Pin It

Του Γιάννη Σβώλου

Η τελευταία τακτική συναυλία της ΚΟΑ σε πορτρέτα: O αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος (1) και ο συνθέτης Μορίς Ραβέλ (2), o συνθέτης Μαρκ-Αντρέ Νταλμπαβί (3), η Γιαπωνέζα βιολίστρια Σαγιάκα Σότζι (4), ο συνθέτης Σεργκέι Προκόφιεφ (5)

Η τελευταία τακτική συναυλία της ΚΟΑ σε πορτρέτα: O αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος (1) και ο συνθέτης Μορίς Ραβέλ (2), o συνθέτης Μαρκ-Αντρέ Νταλμπαβί (3), η Γιαπωνέζα βιολίστρια Σαγιάκα Σότζι (4), ο συνθέτης Σεργκέι Προκόφιεφ (5)

Συγκρατούμε στη μνήμη μας τη συναυλία στο Μέγαρο ως πήχη σύγκρισης για όσα θα ακολουθήσουν στο πολλαπλά αβέβαιο μέλλον της μουσικής ζωής γενικότερα

Στις 30 Μαΐου 2014, ο αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος διηύθυνε την ΚΟΑ σε ακόμη μια θαυμάσια συναυλία, που –φευ!– θα αποδεικνυόταν και το κύκνειο άσμα της τόσο γόνιμης συνεργασίας του: λίγο αργότερα το «θέμα του» θα έκλεινε με συνοπτικές διαδικασίες, καθώς για πρώτη φορά στη μακρόχρονη ιστορία του κρατικού συμφωνικού συνόλου ο διορισμός νέου καλλιτεχνικού διευθυντή ανακοινωνόταν με ωρολογιακή ακρίβεια που δεν άφηνε διοικητικό κενό!

Η συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής άφησε πολύ καλές εντυπώσεις, τις οποίες συγκρατούμε στη μνήμη ως πήχη σύγκρισης για τα όσα θα ακολουθήσουν στο πολλαπλά αβέβαιο μέλλον της μουσικής ζωής γενικότερα. Το πρόγραμμα της βραδιάς ήταν ένα από τα πιο περιπετειώδη του καλλιτεχνικού προγραμματισμού της καλλιτεχνικής περιόδου. Υλοποιήθηκε σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών στο πλαίσιο του προγράμματος «Ελλάς-Γαλλία-Συμμαχία 2014», ενός από τα πολλά αντίστοιχα διακρατικά προγράμματα με τα οποία ο Χριστόπουλος ποίκιλε και εμπλούτισε τα προγράμματα των συναυλιών σε καιρούς δύσκολους κατά τη διάρκεια της θητείας του.

Τη σύγχρονη γαλλική παραγωγή αντιπροσώπευσε στη συναυλία η σύνθεση «Color» («Χρώμα») του 53χρονου Γάλλου Μαρκ-Αντρέ Νταλμπαβί, ενός από τους πλέον προβεβλημένους εκπροσώπους της λεγόμενης «φασματικής» μουσικής. Γραμμένο το 2001 ως παραγγελία της Ορχήστρας του Παρισιού, το ηχητικά ενδιαφέρον αυτό κομμάτι ήταν ένα ευφυές, ευανάγνωστα στοχευμένο δοκίμιο δημιουργικής ανάκλησης του ρομαντικού ήχου στο περιβάλλον του μουσικού (μετα)μοντερνισμού˙ κάλλιστα, θα μπορούσε να φέρει τον τίτλο «Ο ρομαντικός ήχος σε νέες περιπέτειες». Σπαράγματα-μνήμες από μαλερικές Συμφωνίες («Τιτάν», 10η), από συνθέσεις του Ραβέλ και του Ντεμπισί περνούσαν από μακρές διαδικασίες ρευστοποίησης/ανάπλασης με έμφαση στην αποδόμηση του ήχου και της μορφής. Το «Χρώμα» παίχτηκε από την ΚΟΑ με κλινική ακρίβεια και καθαρότητα.

Ακολούθησε ένα λιγότερο συχνά παρουσιαζόμενο έργο, το «Κοντσέρτο για βιολί αρ.2», του Σεργκέι Προκόφιεφ (1935). Σολίστ ήταν η Σαγιάκα Σότζι, η οποία, παίζοντας σε βιολί Στραντιβάριους του 1792 και σε αγαστή σύμπραξη με αρχιμουσικό και ορχήστρα, πρόσφερε μια από κάθε άποψη εξαίρετη ερμηνεία. Ευφυής μουσικός, νικήτρια διεθνούς διαγωνισμού βιολιού στα 16 της, η 31χρονη Γιαπωνέζα βιολίστρια προσέγγισε το εκφραστικά και τεχνικά απαιτητικότατο αυτό κοντσέρτο ισορροπώντας τέλεια την έκδηλα μοντερνιστική του όψη με την περίσσεια νεανικής ζωντάνιας και λυρισμού που διαποτίζει τις γεμάτες έντονες, συνεχείς μεταπτώσεις σελίδες του. Νευρώδες, αθλητικό, ανέμελα παιχνιδιάρικο, αιχμηρό αλλά και –όπου χρειαζόταν– ονειρικά λυρικό, μαλακό, με εύπλαστη, ρευστή φραστική, το παίξιμό της κινήθηκε στο περιπετειώδες δραματουργικό τοπίο της παρτιτούρας του Σοβιετικού δημιουργού με εφηβική ελαφράδα, τρυγώντας με γνώση και ευαισθησία κάθε γλυκασμό της μουσικής, εκτελώντας αριστοτεχνικά κάθε δύσκολη παράγραφο, εξασφαλίζοντας μια ανάγνωση δίχως χάσματα.

Σε απόλυτη ετοιμότητα, η ΚΟΑ υπό τον Βασίλη Χριστόπουλο, τη συνόδευσε σαν σε περίπατο, με σπάνια άνεση, ακρίβεια και ετοιμότητα, χαρίζοντάς μας για πολλοστή –ή για ύστατη;– φορά πρόγευση άλλοτε απρόσιτων προοπτικών εξέλιξης, τις οποίες –τελικά και πιθανότατα– δεν θα απολαύσουμε…

Η συναυλία ολοκληρώθηκε με τις δύο σουίτες από το «αρκαδικής» έμπνευσης χορόδραμα «Δάφνις και Χλόη» του Μορίς Ραβέλ, που δόθηκαν δίχως συμμετοχή χορωδίας.

Το συγκεκριμένο χορόδραμα είναι ένα από τα ανυπέρβλητα αριστουργήματα της «εμπρεσιονιστικής» ορχηστρικής γραφής του 20ού αιώνα, γεμάτο σελίδες διάφανης γραφής, ήχους αιθέριους και πτητικούς, μουσικές εικόνες ασύλληπτης σαγήνης και ονειρικής φυγής. Ζητά ανάγνωση αφ’ ενός ακριβή, αφ’ ετέρου διαποτισμένη από ευγενή αισθητισμό και έντονο αισθησιασμό.

Ο Χριστόπουλος οδήγησε την ΚΟΑ σε μια εκτέλεση αψεγάδιαστης ακρίβειας, διαγράφοντας με σαφήνεια και κάθε φράση, κάθε λεπτομέρεια, κάθε νήμα και υφάδι των μικρομελωδικών κινήσεων της μουσικής. Ωστόσο, η ανάγνωσή τους πρόβαλε κάπως στεγνή και αποστειρωμένη, καθώς έλειψαν το συναίσθημα, η συγκινησιακή κατάδυση στις ατμοσφαιρικές διαθέσεις.

Scroll to top