13/07/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

«Θυμωμένη αμφιβολία»

Νικόλας Σεβαστάκης «Γυναίκα με ποδήλατο» Μικρά πεζά, διηγήματα και βινιέτες. Πόλις, 2014, σελ. .
      Pin It

Νικόλας Σεβαστάκης
«Γυναίκα με ποδήλατο»
Μικρά πεζά, διηγήματα και βινιέτες.
Πόλις, 2014, σελ. 230.

 

Της Μαρίας Στασινοπούλου

 

Διαβάζοντας την πρώτη πεζογραφική εμφάνιση του Νικόλα Σεβαστάκη, αρχικά με σταμάτησε η γλώσσα που χρησιμοποιεί και η λοξή, δική του, ματιά να βλέπει τα πράγματα. Υστερα με συνεπήρε ο γοητευτικός τρόπος με τον οποίο παρατηρεί με προσοχή τα πάντα, τα ονοματίζει και τα περιγράφει. Πίσω από τη γραφή του πρόβαλλε η εικόνα ενός παραμυθά, ποιητή, εμπνευστή μύθων∙ ενός ανθρώπου, με άλλα λόγια, που χωρίς να αγνοεί την πραγματικότητα δεν διστάζει να αφεθεί στην αυθαιρεσία της φαντασίας.

 

Ο καθηγητής της Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης –γνωστός από τα άρθρα και τις επιφυλλίδες του στον ημερήσιο και τον περιοδικό Τύπο– μετά το δοκίμιο, την κριτική, την πολιτική θεωρία και την ποίηση, προσχωρεί στην πεζογραφία με 32 κείμενα μικρής, μέσης και μεγαλύτερης έκτασης∙ «μικρά πεζά, διηγήματα και βινιέτες» τα χαρακτηρίζει ο ίδιος.

 

Πολλές από τις ιστορίες συμβαίνουν σε πόλεις και νησιά όπου έζησε ο συγγραφέας. Η γενέτειρα Σάμος που αναφέρεται ως νησί, το Παρίσι τη δεκαετία του 1980, αλλά και η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη των μετέπειτα χρόνων δίνουν τον τόπο στον οποίο εκτυλίσσονται τα γεγονότα. Πρόκειται για σύγχρονα διηγήματα, όπου οι συνθήκες της κρίσης (εφορία, ανεργία, οικογενειακές δυσκολίες, απελπισμένοι συνταξιούχοι, μικροκλέφτες του δρόμου, διαρρήκτες) περνούν με έμμεσες μνείες και μέσα από τη ζωή των ηρώων. Ο Σεβαστάκης εμφανίζεται ως εκφραστής, απολογητής αλλά και κριτής της γενιάς του, της γενιάς «με τον σπουδαστικό επαγγελματισμό» και «τον χλιαρό ευδαιμονισμό, δίχως εξάρσεις και σκοτοδίνες αισθημάτων και ιδεών».

 

Η Ιστορία και η πολιτική διαποτίζουν όλα τα διηγήματα κατέχοντας κάποτε μεγάλο κομμάτι της αφήγησης. Το πολιτικό σχόλιο και η κριτική της Αριστεράς δίνεται άλλοτε ευθέως, χωρίς περιστροφές, και άλλοτε αλληγορικά μέσα από τις θέσεις και τις αντιδράσεις των ηρώων ή τα σχόλια των αφηγητών.

 

Η βασική γραμμή που διαπερνά τις αφηγήσεις του Σεβαστάκη είναι η ονειροπόληση από τη μια και η αναζήτηση της αδιάγνωστης ουσίας του ανθρώπου από την άλλη, μέσα από τους ρόλους που του έτυχαν να παίξει στη ζωή. Η ομορφιά και η ασχήμια, η συντροφικότητα και η αμφιβολία, ο έρωτας και ο θάνατος, ο αγώνας, η αμφιβολία, η παραίτηση, η αποδοχή του ατελέσφορου και πάλι ο αγώνας.

 

Η αφηγηματική πορεία της συλλογής ξεκινά με το φως, «το φως του νησιού», «το φως του Σεπτεμβρίου», «το φως της αμφιβολίας», «το χειμέριο φως» στο πρώτο διήγημα «Fuga diurna», το διήγημα της νεανικής ονειροπόλησης, και τελειώνει με το «αινιγματικό σκοτάδι της αντηλιάς», που τυλίγει τον εβδομηνταπεντάρη γέρο, στο τελευταίο διήγημα «Κατάβαση στον παράδεισο».

 

Θα αναφερθώ ενδεικτικά σε ορισμένα από τα διηγήματα του Σεβαστάκη. Ευφρόσυνη αναγνωστική στιγμή το «Γκριγκόρ, ένα φάντασμα». Διαβάζοντας αισθάνεσαι έντονη την επιθυμία να είχες συναντηθεί ο ίδιος με τον, υπαρκτό-ανύπαρκτο, «σαλεμένο παλιό συνωμότη» Γκριγκόρ Στάνκογλου, μπροστά στο αρωματοπωλείο της οδού Φράγκων ή μετά, σ’ εκείνη την «Ανοιξη του πένθους» στο ακρινό παγκάκι, «σ’ ένα από τα πάρκα της παλιάς παραλίας». Οι ελεγειακές σελίδες για την αρρώστια και τον θάνατο της μητέρας του αφηγητή αποτελούν υπόδειγμα συμπυκνωμένου, φιλοσοφικού λόγου.

 

«Οι τελευταίοι άσχημοι άνθρωποι», ένα διαμάντι συντομίας και περιεκτικότητας, και το «Η μουσική της αναχώρησης», ένα οδοιπορικό στη φιλία υπό τους ήχους του κύκνειου άσματος. Η μουσική συνοδεύει πολλές από τις ιστορίες του Σεβαστάκη, άλλοτε απολύτως ισότιμα με τον λόγο και άλλοτε ως υπόκρουση.

 

Δεν μπορεί να αγνοήσουμε τη «Ναϊλά», την Παλαιστίνια από την Ιορδανία, κόρη στελέχους του Λαϊκού Μετώπου, τον έρωτα του αφηγητή με αυτήν και τον ανεξήγητο, τραυματικό χωρισμό τους. Στο διήγημα «Το ίδιο, ξανά και ξανά» απολαμβάνουμε τον ύμνο στη «χρωματιστή μονοτονία» της ρουτίνας και στο «χειμωνιάτικο καύκαλο» της επανάληψης. Είναι μια άλλου τύπου μπεκετική αντίληψη των πραγμάτων, διανθισμένη.

 

Η θητεία του Σεβαστάκη στο έργο του Χάιντεγκερ μετουσιώνεται, πιστεύω, στο αφηγηματικό του έργο, το οποίο και τη γλώσσα προσέχει ως κώδικα αναγνώρισης του πραγματικού και στο πεδίο της μεταφυσικής κινείται, όπου δει, και στο πεδίο του στοχασμού μπαίνει με τρόπο που οδηγεί τους «περιπατητές» αναγνώστες του «στο ξέφωτο, στο άνοιγμα του φωτός».

 

Scroll to top