Μουντιαλικά
Καλησπέρα, διαβάζω την εφημερίδα σας εδώ και καιρό και η αλήθεια είναι ότι μου δημιουργήθηκε μια συμπάθεια λόγω της σκοπιάς που βλέπατε την πραγματικότητα, την ενημέρωση που παρέχετε και γενικότερα την πληθώρα των άρθρων που διάβαζα. Τις τελευταίες μέρες με έχετε απογοητεύσει πλήρως με τη στάση που κρατάτε για το Μουντιάλ. Η στάση σας μου θυμίζει την Αριστερά του καναπέ που αντιλαμβάνεται σε κάποιο βαθμό τα κακώς κείμενα στην κοινωνία και στο σύστημα αλλά διαλέγει μια παθητική στάση για αυτά, νικημένη από την ανάγκη για το θέαμα και θυσιάζοντας ιδεολογίες στον βωμό του κέρδους. Περίμενα από σας μια διαφορετική στάση (έτσι με κάνατε εσείς να νομίζω) στο θέμα του Μουντιάλ, προβάλλοντας κυρίως στα άρθρα σας τον εξεγερμένο λαό της Βραζιλίας, τον εξαθλιωμένο λαό που υποφέρει από αυτό το σύστημα και επικρίνοντας τη στάση της βραζιλιάνικης αστικής τάξης και, στην τελική, την παγκόσμια αστική τάξη που συμβάλλει σε όλο αυτό (FΙFΑ, πολυεθνικές, κ.λπ.).
Γιάννης Γιαλούρης
Απάντηση: Το Μουντιάλ δεν είναι ούτε «δεξιό» ούτε «αριστερό». Πρόκειται για ένα μεγάλο πανηγύρι που ενδιαφέρει δισεκατομμύρια ποδοσφαιρόφιλους, ενώνει ανθρώπους, φτιάχνει φιλίες και ανακατεύει κουλτούρες άγνωστες μεταξύ τους με κοινό παρονομαστή την μπάλα. Σε κάθε περίπτωση, η FΙFA και οι πολυεθνικές που τη στηρίζουν είναι λογικό να το εκμεταλλεύονται. Οποιος μπει στο σούπερ μάρκετ, αγοράζει συνήθως τα προϊόντα κάποιας πολυεθνικής, τα καταναλώνει και ευχαριστιέται χωρίς να σκέφτεται την… εταιρεία ή τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τα παράγει. Οι αντιδράσεις του «εξαθλιωμένου λαού» βρίσκουν φιλοξενία καθημερινά στις στήλες μας, αλλά από την άλλη, ο κόσμος παίζει και βλέπει μπάλα. Κι αυτό δεν μπορούμε να το υποβαθμίσουμε σε μέρες ποδοσφαιρικής χαράς εξαιτίας παράλληλων γεγονότων και καταστάσεων που συμβαίνουν έξω από τα γήπεδα. Αυτή είναι η άποψή μου με την οποία δεν είναι απαραίτητο να συμφωνείτε.
Ν.Ασ.
…………………………………………….
Η τσέπη και ο φόρος
Εμφανίστηκε με ένα ημίψηλο καπέλο στα χρώματα των Τόρηδων. Κάπου στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1970. Είχαν εθνικές εκλογές. Στα σκώμματα των συναδέλφων του, στράφηκε για στήριξη σε μένα.
«Εσείς, ντόκτορ, αν ήσαστε Εγγλέζος, τι θα ψηφίζατε;»
Του απάντησα σιβυλλικά: «Εγώ νιώθω τον εαυτό μου εργάτη».
Αυτός απλός νοσοκόμος, η αφεντιά μου γιατρός βαθμοφόρος. Βιάστηκαν να με κάνουν επιμελητή. Στην αναπάντεχη απάντησή μου, θέλησε να μου υπενθυμίσει την ταξική μου θέση και ξαναρωτά: «Τι μισθό παίρνετε;»
Και εγώ κοφτά: «235 λίρες».
«Αδύνατον!» μου λέει, «ο συνάδελφός σας ντόκτορ Πάλατ (ομόβαθμός μου Ινδός) μου είπε ότι παίρνει 290 λίρες και…» (κάτι ψιλά, δεν θυμάμαι). Του δείχνω το υποκατάστημα της τράπεζας μέσα στο Νοσοκομείο και του λέω:
«Χθες πληρώθηκα και έβαλα στην τσέπη μου 235 λίρες».
«Στην τσέπη σας; Και ο φόρος;»
Συνειδησιακά είχε ενσωματώσει τον φόρο στον μισθό. Και είχε δίκιο! Κάποια απ’ αυτά τα χρήματα του έρχονταν πίσω με τη μορφή κοινωνικής πρόνοιας, όπως: σωστή φορολογία, σωστό ΕΣΥ, σχολικά γεύματα παιδιών, υπολογίσιμα οικογενειακά επιδόματα, γονικές άδειες, ασφάλεια, δικαιοσύνη… Βέβαια το κράτος του είχε βάλει και ίσως διατηρεί ακόμη κάποια τάξη, ληστεύοντας τη μισή υδρόγειο, αλλά και με σκληρούς και ματωμένους αγώνες των εργαζομένων του. Εγώ όμως ποτέ δεν ένιωθα και ακόμη δεν νιώθω έτσι… Παντού έβλεπα και βλέπω Τσοχατζόπουλους.
Το κράτος μου το βίωσα και το βιώνω ξένο! Μόνο μια φορά σαν όνειρο θυμάμαι τον κόσμο σύσσωμο να πιστεύει και να κινεί βουνά. Ηταν τον καιρό της μεγάλης Εθνικής Αντίστασης. Τότε στις ελεύθερες περιοχές της πατρίδας μας γινόταν κοσμογονία! Αδελφοσύνη, σύμπνοια, δημιουργία, πολιτισμός, μεθύσι συμμετοχής, θυσίας και δίκαιη τιμωρία. Το κράτος ανήκε στον λαό! Τι να γίνει; Υπάρχουμε κάποιοι που τότε ήμασταν παιδάκια. Ζούμε ακόμη και θυμόμαστε… Ο καινούργιος υπουργός Οικονομικών και οι συνάδελφοί του, στους οποίους αφιερώνω τούτο το σημείωμα, δεν είχαν ακόμη γεννηθεί…
Μπάμπης Δαμουλιάνος
Ευαγγελάτος
συνταξιούχος του ΤΣΑΥ, Βριλήσσια
…………………………………………….
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΑΕΚ
Οποτε με ρωτούν τι ομάδα είμαι, λέω πως είμαι ΑΕΚ. Κατά βάθος λέω ψέματα: το λέω επειδή ο πατέρας μου ήταν ΑΕΚ, ήμουν κι εγώ, αλλά σε άλλες εποχές, τότε που οι αθλητές έπαιζαν «για τη φανέλα» και η μόνη τους υλική αμοιβή ήταν ίσως κάποιο χαρτζιλίκι ή, το πολύ πολύ, μια αργομισθία στην Εταιρεία Υδάτων. Στην πραγματικότητα, δεν είμαι με καμία από τις ομάδες του επαγγελματικού ποδοσφαίρου ή του επαγγελματικού αθλητισμού γενικότερα.
Κατά τη γνώμη μου, ο «αθλητισμός» αυτός μόνο αθλητισμός δεν είναι. Αν συμφωνούμε ότι τα πραγματικά αθλητικά ιδανικά είναι η καλλιέργεια του σώματος και της ψυχής και η χαρά του παιχνιδιού, τι σχέση έχουν αυτά με τη ροή αμύθητων ποσών -βρόμικων ή μη, λεπτομέρεια- την ώρα που οι λαοί πεινάνε (βλ. Μουντιάλ), τι σχέση έχουν με την εμπορική διαφήμιση, την προσωπολατρία, τη γενικευμένη ντόπα, τους τοπικισμούς και τους εθνικισμούς, την «προβολή του κυβερνητικού έργου», την απουσία κάθε χαράς -εκτός από εκείνην που φέρνει ο προσπορισμός ή το ξέπλυμα μεγάλων χρηματικών ποσών- με άλλα λόγια τι σχέση έχουν με τη διαφθορά, τη διαφθορά που φτάνει στο σημείο να γίνεται άγραφος νόμος, με αποτέλεσμα άνθρωποι που κατηγορούνται για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου να ηρωοποιούνται και να εκλέγονται σε καίριες πολιτικές θέσεις γιατί «ό,τι κι αν έκαναν το έκαναν για το καλό της ομάδας».
Νά γιατί ήταν για μένα μεγάλη και δυσάρεστη έκπληξη η εμπλοκή του ΣΥΡΙΖΑ στο θέμα του γηπέδου της ΑΕΚ. Τι σχέση έχει η Αριστερά με όλα αυτά, τη στιγμή μάλιστα που διακυβεύεται η τύχη ενός δημόσιου άλσους προκειμένου να υπηρετηθούν αυτά τα σύγχρονα «αθλητικά ιδανικά»; Ενας από τους λόγους π.χ. που δεν θεωρώ αριστερά τα καθεστώτα του πρώην Ανατολικού Μπλοκ είναι ότι όχι μόνο ποτέ δεν αρνήθηκαν τα ως άνω συστατικά του επαγγελματικού αθλητισμού και του πρωταθλητισμού -προς όφελος ενός αθλητισμού για όλους, όπως θα ‘πρεπε- αλλά, αντίθετα, τα υιοθέτησαν και τα καλλιέργησαν στο έπακρο με τις γνωστές τραγικές συνέπειες (της ντόπας, κυρίως) για την υγεία των αθλητών και των αθλητριών αλλά και για τα αθλητικά ιδανικά. Χαρακτηριστική εν προκειμένω υπήρξε η περίπτωση της Ανατολικής Γερμανίας…
Οσο για το ίδιο το γήπεδο, μπορώ, ως αρχιτέκτονας, να σας βεβαιώσω ότι ο Αλμπερτ Σπέερ (ο αρχιτέκτονας του Χίτλερ) θα προσυπέγραφε ευχαρίστως αυτό το μνημειώδες κιτς της «μεγαλοπρέπειας».
Ανδρέας Δάνος
Αθήνα