13/07/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Δεν αρκεί η «συνταγή» Κοέλιο…

Από την επιστολή μιας άνεργης κοπέλας.
      Pin It

Από την επιστολή μιας άνεργης κοπέλας

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΙΩΝΗΣΤου Δημήτρη Γκιώνη

 

«“Οταν επιδιώξεις κάτι, όλο το σύμπαν θα συνωμοτήσει για να το πετύχεις”, έχει γράψει ο καλός μας Πάολο Κοέλιο. Ανήκω σ’ εκείνες που το έχουν πιστέψει, που το έχουν επιδιώξει, αλλά, δυστυχώς, το σύμπαν δεν συνωμοτεί να πετύχω», μου γράφει κοπέλα, η οποία προφανώς βρίσκεται στα όρια της απόγνωσης. Γιατί, μολονότι πιστεύει ότι έχει κάνει τη σωστή επιλογή, μολονότι πολυσπουδασμένη και με επιτυχημένες δραστηριότητες σχετικές με το αντικείμενό της, εδώ και καιρό παραμένει στα αζήτητα. Και φυσικά δεν είναι η μόνη (να προσθέσω και το γένος μόνος).

 

Της απόγνωσης

 

Στάθηκα σ’ αυτή την επιστολή, που στην ουσία είναι μια έκκληση να βοηθηθεί να βρει μια δουλειά – οποιαδήποτε πλέον. Κι επειδή το θέμα αφορά μια μεγάλη μερίδα νέων κυρίως (των οποίων, οι γονείς, εμείς, κάναμε ό,τι μπορούσαμε να μην περάσουν τα όσα ζήσαμε – και ιδού τι προέκυψε…), μεταφέρω ό,τι αντέχει η παρούσα σελίδα, μη έχοντας τι άλλο να κάνω (Γιατί είναι και αυτή η εικόνα που βιώνω, όντας ασχολούμενος με τα του δημοσιογραφικού σιναφιού μας: στρατιές –νέων κυρίως– συναδέλφων που έχουν μείνει άνεργοι ή, το χειρότερο, που εργάζονται χωρίς να πληρώνονται. Kαι οι σχολές να βγάζουν αβέρτα δημοσιογράφους…).

 

Θεατροπαιδαγωγός (οπότε αυτοδίκαια φιλοξενείται, ως… συγγενής σ’ αυτή τη σελίδα), η εν λόγω κοπέλα, εμψυχώτρια εκπαιδευτικών προγραμμάτων, με γόνιμη προϋπηρεσία, παραμένει άνεργη εδώ και μήνες. Τη σύστησαν σε κάποιο εργοδότη, αλλά, όπως της δήλωσε, βρισκόταν στα όριά του: «Από τα 75 άτομα που απασχολεί, ζήτησα να γίνω το 76ο, να κάνω οτιδήποτε, ακόμα και τον τελευταίο τροχό της αμάξης. Και το μόνο που εισέπραξα: “Σε θαυμάζω, αλλά δεν αντέχω άλλο προσωπικό – και αυτούς που έχω με θυσίες τους κρατώ”. Αυτό, το ότι με θαυμάζει, με εμψύχωσε, αλλά τι να το κάνω; Πιστεύω ότι αν ήταν ένας άνθρωπος λίγο πιο έξυπνος, θα έπρεπε να με πάρει – θα ήταν κέρδος για τη δουλειά του. Γιατί και εργατική είμαι και ταλαντούχα, και τη δουλειά δεν τη φοβάμαι – αυτή ίσως με φοβάται. Εχω εργαστεί ατέλειωτες ώρες άκοπα. Αγαπώ ό,τι κάνω, το κάνω με πάθος, και είμαι τίμια και αξιοπρεπής».

 

«Το σοβαρό θέμα μου», προσθέτει, «είναι ότι, ενώ έχω τρία πτυχία και αρκετά μεγάλη εμπειρία, όπως θα δείτε στο βιογραφικό μου, δεν βρίσκω δουλειά ούτε για baby sitter, ούτε καν με την αμοιβή ανειδίκευτου. Παρ’ όλο που τους λέω ότι μπορώ να κάνω ακόμα και κωλοτούμπες για 250 ή 300 ευρώ -αυτό το καταπληκτικό νόμισμα που μας συνέτριψε– τίποτα».

 

Με τα παιδιά

 

Ωστόσο, δεν το βάζει κάτω: παραδίδει, όπου βρίσκει μαθήματα σε παιδιά, και τις Κυριακές, καθώς πιάνουν τα χέρια της, κάποια μικροαντικείμενα τέχνης που δημιουργεί, τα πουλάει σε πάγκο στο Θησείο. Είχε σκεφτεί και τη δημοσιογραφία: «Δεν τόλμησα όμως να μπω σ’ αυτό τον άγριο χώρο. Επέλεξα ν’ ακολουθήσω το δρόμο των παιδιών και του θεάτρου. Ενας δύσβατος δρόμος, ειδικά το θέατρο. Επέλεξα να εργάζομαι και να ζω με παιδιά, γιατί δεν άντεχα τον κόσμο των μεγάλων».

 

Καταφύγιό της η ποίηση: «Γνωρίζω ότι για να γράψεις στίχους πρέπει να διαβάσεις πολύ. Διαβάζω μανιωδώς επί χρόνια και γράφω, γι’ αυτό και δυσκολεύομαι να πω ότι αυτά που κάνω είναι ποίηση. Είναι όμως το αποκούμπι μου –όταν γεμίζω με πληροφορίες και με τα ευτελή γεγονότα που κουράζουν– έτσι ανακαλύπτω τη ζωή. Αγαπώ πολύ τις λέξεις της γλώσσας μας, που τείνει να εξαφανιστεί. Αλλά έχω μεγάλη ατολμία να σκεφτώ ότι αυτά που σας στέλνω μπορεί να είναι ποίηση».

 

Θα ήθελα να μεταφέρω εδώ κάποιο απ’ αυτά τα ποιήματα, αλλά αφ’ ενός δεν έχω τη άδειά της (έτσι κι αλλιώς δεν έχω καν την άδεια για ό,τι δικό της περνάω εδώ – το πράττω με το άλλοθι της ανωνυμίας) και αφ’ ετέρου επειδή θα μετατοπιζόταν η πρόθεση αυτού του κειμένου, που είναι η συμβολή σ’ ένα θέμα, αυτό της ανεργίας και της απόγνωσης που κατέχει μια μεγάλη μερίδα κόσμου, και ιδιαίτερα νέων, για το οποίο οι κυβερνώντες, πλην κάποιων ψιχίων, δεν εμφανίζουν μια κάποια διέξοδο. Με απρόβλεπτες συνέπειες για τον τόπο.

 

………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

Στο πλαίσιο

 

Είναι ίσως η τελευταία φορά που τον είδαμε να διευθύνει την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (που, ως γνωστόν, αναζωογόνησε, για να εισπράξει το τίμημα της αποπομπής). Γιατί ποιος ξέρει πότε και κάτω από ποιες συνθήκες θα ξαναδούμε τον Βασίλη Χριστόπουλο. Γιατί περί αυτού πρόκειται, και τη συναυλία της περασμένης Τρίτης στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Μ’ ένα άκρως ελκυστικό πρόγραμμα και εκτελεστές: 41η Συμφωνία του Μότσαρτ και Συμφωνία των Αλπεων του Ρίχαρντ Στράους με την ΚΟΑ και τη Φιλαρμονική της νοτιοδυτικής Γερμανίας, της οποίας ο Χριστόπουλος παραμένει κορυφαίος αρχιμουσικός. Συνολικά 130 μουσικοί.

 

Θα μπορούσε -θα έπρεπε- να είναι η κορυφαία συναυλία του φεστιβάλ. Και ήταν, από καλλιτεχνική άποψη, αλλά όχι και από προσέλευση κοινού -που κάλυψε περί τα 2/3 του ρωμαϊκού θεάτρου και την απόλαυσε και καταχειροκρότησε μαέστρο (θερμό, συγκινητικό στερνό αντίο) και εκτελεστές. Ο λόγος, υποθέτω, ότι λίγα μέτρα πιο κάτω, στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, η Λυρικά Σκηνή παρουσίαζε, με ελεύθερη είσοδο, ένα επίσης ελκυστικό πρόγραμμα με αποσπάσματα από γνωστές όπερες. Δεν υπήρχε τρόπος να μη συμπέσουν την ίδια ημέρα; (Ενας δεύτερος λόγος πρέπει να ήταν και ο αγώνας Βραζιλίας – Γερμανίας, που, ως γνωστόν, έληξε με τη συντριβή της πρώτης, αλλά εκεί μπαίνουν άλλα κριτήρια).

 

Μια και ο λόγος για τους Στύλους του Ολυμπίου, να θυμίσω ότι πριν από 13 χρόνια -28 Ιουνίου 2001- δόθηκε εκεί η συναυλία με την περίφημη «Μυθωδία» του Βαγγέλη Παπαθανασίου – από τους προάγγελους της Ολυμπιάδας του 2004. Στην οποία, ωστόσο, ούτε ο Παπαθανασίου ούτε η, επίσης διεθνής μας Νάνα Μούσχουρη, ήταν στις επιλογές του Δημήτρη Παπαϊωάννου για το καλλιτεχνικό της μέρος…

 

ΚΑΙ… Στην Ελλάδα ζεις – αμετακίνητη… αξία.

 

[email protected]

 

 

Scroll to top