07/07/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

«Απάνθισμα εκλεκτών διηγημάτων»

«Το ελληνικόν διήγημα. Η Ανθολογία του Κωνστ. Φ. Σκόκου», φιλολογική επιμέλεια Κατερίνα Κωστίου – Νίκος Φαλαγκάς, Νεοελληνική βιβλιοθήκη, Ιδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 2014, τόμος Α σελ. 444, τόμος Β σελ. .
      Pin It

Ενα δίτομο, χορταστικό «απάνθισμα εκλεκτών διηγημάτων» της λογοτεχνίας μας («μετά γραμματολογικού σημειώματος και των εικόνων των συγγραφέων») κατ’ εκλογήν και επιμέλειαν Κωνσταντίνου Φ. Σκόκου (1854-1929). «Χιουμοριστής χρονογράφος και σκαλαθυρματογράφος» (κατά τον Ξενόπουλο), λυρικός ποιητής στα νιάτα του, σατιρικός πνευματώδης επιγραμματοποιός και παρωδός των ρομαντικών υπερβολών αργότερα, επιφανής, εν ολίγοις, λόγιος της εποχής του, ο Σκόκος, έμεινε στην ιστορία της γραμματολογίας μας κυρίως ως εκδότης του «Εθνικού Ημερολόγιου», όπως μετονομάστηκε από το 1891, το «Ημερολόγιο του Σκόκου», που εξέδιδε ανελλιπώς από το 1886 έως το 1918. Γνωστός και με το ποιητικό ψευδώνυμο «Σατανάς», έλαμψε στα τέλη του 19ου – αρχές του 20ού αιώνα ως εκδότης αυτού του μακρόβιου περιοδικού εντύπου που αποτύπωνε κατ’ έτος «την φιλολογικήν φυσιογνωμίαν» της «λογογραφικής κινήσεως και παραγωγής» σε Ελλάδα και εξωτερικό. Στις σελίδες του φιλοξενήθηκε για πρώτη φορά ο «ηδυεπής και αβρότατος ποιητής κ. Κώνστ. Καβάφης». Ετσι, μόνο τυχαίο δεν είναι που ο Σκόκος θεωρήθηκε «αρμοδιώτερος» λόγω της τριβής του με τη σύγχρονη λογοτεχνική κίνηση να αναλάβει το έργο της ανθολόγησης. Ενα ετήσιο λογοτεχνικό έντυπο διέπεται από παρόμοια λογική.

 

Πρόκειται για τη σημαντικότερη ανθολογία διηγήματος στην Ελλάδα, έπειτα από τα «Ελληνικά Διηγήματα» (1896) του Γεωργίου Κασδόνη (βλ. τώρα Πατάκης, 2004), και η φιλολογική έκδοση, στη γνωστή άρτια σειρά του Ιδρύματος, συνοδεύεται από αναλυτική «Εισαγωγή» (πορτρέτο επιμελητή, εκδοτικές αρχές κτλ.) και «Εκδοτικό σημείωμα» της Κατερίνας Κωστίου, και σχολαστικό «Επίμετρο» (κριτικά κείμενα πρόσληψης, συγκριτικοί πίνακες περιεχομένων με άλλες ανθολογίες, πρώτες δημοσιεύσεις, διαφορές με προηγούμενες εκδόσεις κτλ.) του Νίκου Φαλαγκά. Αμφότερα φωτίζουν ποικιλοτρόπως την εκδοτική διαδρομή των διηγημάτων και τη θέση του βιβλίου στην ελληνική ιστορία της ανθολόγησης του είδους (1888-1928).

 

Η δίτομη έκδοση ανθολογεί 71 διηγήματα 68 συγγραφέων (οι Εφταλιώτης, Μητσάκης και ο ανθολόγος ανθολογούνται με 2 διηγήματα), ανάμεσά τους και 4 γυναίκες (Αλεξάνδρα και Αρσινόη Παπαδοπούλου, Αιμιλία Δάφνη και Γαλάτεια Καζαντζάκη). Ακραία χρονικά όρια «Το χρυσούν μαστίγιο» του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή (περιοδ. «Ευτέρπη» 1848) και το «Κακό συναπάντημα» του Ιωάννη Κονδυλάκη («Πρώτη Αγάπη», Χανιά, 1919). Δίπλα στους παλιότερους (τον προαναφερθέντα Ραγκαβή ή τον Νικόλαο Δραγούμη), εμφανίζονται και νεότεροι (Παρορίτης, Ροδοκανάκης κ.ά.). Περιέχονται τουλάχιστον τρία ανέκδοτα, μέχρι την έκδοση, διηγήματα (του Πασαγιάννη, της Δάφνη και του Δημήτρη Χατζόπουλου), ενώ ένα μεγάλο μέρος της ύλης προέρχεται από επιλογές του ανθολόγου ήδη στο περιοδικό του.

 

Η έμφαση, ήδη από τον τίτλο, δίνεται στον εθνικό χαρακτήρα των διηγημάτων. Αν και η ανθολόγηση είναι προσωποκεντρική, συχνά τα κείμενα συσσωματώνονται κατά τόπους θεματικά. Το περιεχόμενο ποικίλλει: ιστορικά διηγήματα (πρόσφατη ιστορία, ελληνική επανάσταση και Βυζάντιο), ψυχογραφήσεις, κείμενα που στέκονται κριτικά απέναντι στις κοινωνικές συμβάσεις ή αποτυπώνουν την αστική και αγροτική ή ναυτική ζωή, ιστορίες ζώων κτλ. Δίπλα στα αναμενόμενα ονόματα ανθολογούνται και λησμονημένες σήμερα φωνές της εποχής, όπως του δημοσιογράφου και γνωστού μετέπειτα μεταφραστή της γερμανικής ποίησης Λάμπρου Αστέρη. Ευνοείται αναμφίβολα η λεγόμενη γενιά του 1880 με το βάρος να πέφτει στην παραγωγή της τελευταίας τριακονταετίας, όταν, κατά τον ανθολόγο, «το διήγημα βρήκε τον αληθινό του δρόμο»: αλλαγή θεματολογίας και τρόπου γραφής, επικράτηση της δημοτικής γλώσσας. Στο ιστορικό διάγραμμα της εξελίξεως του διηγήματος στην Ελλάδα που φιλοξενεί ο πρόλογος η στροφή του είδους πιστώνεται στον Βιζυηνό: «έδωσε οριστικήν κατεύθυνσιν και απεκρυστάλλωσε την αλληθινήν μορφήν του Νέο-ελληνικού διηγήματος». Ο καθαρολόγος Σκόκος αναγνωρίζει ότι στα διηγήματα των Βικέλα, Παπαδιαμάντη, Δροσίνη, Καρκαβίτσα, Ξενόπουλου, Μωραϊτίδη, Βλαχογιάννη, Χριστοβασίλη, Νιρβάνα, Τραυλαντώνη, Θεοτόκη κ.ά. εμφανίζονται τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του αληθινού λαού.

 

Ωστόσο λάμπει διά της απουσίας του ο Ψυχάρης και από τις γυναίκες η Ευγενία Ζωγράφου. Μεροληψία ή η εγγενής σε κάθε επιλογή «αποδεκατιστική» λογική, αναρωτιέται στην εισαγωγή η Κωστίου, σχολιάζοντας τις κριτικές επιθέσεις. Αναπόφευκτο. Κάθε φορά που κάποιος αποπειράται τη δημιουργία ενός κανόνα ή μιας ανθολογίας, κάθε φορά που κάποιος «επιλέγει» ένα «όνομα» για ένα βραβείο ή μία διάκριση, η κριτική καιροφυλακτεί.

 

Οπως και να έχουν τα πράγματα, βρισκόμαστε στα 1920. Μια κρίσιμη μεταβατική εποχή. Ο Ρομαντισμός είναι πίσω, η γενιά του ’80 μπορεί να έχει κυριαρχήσει, ωστόσο νέες τάσεις έχουν εμφανιστεί και σε λίγο ανατέλλει η γενιά του ’30. Στην επόμενη ανθολογία, που εκδίδεται το 1923, από τους 24 συγγραφείς που επιλέγονται μόνο ένας ανθολογείται από τον Σκόκο. Ωστόσο η ανθολογία του, πληρώντας σε γενικές γραμμές τα κριτήρια της αντιπροσωπευτικότητας και της ποιότητας, αντικατοπτρίζει την εξέλιξη της ελληνικής διηγηματογραφίας, και αποτυπώνοντας τη λογοτεχνική κίνηση της εποχής (: τους μέσους όρους), δίνει ταυτόχρονα μια πανοραμική εικόνα της αφηγηματικής μας πεζογραφίας κατά το 1920. Η συγχρονία τέμνει τη διαχρονία.

 

Εύλογα τα ερωτήματα που θέτει η εισαγωγή της επιμελήτριας στον μελλοντικό ερευνητή. Πώς επηρεάζουν οι ανθολογίες τον ορίζοντα αναμονών των αναγνωστών και τη διαμόρφωση του λογοτεχνικού Κανόνα; Οσο για την εμβέλεια του εγχειρήματος του Σκόκου, να σημειωθεί ότι από τους 68 συγγραφείς που ανθολογεί το 1920, οι 45 ανθολογούνται και στη νεότερη έγκυρη ανθολογία του Σοκόλη. Εννέα μάλιστα από αυτούς με το ίδιο διήγημα.

 

 

Scroll to top