Του Γιάννη Σβώλου
Με μια εντυπωσιακή συμμετοχή του Ρώσου πιανίστα Νικολάι Ντεμιντένκο ολοκληρώθηκε ο κύκλος παρουσίασης έργων του Μπραμς από την ΚΟΑ, που υλοποιήθηκε με την υποστήριξη της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα (23/5/2014). Η συναυλία δόθηκε στο Μέγαρο Μουσικής υπό τον Γερμανό αρχιμουσικό Κρίστοφ Πόπεν και άφησε πολύ καλές εντυπώσεις.
Η βραδιά ξεκίνησε με το «Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 2». Μουσικός με μεγάλη, διεθνή σταδιοδρομία και μεγάλη δισκογραφία, ο 59χρονος βετεράνος πιανίστας χάρισε στο αθηναϊκό κοινό μια ερμηνεία που αποτέλεσε ιδανική κορύφωση του πενταμερούς κύκλου, κυρίως διότι διέθετε σε συναρπαστική υπερεπάρκεια τα κατάλληλα μουσικά και εκφραστικά μεγέθη για το συγκεκριμένο έργο-μαμούθ. Από το «νυσταγμένο» ξεκίνημα του Allegro non troppo φάνηκε ότι είχαμε εμπρός μας έναν έμπειρο, ώριμο σολίστα, για τον οποίο το τιτάνιο αυτό κοντσέρτο δεν έκρυβε μυστικά.
Παρά τις συχνά αχαλίνωτες εξάρσεις δυναμικής της ορχήστρας, ο Ντεμιντένκο ηγήθηκε απόλυτα και άνετα της εκτέλεσης. Πελώριος ήχος, στιβαροί α λα Μπραμς «βηματιστοί» πιανισμοί, σβέλτο, αθλητικό ενίοτε και ριψοκίνδυνο φραζάρισμα που συνδύαζε ακρίβεια χορευτή και ρώμη αρσιβαρίστα, ασύλληπτος συνδυασμός ταχύτητας, άνεσης και καθαρότητας ήχου, αδιαπραγμάτευτα από θέσεως ισχύος αναμέτρηση με την ορχήστρα, μεστό συναίσθημα αλλά και –όπου χρειαζόταν– υπέροχοι θύλακες ονειροπόλησης και ελαφράδα χορευτικής κομψότητας, πρόσφεραν μιαν αξέχαστη μουσική εμπειρία. Στη ροή σημειώθηκαν σποραδικά ολισθήματα άνευ σημασίας: εκείνο που κυριάρχησε ήταν η μεθυστική αίσθηση συγκινησιακής αμεσότητας, τρομακτικής τεχνικής άνεσης και υπερχειλίζοντος δυναμισμού, συνδυασμού που όσο απαραίτητος είναι για τα δυο κοντσέρτα του Μπραμς τόσο σπάνια τον συναντά κανείς στις αίθουσες συναυλιών!
Η συναυλία ολοκληρώθηκε με τη «Συμφωνία αρ. 4» του ίδιου συνθέτη. Ο 58χρονος Κρίστοφ Πόπεν αξιοποίησε πλήρως τις κεκτημένες δεξιότητες της ΚΟΑ, διαπλάθοντας μια ωραία δομημένη ερμηνεία, δοσμένη πειστικά με τονισμένες αντιθέσεις, κορεσμένο α λα Μάλερ συναίσθημα (Andante moderato) και δυναμικά αρθρωμένους εμβατηριακούς ρυθμούς. Παρά τη συνειδητή επιλογή του Γερμανού αρχιμουσικού να ωθεί την ορχήστρα σε κορυφωματικούς υπερθεματισμούς, αυτό ουδέποτε συνεπαγόταν ότι η διεύθυνσή του δεν διέθετε πλούτο διαβαθμίσεων και φωτοσκιάσεων.