Του Γιάννη Μπασκάκη Φωτ.: Μάριος Βαλασόπουλος
Ζουν σε συνθήκες οικονομικής εξαθλίωσης. Σε έναν καταυλισμό από λυόμενα που δημιουργήθηκε για να στεγάσει προσωρινά τους σεισμόπληκτους του 1999. Κι όμως, όπως συνήθως στην Ελλάδα, το προσωρινό έγινε μόνιμο. Εχουν ήδη περάσει 15 χρόνια, αλλά παραμένουν εκεί, εγκλωβισμένοι στο περιθώριο της κοινωνίας και σε έναν τρόπο ζωής που επιδείνωσε η οικονομική κρίση, η ανεργία, αλλά και η… συνήθεια. Μάλιστα, τους τελευταίους μήνες ζουν και χωρίς ρεύμα (δεν είναι η πρώτη φορά… ) σε μια καθημερινότητα που θυμίζει άλλες εποχές.
Βρισκόμαστε στον οικισμό σεισμόπληκτων Νίκαιας. Σε μια περιοχή που εκτείνεται πίσω από το Γενικό Νοσοκομείο της Νίκαιας και ανήκει σ’ αυτό. Μετά τον μεγάλο σεισμό, ήρθαν να μείνουν εδώ περίπου 35 οικογένειες. Δεν εγκαταστάθηκαν μόνο σεισμόπληκτοι, αλλά και άνθρωποι που είχαν ανάγκη από στέγη. Οι περισσότερες οικογένειες μετεγκαταστάθηκαν κι έτσι σήμερα ζουν ακόμα εκεί οκτώ. Για τις τέσσερις από αυτές, η παροχή ρεύματος έχει κοπεί από τις 25 Φεβρουαρίου.
Εγκατάλειψη
Την προσοχή τραβάει ένα λυόμενο που στέκει εκεί εγκαταλειμμένο. Τα σημάδια από τη φωτιά μαρτυρούν την πυρκαγιά που ξέσπασε από μια λάμπα γκαζιού, περίπου ένα μήνα μετά το κόψιμο του ρεύματος. Ο ένοικός του αναγκάστηκε να το αφήσει και να αναζητήσει φιλοξενία σε φιλικό σπίτι. Η αδελφή του, η Κωνσταντίνα, παραμένει με τον σύζυγό της, τον Βασίλη, και την κόρη τους στη διπλανή κατοικία, που αποτελείται από δύο λυόμενα και έναν αυτοσχέδιο μικρό κήπο, όπου έχουν φυτέψει μερικές ντομάτες και λαχανικά για τη διατροφή τους.
Ο Βασίλης είναι άνεργος στα 53 του χρόνια. Ηταν σιδεράς κι έχασε τη δουλειά του το 2009, όταν έκλεισε το μαγαζί στο οποίο εργαζόταν. Από τότε, έχει κάνει ελάχιστα μεροκάματα, δουλεύοντας στην καθαριότητα, ενώ δουλειά δεν έχει ούτε η Κωνσταντίνα. Η οικογένεια προμηθεύεται τρόφιμα από τον Δήμο Νίκαιας και από την εκκλησία. «Ζούμε με δανεικά και χαρτζιλίκια. Εχουμε γίνει παράσιτα. Είναι σαν να είμαστε σε ένα κλουβί, όπου έχουμε εγκλωβιστεί λόγω της ανεργίας. Η κινητήρια δύναμη είναι η δουλειά. Αν δεν έχεις, έμπλεξες», μας λέει ο Βασίλης.
Το ρεύμα έχουν να το πληρώσουν χρόνια, με αποτέλεσμα το χρέος να συσσωρεύεται, αλλά και το ποσό του διακανονισμού, που τους έχει προταθεί να καταβάλλουν ανά μήνα, αδυνατούν να το καλύψουν. Το βράδυ έχουν φως με λάμπες παραφίνης. Το ψυγείο δεν λειτουργεί κι έτσι κρύο νερό προμηθεύονται σε βαρελάκια από έναν Σύλλογο στον Πειραιά. Το νερό για το μπάνιο το ζεσταίνουν στην ξυλόσομπα, η οποία ήταν και η πηγή θέρμανσής τους τον χειμώνα.
«Νερό ζεσταίνω στην κατσαρόλα και κάνω μπάνιο τα παιδιά με το κουβαδάκι», μας λέει η 28χρονη Ξανθή, η οποία κατοικεί στο γειτονικό λυόμενο από 13 ετών, όταν το σπίτι της οικογένειάς της χαρακτηρίστηκε «κόκκινο» (ακατοίκητο), μετά το μεγάλο σεισμό. Μένει με τις δύο κόρες (8 και 12 ετών) και τον σύζυγό της. Ανεργοι και οι δύο, ζουν από τη σύνταξη του πατέρα της, πρώην εργάτη στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος, ο οποίος κατοικεί κι αυτός με τη γυναίκα του στο δεύτερο λυόμενο του ίδιου χώρου.
«Το βράδυ, για να έχουμε ρεύμα, ανάβουμε μια γεννήτρια, 8-10 μ.μ., για δύο ώρες», αναφέρει η Ξανθή και προσθέτει: «Δεν θα είχαμε γκαζάκι, εάν δεν μας έδινε ένας περαστικός. Παίρνουμε βερεσέ από τον φούρνο και τον μπακάλη». «Το ρεύμα είναι το πρώτο που χρειαζόμαστε. Το σημαντικότερο είναι η δουλειά», αναφέρει ο Βασίλης.
………………………………………………………………………….
ΥΠΟΜΝΗΜΑ… ΑΠΟΓΝΩΣΗΣ
Εκκληση για βοήθεια κάνουν οι τέσσερις οικογένειες προς το υπουργείο Περιβάλλοντος, τον Δήμο Νίκαιας-Ρέντη και την Περιφέρεια Αττικής. Γνωστοποιούν το χρόνιο πρόβλημα στέγασής τους, που επιδείνωσε η ανεργία και το μετέτρεψε σε πρόβλημα επιβίωσης, ενώ από τον Φεβρουάριο ζουν και χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα.