Της Βασιλικής Γραμματικογιάννη
Κατά τη διάρκεια των ερευνών για το αγνοούμενο μαλαισιανό Μπόινγκ δεν ήταν λίγες οι φορές που, ενώ οι αρχές ανακοίνωναν ότι «τελικά εντόπισαν τα συντρίμμια του αεροσκάφους», λίγες ώρες ή μέρες μετά ανασκεύαζαν, λέγοντας ότι στην πραγματικότητα επρόκειτο για σκουπίδια. Αρκεί λοιπόν να σκεφτεί κάποιος ότι φτάνουν να θυμίζουν ώς και… αεροπλάνο για να αποκτήσει μια αίσθηση του όγκου των σκουπιδιών που ταξιδεύουν στους ωκεανούς. Μια εικόνα τρομακτική…
Τα εκατομμύρια τόνοι των σκουπιδιών που ταξιδεύουν στις θάλασσες, με κυρίαρχο το πλαστικό, προέρχονται κατά 80% από τη στεριά. Γεγονός που αντικατοπτρίζει τόσο την αναποτελεσματική διαχείριση των απορριμμάτων από τα κράτη, όσο και την ελλιπή ενημέρωση των πολιτών, αλλά και την οριστική χρεοκοπία του κατεστημένου παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου. Ο καθηγητής του Εργαστηρίου Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας του Πανεπιστημίου Πατρών Γιώργος Παπαθεοδώρου επιβεβαιώνει ότι «η πλαστική σακούλα μιας χρήσης, το πλαστικό μπουκάλι νερού και το αλουμίνιο αποτελούν το 50% του ρυπαντικού φορτίου του θαλάσσιου πυθμένα».
Οι ζημιές που προκαλούν τα θαλάσσια απορρίμματα είναι τεράστιες τόσο για το περιβάλλον όσο και για την οικονομία αλλά και για τον ίδιο τον πολιτισμό μας. Σύμφωνα με την κ. Μαρία Λουίζα Σίλβα Μέγιας, συντονίστρια του Μεσογειακού Προγράμματος Δράσης των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον, ένα εκατομμύριο πουλιά και 100.000 θηλαστικά πεθαίνουν κάθε χρόνο στη Μεσόγειο εξαιτίας της πλαστικής σακούλας. Τα θαλάσσια θηλαστικά μπερδεύουν τις πλαστικές σακούλες με τις μέδουσες, με αποτέλεσμα να τις τρώνε και να πεθαίνουν. Επιπλέον, τα θαλάσσια απορρίμματα έχουν προκαλέσει, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αλλαγή στη σύσταση του θαλάσσιου υποστρώματος, που οδηγεί στη διαταραχή του οικοσυστήματος και στη μετανάστευση των ειδών. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, περισσότερα από 650 είδη θαλάσσιων οργανισμών επηρεάζονται δυσμενώς από τη μόλυνση των απορριμμάτων, αριθμός που έχει αυξηθεί κατά 40% σε σχέση με 15 χρόνια πριν.
Τα αλιευτικά εργαλεία, όπως τα δίχτυα και τα παραγάδια, που εγκαταλείπονται ή χάνονται στη θάλασσα, είναι μια άλλη μορφή θαλάσσιων απορριμμάτων τα οποία προκαλούν ανεπανόρθωτες ζημιές, αφού εξακολουθούν να «αλιεύουν» προκαλώντας βλάβη στους ιχθυοπληθυσμούς και στους θαλάσσιους οργανισμούς χωρίς κανένας να επωφελείται από τα αλιεύματα.
Για την περιοχή της Μεσογείου ειδικότερα, το πρόβλημα διογκώνεται, αφού πρόκειται για μια κλειστή θάλασσα με έντονη αστική και τουριστική ανάπτυξη στην παράκτια ζώνη της και ανεπτυγμένη ναυσιπλοΐα, με το 30% του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου να πραγματοποιείται στη Μεσόγειο και να μεταφέρεται το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πετρελαίου.
Επειδή όμως τα θαλάσσια απορρίμματα δεν γνωρίζουν σύνορα, αφού μετακινούνται ελεύθερα στους ωκεανούς, αποτελούν ένα διαρκώς εντεινόμενο παγκόσμιο πρόβλημα, που βάζει σε σκέψεις τη διεθνή κοινότητα αφού επηρεάζει αρνητικά περιοχές σε μεγάλη απόσταση από την πηγή της προέλευσής τους. Πολύ απλά, δηλαδή, η διαχείριση των θαλάσσιων απορριμμάτων είναι ένα κοινό πρόβλημα που επηρεάζει όλους και απαιτεί τη συνεργασία όλων για να λυθεί.
Για την ανάδειξη του θέματος το Μεσογειακό Γραφείο Πληροφόρησης για το Περιβάλλον, τον Πολιτισμό και την Αειφόρο Ανάπτυξη (MIO-ECSDE) οργάνωσε στην Αθήνα τον Μάιο μια σειρά από εκδηλώσεις, με τη συμμετοχή θεσμικών φορέων. Ο επίτροπος Περιβάλλοντος Janez Potocnik που παρευρέθη δήλωσε σχετικά: «Ανανεώσαμε την πολιτική δέσμευσή μας για την απορρύπανση της Μεσογείου και λάβαμε σημαντικά μέτρα για να εντείνουμε τη συνεργασία μας».
Μία από τις πρωτοβουλίες-κλειδιά για την απορρύπανση της Μεσογείου είναι το ευρωπαϊκό πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» που έχει στόχο μέσα από εκδηλώσεις να ενημερώσει τους πολίτες αλλά και να αντιμετωπίσει τις πηγές ρύπανσης της Μεσογείου. Ο κυριότερος στόχος όμως είναι να ενημερώνει τα Κοινοβούλια των μεσογειακών χωρών ώστε να αναζητούν κοινούς τρόπους αντιμετώπισης της ρύπανσης.