22/06/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Μουσείο Ακρόπολης

Πέντε χρόνια στην κορυφή

Χθες έκλεισε πέντε χρόνια λειτουργίας και μετρά ήδη επιτυχίες, Οι «Sunday Times» το κατέταξαν στην τρίτη θέση ανάμεσα στα 50 καλύτερα μουσεία του κόσμου, ενώ πριν από τρία χρόνια ψηφίστηκε από την Ενωση τουριστικών συντακτών Βρετανίας ως το καλύτερο στον κόσμο. Το 2011 περιελήφθη στα έξι καλύτερα κτίρια της Ευρώπης που ήταν υποψήφια για τα.
      Pin It

Της Χαράς Τζαναβάρα / Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης

 

Η ανάγκη για την κατασκευή του νέου μουσείου για τα πολύτιμα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Ακρόπολης είχε διατυπωθεί από το 1885, αλλά χρειάστηκε να περάσει πάνω από ένας αιώνας για να μπει ο θεμέλιος λίθος, αφού προηγουμένως η χωροθέτησή του πέρασε από όλες τις πιθανές τοποθεσίες της ευρύτερης περιοχής.

 

Η «ξεχασμένη» υπόθεση επανήλθε μετά τη Μεταπολίτευση με πρωτοβουλία τού τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή και προκηρύχθηκαν δύο αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί (1976 και 1979) που κρίθηκαν άγονοι. Απέκτησε όμως δυναμική μόλις το 1999 όταν η Μελίνα Μερκούρη σκέφτηκε να συνδέσει το νέο μουσείο με την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Χρειάστηκαν και άλλοι δύο αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί και πολλές αντεγκλήσεις ώς την έναρξη των έργων το 2000. Στόχος ήταν να είναι έτοιμο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά τα εγκαίνια έγιναν μόλις στις 20 Ιουνίου 2009.

Η πρώτη προσπάθεια

 

Το είπαν νέο γιατί υπάρχει και παλιό, που έπαψε να λειτουργεί από το 2008. Το πρώτο μουσείο της Ακρόπολης, που βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του Ιερού Βράχου, βασίστηκε σε σχέδια του Παναγιώτη Κάλκου (1810-1878). Με σπουδές στη Γερμανία ήταν ένας από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες του τότε νεοσύστατου ελληνικού κράτους, με συμμετοχές σε κτίρια γοήτρου της πρωτεύουσας, όπως η μητρόπολη της Αθήνας, το κατεδαφισμένο Βαρβάκειο Σχολείο, το Δημοτικό Βρεφοκομείο, ενώ είχε σημαντική συμβολή στην ολοκλήρωση της κατασκευής του Αρχαιολογικού Μουσείου.

 

Το κτίριο είναι πέτρινο, έχει έκταση περίπου 800 τετραγωνικά και περιλαμβάνει 11 αίθουσες, ενώ επιλέχθηκε να διαθέτει μόνον ένα όροφο για να εναρμονίζεται με την τοπογραφία του Ιερού Βράχου. Κατά τις εκσκαφές για τη θεμελίωσή του αποκαλύφθηκαν τμήματα του μυκηναϊκού τείχους της Ακρόπολης, τα οποία διατηρούνται στα υπόγεια του μουσείου. Στέγασε τα πρώτα διάσπαρτα Μάρμαρα του Παρθενώνα, αλλά πολύ γρήγορα αποδείχθηκε μικρό για να δεχθεί τις νέες αρχαιότητες, ιδιαίτερα αυτά που είχαν φέρει στο φως οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές της περιόδου 1885-90. Πρόκειται για γλυπτά που είχαν καταστρέψει οι Πέρσες κατά τη δεύτερη εισβολή τους στην Ελλάδα (480-479 π.Χ.).

 

Το 1888 έγινε η πρώτη μικρή προσθήκη, που κατεδαφίστηκε για να προστεθεί το 1955 μια μεγαλύτερη πτέρυγα, σε σχέδια του Πάτροκλου Καραντινού. Η νέα επέκταση «σκόνταψε» σε τμήμα του ιερού του Πανδίωνος, που χρονολογείται τον 5ο π.Χ. αιώνα. Εναν χρόνο αργότερα στην ανατολική πλευρά του μουσείου τοποθετήθηκε πρόπλασμα θριγκού σε φυσική κλίμακα και σε δωρικό ρυθμό. Πρόκειται για «δάνειο» από τους ναούς της αρχαιότητας, αποτελούμενο από τρία τμήματα, το επίστηλο, τη ζωφόρο και την κορωνίδα.

Τριάντα χρόνια σχέδια

 

Οι περιπέτειες του νέου μουσείου κράτησαν πάνω από 30 χρόνια. Ο διεθνής -τρίτος κατά σειρά- αρχιτεκτονικός διαγωνισμός προκηρύχθηκε το 1989 και δέκα χρόνια μετά ακυρώθηκε όταν αποκαλύφθηκαν σημαντικές αρχαιότητες των ρωμαϊκών και πρώιμων βυζαντινών χρόνων στο οικόπεδο Μακρυγιάννη. Εξετάστηκαν στη συνέχεια άλλες δύο θέσεις: στην Κοίλη στα βόρεια του λόφου των Νυμφών και στον χώρο του Διονύσου, για να επανέλθουν στην αρχική επιλογή θέσης, με το επιχείρημα ότι το νέο μουσείο θα… «συνομιλεί» με την Ακρόπολη από την οποία απέχει περίπου 200 μέτρα.

 

Παρά τις αντιρρήσεις, το 2000 έγινε διεθνής πρόσκληση σε 12 αρχιτεκτονικά γραφεία να υποβάλουν τις προτάσεις τους ενώ συνεχίζονταν οι αντεγκλήσεις μεταξύ κορυφαίων αρχαιολόγων και αρχιτεκτόνων για τη χωροθέτηση του έργου. Συνολικά υποβλήθηκαν πάνω από 140 καταγγελίες, από Ελληνες και ξένους ειδικούς. Με μία μόλις ψήφο, το ΣτΕ επικύρωσε την επιλογή για το οικόπεδο Μακρυγιάννη και οι εργασίες ξεκίνησαν με βάση τα σχέδια που είχε υποβάλει ο Γαλλοελβετός Μπερνάρ Τσουμί σε συνεργασία με το γραφείο Μιχάλη Φωτιάδη.

 

 Ο αρχιτέκτονας

 

Αρχιτέκτονας από… κούνια, καθώς ο Μπ. Τσουμί ακολούθησε τα βήματα του μηχανικού πατέρα του, ο οποίος υπήρξε ιδρυτής του Πολυτεχνείου της Λωζάννης. Με γραφείο στη Νέα Υόρκη και με λαμπρή καριέρα καθηγητή στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Κολούμπια, έχει να παρουσιάσει πλούσιο έργο, με πιο σημαντικό τη διαμόρφωση του πάρκου της Βιλέτ στο Παρίσι. Απόφοιτος αμερικανικών κολεγίων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται το ΜΙΤ, ο Μ. Φωτιάδης έχει διατελέσει επισκέπτης καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις.

 

Τα σχέδια που υπέβαλαν είναι ένα παιχνίδι με το φως και τους όγκους του συγκροτήματος των 23.000 τετραγωνικών, από τα οποία τα 14.000 αποτελούν τους εκθεσιακούς χώρους, όπου προβάλλονται πάνω από 4.000 πολύτιμα Μάρμαρα. Οι δύο πρώτοι όροφοι όπου εκτίθενται τα πολύτιμα ευρήματα έχουν ντυθεί από μπετόν, αφού κατά τον Μπ. Τσουμί είναι το υλικό που απορροφά τη φυσική ακτινοβολία του μάρμαρου. Το φυσικό φως φτάνει στο εσωτερικό μέσα από ανοίγματα με επιλεγμένο προσανατολισμό. Στον επάνω όροφο, όπου βρίσκονται τα γλυπτά του Παρθενώνα, κυριαρχεί το γυαλί, ώστε να προβάλλονται τα εκθέματα στη φυσική τους θέση.

 

Για να αναδειχθούν τα αρχαιολογικά ευρήματα που ήρθαν στο φως κατά τις εργασίες θεμελίωσης χρειάστηκε να μετακινηθούν τα 92 υποστυλώματα του κτιρίου μέχρι να βρεθούν στην τελική τους θέση, ενώ το 2011 δόθηκε στο κοινό το γυάλινο δάπεδο στο πρώτο επίπεδο που λειτουργεί ως βιτρίνα για τα φυσικά, υπόγεια εκθέματα του μουσείου.

 

«Σήμερα, μπορούμε πλέον με βεβαιότητα να διαπιστώσουμε ότι το οικόπεδο Μακρυγιάννη ήταν εντελώς ακατάλληλο να υποδεχθεί το νέο κτίριο. Είναι προφανές και στον πλέον καλόπιστο κριτή ότι απαιτούνταν τουλάχιστον υπερδιπλάσιος χώρος για το μέγεθος και τις απαιτήσεις του νέου μουσείου, παράλληλα με την ανάγκη διατήρησης των καταπληκτικών ερειπίων της βυζαντινής συνοικίας που έφερε στο φως η ανασκαφή», έγραφε εύστοχα το 2009 ο καθηγητής της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πολυτεχνείου, Τάσης Παπαϊωάννου, συνεργάτης της «Εφ.Συν.».

 

………………………………………………………….

1. Το βάφτισαν άχρηστο

 

Στην Κατοχή τα εκθέματα του παλιού μουσείου φυγαδεύτηκαν για να διασωθούν και κρύφτηκαν τα περισσότερα στα υπόγεια του Αρχαιολογικού Μουσείου και ορισμένα σε σπηλιές γύρω από την Ακρόπολη. Επανήλθαν στις θέσεις τους ώς το 1964, μετά την κατασκευή της επέκτασης. Σήμερα το παλιό μουσείο έχει αποχαρακτηριστεί και κινδυνεύει με κατεδάφιση ως… άχρηστο!

2.  Ο… γείτονας

 

Δίπλα στο μοντέρνο συγκρότημα του νέου μουσείου υπάρχει το κτίριο Βάιλερ, το οποίο φέρει το όνομα του Βαυαρού αρχιτέκτονα που το σχεδίασε. Κατασκευή του 1834, ήταν ένα από τα σημαντικότερα δημόσια κτίρια της εποχής. Λειτούργησε ως στρατιωτικό νοσοκομείο και σήμερα στεγάζει το Κέντρο Σπουδών Ακρόπολης.

3.  Σώθηκαν

 

Τα «παρατράγουδα» συνεχίστηκαν και μετά τη λειτουργία του νέου μουσείου. Το 2007 προχώρησε ο αποχαρακτηρισμός δύο νεοκλασικών επί της πεζοδρομημένης Διονυσίου Αρεοπαγίτου, με το «επιχείρημα» ότι εμπόδιζαν τη θέα προς την Ακρόπολη. Χρειάστηκε νέα κινητοποίηση για να διατηρηθούν τα δύο κτίσματα.

 

[email protected]

 

Scroll to top