκες, τη διαιώνιση του είδους και το κυνήγι του χρήματος. Εκείνος δεν ήταν έτσι, αλλά αυτά παρατηρούσε στον κόσμο γύρω του.

 

• Πώς ήταν ως άνθρωπος;

 

Πολύ συναισθηματικός, πλευρά που δεν αποκάλυπτε. Απελπισμένος από την ψυχρότητα με την οποία λειτουργούσε ο κόσμος, έγραφε αναλύοντας με οξυδερκή ματιά τη στάση του ανθρώπου κάτω από συνθήκες πίεσης, ξενιτιάς, ερωτικού μένους.

 

• Η γιαγιά σας, η Νίκη, μιλούσε γι’ αυτόν;

 

Δεν μιλούσε. Είχε πληγωθεί πολύ στο ερωτικό κομμάτι από τον άντρα της, ήταν απίστευτα διακριτική. Δεν ήθελε να πει πράγματα που θα έθιγαν τον Καραγάτση. Είχε μια παιδικότητα, ήταν ντροπαλός άνθρωπος, στα 70 της κοκκίνιζε σαν κοριτσάκι. Η αλληλοεκτίμηση τούς κράτησε μαζί ως ζευγάρι. Τα περισσότερα που γνωρίζω προέρχονται από αφηγήσεις της μητέρας μου, της Μαρίνας, η οποία επίσης πληγώθηκε πολύ.

 

• Εκείνη τον συγχώρεσε;

 

Εγραψε ένα μυθιστόρημα (σ.σ. «Το ευχαριστημένο ή Οι δικοί μου άνθρωποι»), στο οποίο νομίζω ότι δηλώνεται ότι κατάφερε να συγχωρήσει οριστικά τους δικούς της. Ο Καραγάτσης ήταν ένας υπερευερέθιστος χαρακτήρας, σκληρός. Είχε ένα πολύ ευαίσθητο, ταραγμένο νευρικό σύστημα –μάλλον το έχω κληρονομήσει…

 

• Γινόταν βίαιος;

 

Η βία εκφραζόταν με φωνές, εκρήξεις, όπως για παράδειγμα όταν τον ξυπνούσαν. Ο ύπνος του, δύσκολος και με χάπια, ήταν ιερός. Είχαν μάθει όλοι ποια σανίδια έτριζαν στο πάτωμα για να μην τα πατούν. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχε μεγάλη εμπιστοσύνη και εκτίμηση στις γυναίκες. Τις φοβόταν. Μοιάζει λίγο σαν διπολική διαταραχή. Στα μυθιστορήματά του υπάρχουν δύο είδη γυναικών: Οι άγιες, κοριτσάκια χωρίς στήθος, λίγο χλωμά, λίγο ασχημούτσικα, που για εκείνον αντιπροσώπευαν τον ιδανικό έρωτα. Και οι Μαρίνες, πολύ επικίνδυνα θηλυκά και άπιαστα. Ανάμεσα δεν υπήρχε τίποτα. Ο Καραγάτσης δεν βλέπει τη γυναίκα στις φυσικές της διαστάσεις. Είτε την εξαϋλώνει, όπως τη φθισική Βούλα στον Γιούγκερμαν, που πεθαίνει αλλά ως αγία, είτε την περιγράφει ως σούπερ ελκυστική, που όμως είναι πρόστυχη. Δεν θεωρούσε τις γυναίκες ικανές να δημιουργήσουν υψηλή τέχνη. Δεν έχει και πολύ άδικο μεταξύ μας…

 

• Τι εννοείτε;

 

Η ανάγκη των αντρών να μετουσιώσουν σε τέχνη κάτι που κυοφορούν και αναζητεί έκφραση είναι απόλυτη. Οι γυναίκες εκ φύσεως έχουν διέξοδο έκφρασης, άρα η τέχνη είναι συμπληρωματική. Ενώ για τους άντρες αποτελεί ζήτημα ύπαρξης. Δεν εννοώ φυσικά ότι οι γυναίκες είναι κατώτερες. Αλλωστε, ο Καραγάτσης στη «Χίμαιρα» χωρίζει ψυχαναλυτικά τον εαυτό του σε δύο πρόσωπα, τον Μηνά και την Μαρίνα.

 

• Καταφέρνουμε ποτέ να λυτρωθούμε από παλιά, βαθιά τραύματα;

 

Νομίζω ότι μπορούμε να προσπαθήσουμε κι αυτός είναι ένα καλός αγώνας. Καμία, όμως, ψυχανάλυση δεν αρκεί για να συγχωρέσεις όλα εκείνα που συσσωρεύονται ως βαθύτατες οδύνες. Συμφιλιώνεσαι, μαθαίνεις να ζεις όπως μ’ ένα χωρισμό, μια απώλεια. Οταν ενηλικιώνεσαι ψυχικά, όταν αναλαμβάνεις την ευθύνη άλλων ανθρώπων, έχεις πλέον εσύ παιδιά, πόσο θα ασχοληθείς με το τι σου έκαναν όταν ήσουν παιδί;

 

• Ποια είναι η Μαρίνα στη «Μεγάλη χίμαιρα»;

 

Δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, ακόμα και για τον Καραγάτση. Είναι ένα φάντασμα, γι’ αυτό και δεν έβρισκε ποτέ «διανομή». Βαθιά πληγωμένη γυναίκα, επικίνδυνη, μέσα στις νευρώσεις. Δεν την χωρά ο τόπος. Αλλάζει πρόσωπα σαν τον Ιανό. Πότε ένα χαριτωμένο κορίτσι, πότε η γοητευτική, αεράτη γυναίκα των πάρτι. Πότε μαινάδα, υστερική, άνθρωπος που κόβει φλέβες. Η Μαρίνα είναι αέρας. Οπως και ο Μηνάς. Οι δυο τους έχουν κάτι κοινό: πίσω σκέψεις -περισσότερο ο Μηνάς. Εκείνη, πιο φανερή στην νεύρωσή της, αλλά πιο εκρηκτική και απροσδόκητη στις πράξεις, στις μεταμορφώσεις της. Θέλει τον Μηνά κι όταν τον αποκτήσει καταλαβαίνει ότι αυτό που ζητούσε είναι το τέλος. Τον θάνατό της επιζητεί από παιδί, όταν η μητέρα της είχε μετατρέψει το σπίτι τους σε μπορντέλο. Να εξαφανιστεί θέλει. Πρώτα φεύγει από τη Γαλλία με ιδεαλιστικό όραμα μια ανύπαρκτη αρχαία Ελλάδα, που όμως η σύγχρονη εικόνα της την γοητεύει, και μετά εκείνον, τον αδελφό του άντρα της.

 

• Ως εγγονός του Καραγάτση νιώθετε μεγαλύτερη ασφάλεια ασχολούμενος με το έργο του ή αντίθετα αυξάνεται το άγχος σας;

 

Το γεγονός ότι πρόκειται για το μυθιστόρημα του παππού μου δεν σημαίνει ότι το ανεβάζω δικαιωματικά. Δεν κατέχω τίποτα πρωτεία ή γονίδια που με οδηγούν με ασφάλεια. Κι όσοι το υποστηρίζουν αυτό –ακόμα και αν το κάνω καλά- δεν με ενδιαφέρουν ως κοινό. Οχι, δεν μου είναι οικείος ο Καραγάτσης. Αρκετοί ταλαντούχοι σκηνοθέτες θα μπορούσαν να το κάνουν. Με ανησυχεί και ο όγκος της παραγωγής. Το τεχνικό κομμάτι, σινεμά, φωτισμοί, μουσική, είναι απαιτητικό. Στο Φεστιβάλ γίνεται δυσκολότερο. Αγνωστος, ιδιαίτερος χώρος, στον οποίο πρέπει να προσαρμοστούμε γρήγορα, οι «ψείρες» αλλοιώνουν τον ήχο και, μοιραία, ένα μέρος του χάνεται.

* Info: Φεστιβάλ Αθηνών/Πειραιώς 260-Χώρος Η. «Η μεγάλη χίμαιρα» του Μ. Καραγάτση. Διασκευή Στρατής Πασχάλης. Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου. Σκηνικά – Κουστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου. Επιμέλεια κίνησης: Ζωή Χατζηαντωνίου. Μουσική: Κατερίνα Πολέμη. Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου. Παίζουν: Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Νίκος Ψαράς, Ομηρος Πουλάκης, Σοφία Σεϊρλή, Ηλιάνα Μαυρομάτη, Κατερίνα Αποστολοπούλου, Βασιλική Σταυροπούλου, Αλίκη Αλεξανδράκη, Δημήτρης Τάρλοου. 14-17 Ιουλίου, 21.00.

 

…………………………………………

 

«Μου έχει λείψει να βλέπω ηθοποιούς ωραίους και όχι μόνο ταλαντούχους»

 

• Η Αλεξάνδρα Αϊδίνη είναι η Μαρίνα που φανταζόσασταν;

 

Αντικατέστησε τη Σοφία Χιλλ, που αποχώρησε. Τελικά, ισχύει το κάθε εμπόδιο για καλό. Νιώθω ευγνώμων, τυχερός. Η Αλεξάνδρα είναι περισσότερο Μαρίνα από οποιαδήποτε ηθοποιό ξέρω. Ιταλικής καταγωγής από τη μεριά της μητέρας της, κατέχει τον τρόπο να ξενίζεται με την παράλογη ελληνική καθημερινότητα. Η καθολική της παιδεία την οδηγεί πειστικά στη νευρωτική, ενοχική στάση απέναντι στη σεξουαλική επιθυμία. Κάθε πρόβα που κάνει την χρησιμοποιεί για δική της απόλαυση. Κι αυτό συμπαρασύρει τους άλλους, δείχνοντας τον δρόμο προς ένα σύγχρονο θέατρο, γοητευτικό, καθόλου ντιβίστικο. Δείχνει απενεχοποιημένη όταν δοκιμάζει ερωτικές σκηνές, ενώ η στάση της σε ό,τι αφορά πραγματικά το σεξ είναι εξαιρετικής συστολής. Μας εξομολογείται προσωπικά θέματα, που δύσκολα συζητά ηθοποιός ακόμα και στον κλειστό κύκλο πρόβας. Υστερα από πρότασή μου, ανέπτυξε έναν ενδιαφέροντα κώδικα, που θυμίζει πολύ γαλλική νεύρωση τύπου Ιζαμπέλ Ιπέρ. Η Αλεξάνδρα είναι μια εξαιρετική ηθοποιός, θαυμάσιο όργανο και πλήρως ανεκμετάλλευτη. Ακόμα και ο αιθέριος σωματότυπός της σπανίζει. Μου είχε λείψει να βλέπω στη σκηνή ηθοποιούς, εκτός από ταλαντούχους και ωραίους. Και η «Μεγάλη χίμαιρα» δεν γίνεται χωρίς ωραίους ηθοποιούς.

 

[email protected]

 

Scroll to top