23/07/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ας ριχτούμε με τα μούτρα στη ζωή

Η προηγούμενη ταινία του, «Τα Χιόνια του Κιλιμάντζαρο», έκανε και στην Ελλάδα μια απρόσμενα μεγάλη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία. Το νέο του φιλμ, «Ο Μίτος της Αριάν», που προβάλλεται ήδη στις αίθουσες, παρακολουθεί το φωτεινό οδοιπορικό μιας γυναίκας προς τη χαρά. «Δεν υπάρχουν μόνο τα χρέη, το ευρώ και η λιτότητα», λέει. «Ηθελα να.
      Pin It

Της Λήδας Γαλανού

 

Ο Ρομπέρ Γκεντιγκιάν, Γάλλος, Αρμένης, Μασσαλιώτης πάνω απ’ όλα, είναι ο σκηνοθέτης που εδώ και τρεις δεκαετίες αγγίζει πιο βαθιά τις ευαισθησίες του ευρωπαϊκού κοινού, με μικρές ανθρώπινες ιστορίες και μεγάλες αλήθειες. Πεισματικός εκπρόσωπος ενός αριστερού, κοινωνικού σινεμά, ντύνει τις ταινίες του γενναιόδωρα με συναίσθημα, φτάνοντας και τις πιο κρυφές γωνιές της σκέψης των θεατών. Οταν μιλάς μαζί του, όπως κι όταν βλέπεις τις ταινίες του, ακούς με χαμηλή φωνή μαθήματα κοσμογονικά.

 

Καθόλου τυχαίο, μας εξηγεί, δεν είναι ότι σ’ αυτήν εδώ τη χρονική στιγμή επέλεξε να γράψει και να σκηνοθετήσει την πιο ανάλαφρη, φανταστική, κωμική ταινία του. «Νιώθω ότι ζούμε μια στιγμή τραγική, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αποφάσεις απόλυτες κι η πολιτική ή η κοινωνική δράση δεν αρκεί. Χρειάζεται ταυτόχρονα να μπορούμε να ονειρευόμαστε, να δοκιμάζουμε τη φαντασία μας, να γελάμε, να τραγουδάμε και να χορεύουμε ασταμάτητα. Ηθελα να κάνω μια ταινία για την ελευθερία, για να θυμηθούμε πως, ό,τι κι αν συμβαίνει, είμαστε ζωντανοί, ελεύθεροι, ανεξάρτητοι στο πνεύμα. Δεν υπάρχουν μόνο τα χρέη, το ευρώ, η λιτότητα, που μας κάνει να ξεχνούμε όλα τα υπόλοιπα. Ηθελα να παρηγορηθώ και να παρηγορήσω και τους ανθρώπους γύρω μου. Να τους κάνω να χαμογελάσουν. Να τους θυμίσω ότι, αν θέλουμε να ζήσουμε, δεν έχουμε παρά να το πάρουμε απόφαση και να ριχτούμε με τα μούτρα στη ζωή».

 

Συνεχίζοντας αδιάλειπτα την πορεία του με ταινίες ανθρωποκεντρικές μεν, αλλά πάντα πολιτικές στους στόχους τους, ο Γκεντιγκιάν εξακολουθεί να πιστεύει ότι το σινεμά έχει πολιτική δύναμη, ότι συμβάλλει στη ζωή, «τουλάχιστον κάποιες φορές και με κάποιους τρόπους. Η κοινωνία μας δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς την τέχνη», εξηγεί. «Είναι σαν ν’ αναπνέεις χωρίς να σκέφτεσαι. Επιβιώνεις, αλλά δεν ζεις πραγματικά. Τα συναισθήματα μας ωθούν να κινούμαστε, μας προτείνουν άλλους δρόμους. Χάρη σ’ αυτά οι άνθρωποι μπορούν πάντα να ξεφεύγουν απ’ ό,τι τους καταπιέζει, ακόμα κι αν δεν μπορούν να το κάνουν πρακτικά».

 

Μπορεί να έχει καθιερωθεί ως «ο σκηνοθέτης της Μασσαλίας», οι ταινίες του όμως μοιάζουν φτιαγμένες και για τη νοοτροπία του ελληνικού κοινού. «Οπως ο “μίτος” της Αριάν, ή, φυσικά, της δικής σας Αριάδνης, υπάρχει μια κλωστή που συνδέει όλους τους μεσογειακούς λαούς, τη δική μου Μασσαλία με τη δική σας Ελλάδα κι όλους τους τόπους ανάμεσα και γύρω», λέει. «Ολα οφείλονται στο μεσογειακό κλίμα που είναι η αρχή των πάντων, στο φως. Αυτό το λαμπερό φως, που πέφτει έξω όλη την ημέρα, και το μαύρο των σπιτιών μέσα από τα κλειστά παντζούρια, σε όλη τη Μεσόγειο, εκπροσωπεί τις αντιθέσεις της ζωής, την τραγωδία και τον ρομαντισμό.

 

Οι άλλοι λαοί το έχουν επίσης, αλλά σε εμάς φαίνεται έντονα. Κι αυτό δημιουργεί στους ανθρώπους από παιδιά μια μεγάλη οικειότητα με την ιδέα της αισθητικής, που τους καλλιεργείται αυτόματα».

 

Στον «Μίτο της Αριάν», ο Γκεντιγκιάν επιλέγει να ρίξει τους προβολείς πάνω σε μια γυναίκα, την οποία ενσαρκώνει, φυσικά, η Αριάν Ασκαρίντ, μούσα και σύντροφός του. «Οι γυναίκες είναι πλάσματα πιο ανοιχτά, οι γυναίκες που αγαπώ εγώ τουλάχιστον», λέει χαμογελαστός. «Είναι περισσότερο οραματίστριες, έχουν μεγαλύτερη επαφή με τη φαντασία τους. Οι άντρες είναι πιο σοβαροί, σκέφτονται περισσότερο προτού πράξουν, είναι πιο απρόθυμοι να παρασυρθούν. Εγώ προσπαθώ ν’ αφήνομαι στη ζωή, στις σχέσεις, στο σινεμά, να μην αντιστέκομαι στη φόρμα και στις ιδέες, όμως, πραγματικά, μου είναι πολύ δύσκολο. Αλλά οι γυναίκες δεν έχουν διδαχτεί από μικρές, όπως οι άντρες, να συγκρατούνται, να αμύνονται απέναντι σε κάτι που είναι δυνατότερο από εκείνες. Κι έτσι αγκαλιάζουν τις αδυναμίες τους και τις ακολουθούν σε πολύ πιο ενδιαφέροντα ταξίδια».

 

Ηδη στη δέκατη όγδοη ταινία του, έχοντας ξεκινήσει το 1981 με το «Dernier été», κερδίζοντας τη μεγαλύτερη αναγνώριση το 1997 με το «Marius et Jeannette», διαπιστώνει ότι κι αν το σινεμά του παραμένει σταθερό στις αρχές του, ο ίδιος έχει αλλάξει: «Οσο μεγαλώνω, τόσο πιο πολύ με τρομοκρατεί πνευματικά η ανθρωπότητα – αλλά αυτή είναι και η αγάπη μου. Αν έχω μάθει κάτι, είναι να κοιτάζω καλύτερα και να βλέπω τους ανθρώπους που προσπαθούν να ζήσουν μια πιο γεμάτη, πιο απολαυστική ζωή που πλησιάζει την αυτοεκπλήρωση. Κι αυτό μου δίνει δύναμη».

 

Ο «Μίτος της Αριάν» βγήκε μόλις πριν από ένα μήνα στη Γαλλία. Ο Γκεντιγκιάν, όμως, γυρίζει ήδη την επόμενη ταινία του στη Μασσαλία, το Παρίσι και το Ερεβάν. Είναι στενά συνδεδεμένη με την Αρμενία, καθώς το 2015 κλείνουν 100 χρόνια από τη Σφαγή των Αρμενίων. «Προσπαθώ ν’ αφηγηθώ την ιστορία και τη νοοτροπία των Αρμενίων, αλλά φυσικά με ένα μύθο πολύ μικρότερο, μια ιστορία απλών ανθρώπων. Η ταινία λέγεται “Une histoire de fou”, “Ιστορία Ενός Τρελού”. Κεντρικός ήρωας είναι ο Αράμ, Γάλλος αρμενικής καταγωγής, που ζει στο Παρίσι και βάζει μια βόμβα στο αυτοκίνητο του Τούρκου πρέσβη. Τη στιγμή της έκρηξης περνά ένας ποδηλάτης, που τραυματίζεται βαριά. Η μητέρα του Αράμ σπεύδει στο νοσοκομείο για να ζητήσει συγχώρεση. Ο Αράμ, στη Βηρυτό πια, διαφωνεί με τους συντρόφους του κι αποφασίζει να συναντήσει το θύμα του, προσπαθώντας να καταλάβει τι σημαίνουν οι πράξεις του».

 

Η ταινία προβάλλεται στις αίθουσες από τη Feelgood.

 

Scroll to top