Το άρθρο του Ακη Μπουκ, που μεταμορφώθηκε αίφνης σε Θεοφύλακτο Μπουκουριάδη, απελευθέρωσε τα καταπιεσμένα ορμέμφυτα του προσωπικού της «Προχθεσινής». Ο βετεράνος οικονομικός συντάκτης Μπάμπης Ευθυμίου, όστις έπνεε μένεα εναντίον του Μπρη για τη δημοσίευση των κατάπτυστων -όπως τα χαρακτήριζε- ρεπορτάζ του Νικάνορος, έλαβε πρώτος το μήνυμα.
Τα συνήθη καταθλιπτικά κείμενά του περί τα απεχθή μνημονιακά μέτρα έφεραν εφεξής τη βαρύγδουπη υπογραφή: του Χαραλάμπους Παπαευθυμιοκωνσταντινοσταματελόπουλου. Πρόσθεσε το βαφτιστικό του μπαμπά και το πατρικό της μητέρας του στο επίθετό του, θυμήθηκε ότι ο μπατζανάκης του προπάππου του είχε χρηματίσει ένα φεγγάρι ιερέας -παρότι τον ξούρισαν κόντρα αργότερα για ηθικής φύσεως ολισθήματα- και κάπως έτσι, εύκολα κι απλά, δημιούργησε ένα δεκαεξασύλλαβο ισοδύναμο του επωνύμου που προξενούσε πάταγο, φέρνοντας τα πάνω κάτω στην επικαιρότητα.
Το παράδειγμά του μιμήθηκαν οι πιο αβρές και επιτηδευμένες γραφίδες της εφημερίδας που, κάνοντας φύλλο και φτερό το γενεαλογικό τους δέντρο, ανακάλυπταν λησμονημένα τοπωνυμικά, επαγγελματικά και παρατσούκλια, τα οποία προσέδιδαν μέγεθος και αίγλη στο ονοματεπώνυμό τους. Οι γυναίκες επιστράτευσαν τα οικογενειακά των συζύγων τους· ιδίως όσες τους είχαν διαζευχθεί, εμφανίζοντάς τους σαν τέρατα στα ακροατήρια των δικαστηρίων. Της Δανάης Ηλέκτρας Μαραγκοδημητρακοπούλου-Στρατηγάκου, ήταν ένα τυπικό και ηχηρό παρόμοιο.
Η αριστερή στήλη των σελίδων της «Προχθεσινής» παρέμενε πάντοτε επιδεικτικά λευκή, προκαλώντας τις ονοματολογικές κατασκευές των οιστρηλατούντων συντακτών. Οι πονηρότεροι υπέγραφαν τα κομμάτια δύο και τρεις, ακόμα και τέσσερις μαζί. Δεν τους κόστιζε το παραμικρό. Ούτως ή άλλως, δεν χρειαζόταν να πληκτρολογήσουν ούτε λέξη.
Στα μέσα της εβδομάδος ο βρεγμένος φάκελος με τα πονήματα του Νικάνορα είχε αδειάσει, καίτοι ο Πρώιος τα σελιδοποιούσε με φειδώ. Αναγκάστηκε να επικοινωνήσει με τη μάνα του ο ίδιος ο Ρωκ, που δεν είχε μεγεθύνει παρεμπιπτόντως το όνομά του όπως και ο Μπρης, συγχαίροντάς την θερμώς για τις αρετές του κανακάρη της και αναγγέλλοντας, με άκρα επισημότητα, την πρόσληψή του στην εφημερίδα. Σημείωσε ότι πρέπει να του μιλήσει, αλλά εκείνη υπενθύμισε ότι δεν κουβαλάει μαζί του κινητό. «Με παίρνει κάθε Παρασκευή και με καθησυχάζει πως είναι καλά. Ενας Θεός ξέρει τι του συμβαίνει στην άκρη του κόσμου» αποκρίθηκε. Ο εκδότης ευχήθηκε τα καλύτερα, εξηγώντας πως επείγει να τον εφοδιάσει με φρέσκα ρεπορτάζ.
Στον υπάλληλο με το μηχανάκι παρέδωσε τη Δευτέρα το απόγευμα η περήφανη μητέρα μια λίστα με τριάντα δύο τίτλους θεμάτων που έκρυβε ο γιος της στις σελίδες του «Εγχειριδίου ερευνητικής δημοσιογραφίας» και παρέλαβε μια επιταγή τριών χιλιάδων ευρώ στο όνομά της. Περιχαρής κατέθεσε το ποσόν πρωί πρωί στο βιβλιάριό του, που περιείχε λίγα ψιλά. Τα υπόλοιπα εξανεμίζονταν στους θολούς ουρανούς των Ινδιών.
Ο Νικάνωρ διατηρούσε μια ασαφή εικόνα των τεκταινόμενων από τις ενθουσιώδεις διηγήσεις της μαμάς, τις οποίες θεωρούσε υπερβολικές. «Αν ισχύουν τα μισά απ' όσα λέει, είμαι το μεγαλύτερο όνομα στον ελληνικό Τύπο», έλεγε στη Μιχάλ χασκογελώντας.
(Συνεχίζεται…)
Μετέωρος [email protected]