Φάνης Μουρατίδης (Ευριπίδης), Βασίλης Χαραλαμπόπουλος (Διόνυσος), Γιάννης Ζουγανέλης (Αισχύλος)

04/08/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΙΚΗ ΚΩΜΩΔΙΑ ΣΕ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΚΛΕΑ ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΕ ΤΟ ΚΟΙΝΟ

Sold out η Επίδαυρος για τους «Βατράχους»

Πρωτοφανής η προσέλευση: 9.500 εισιτήρια κόπηκαν την Παρασκευή, ενώ το Σάββατο δεν έπεφτε καρφίτσα. Ο κόσμος, που διψούσε για γέλιο αλλά και συγκίνηση, κατα­χειροκρότησε τους αγαπημένους του ηθοποιούς, ιδίως όταν απήγγειλαν στίχους των Σεφέρη, Ρίτσου, Δημουλά, αποδεικνύοντας την ανάγκη να επιστρέψουν η ποίηση, ο πολιτισμός, η γλώσσα στη.
      Pin It

Της Εφης Μαρίνου

 

Κάθε φορά που το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου γεμίζει είναι μια εμπειρία. Για τον θεατή που στρέφει ολόγυρα και μέχρι πάνω ψηλά στο ηλεκτρολογείο και αντικρίζει με δέος αυτό το πλήθος κόσμου, αλλά κυρίως για τους ηθοποιούς στην Ορχήστρα.

 

Δύο τέτοιες εμπειρίες πρόσφερε στον κόσμο η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου την Παρασκευή και το Σάββατο με τους αριστοφανικούς «Βατράχους». Την πρώτη μέρα κόπηκαν σχεδόν 9,5 χιλιάδες εισιτήρια και τη δεύτερη, είκοσι λεπτά πριν ξεκινήσει η παράσταση, όσοι περίμεναν στο ταμείο ειδοποιήθηκαν ότι δεν υπάρχει καμιά θέση και να μην ανεβαίνουν προς το θέατρο… Οσο για προσκλήσεις δόθηκαν με το σταγονόμετρο. Ηθοποιοί αγόραζαν εισιτήρια για τους συγγενείς τους –κυκλοφορεί ήδη απαγορευτική εγκύκλιος μαθαίνουμε από το υπουργείο Οικονομικών.

 

Καμιά θέση στην Επίδαυρο; Επειδή ήταν η μία και μοναδική κωμωδία των Επιδαυρίων; Επειδή ο κόσμος διψούσε για γέλιο, χαλάρωση και αγαπημένους ηθοποιούς; Και όμως το κοινό, αυτό το ένα και μεγάλο κοινό που διεκδικούν και λαχταρούν άπαντες, πειραματικοί και κλασικοί, ποιοτικοί και εμπορικοί, τραγωδίες και δράματα, έδωσε την ψήφο του στην παράσταση του Γιάννη Κακλέα και το θερμότατο χειροκρότημα στο τέλος έδειξε ότι δικαίωσε την επιλογή του.

 

Και είναι μάλλον μίζερο και άδικο να εξαντλήσει κανείς την κριτική του, να αντιτάξει «τηλεοπτικές» ή λογικές «πίστας», μεγάλα ονόματα κωμικών πρωταγωνιστών ως κράχτες. Ας αφήσουμε που η σύνδεση με την επικαιρότητα –αυτό που γίνεται κατά κόρον στα έργα του Αριστοφάνη– εδώ λειτούργησε όσο πατάει η γάτα και όσο το ίδιο το θέμα –οι ποιητές είναι πια νεκροί, η πόλη πεθαίνει πνευματικά– είναι επώδυνα παρόντα ειδικά σήμερα.

 

Ο Γιάννης Κακλέας, υπεύθυνος για τη μετάφραση-απόδοση-σκηνοθεσία, κατέθεσε μια πρόταση βασισμένη ακριβώς σ’ αυτό. Την απουσία πνευματικότητας στη ζωή των πολιτών, την ανάγκη να φέρουμε πίσω την ποίηση, τον πολιτισμό, τη γλώσσα.

 

Γι’ αυτό και την έναρξη κάνει ο Γιώργος Σεφέρης. «Τ’ αγάλματα είναι στο μουσείο. -Οχι, σε κυνηγούν, πώς δεν το βλέπεις;». Η παράσταση τα είχε όλα. Ολα όμως. Υπερφορτωμένη σκηνογραφικά (Μανόλης Παντελιδάκης) και ενδυματολογικά (Εύα Νάθενα). Μια Ορχήστρα τίγκα στον ξεπεσμό, την ερημιά, την καταστροφή. Koλόνες που καπνίζουν, πεταμένα αγάλματα, μνημεία διασκορπισμένα εδώ κι εκεί, υδραγωγοί, ένα λείψανο αυτοκινήτου σε κάποια γωνιά απ’ όπου θα ξεπηδήσει κάποτε ο Ηρακλής Λαέρτης Μαλκότσης στο κάλεσμα του Διόνυσου, υπερυψωμένες εξέδρες στο πίσω μέρος της ορχήστρας απ’ όπου η ιέρεια Εβελίνα Παπούλια απαγγέλλει στίχους και τραγουδάει, ένας σωρός τηλεοράσεων που εκπέμπουν «χιόνια» αδυνατώντας να πιάσουν σήμα. Το σήμα έχει χαθεί… Μαζί με τη δημοκρατία που εκπνέει. Ο Διόνυσος όμως έχει κατά νου σχέδια για ταξίδια μακρινά στα ερεβώδη λημέρια του Χάρου.

 

Και κάπως έτσι τα μυστήρια του θεάτρου συναντούν αυτά της Δήμητρας στον Αδη. Εκεί που θα φτάσει μετά από περιπέτειες ο Διόνυσος Βασίλης Χαραλαμπόπουλος συνοδευόμενος από τον δούλο του, Ξανθία, με σκοπό να φέρει πίσω στην Αθήνα τον Ευριπίδη, αφού η πόλη ξέμεινε από ποιητές και πηγαίνει συνεχώς από το κακό στο χειρότερο.

 

Δεκάδες κοστούμια και αλλαγές στον Χορό, πότε της Νεκρώσιμου Ακολουθίας, πότε των Βατράχων, πότε των Μυστών –των μυημένων στα Ελευσίνια μυστήρια– με κηροπήγια επ’ ώμου, πότε του Ποιητικού Αγώνα.

 

Η ποιητική διάσταση που ο Γιάννης Κακλέας ήθελε να διαπερνά την παράσταση βρήκε καίριο στόχο στην Παράβαση. Ηθοποιοί ντυμένοι με ρούχα σημερινά έπαιρναν ένας ένας τη θέση τους μπροστά στο μικρόφωνο απαγγέλλοντας αποσπάσματα από ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη, της Κικής Δημουλά, του Μιχάλη Κατσαρού, του Τάσου Λειβαδίτη, του Γιάννη Ρίτσου. Και ναι, κάθε φορά το κοινό ξεσπούσε σε χειροκροτήματα, ειδικά στον Γιάννη Ρίτσο. Ποιήματα που ο Γιάννης Ζουγανέλης απέδιδε συγχρόνως στη νοηματική. Ενας Σέρβος κωφάλαλος θεατής μάλιστα τον πλησίασε στο τέλος της παράστασης για να τον συγχαρεί πολύ συγκινημένος.

 

Πώς διαμορφώνει η τραγωδία τα ήθη των πολιτών; Ιδού το ερώτημα τότε και σήμερα, μην πούμε και την ώρα που πραγματώνεται η συγκεκριμένη παράσταση…. Το μεγάλης έκτασης κείμενο που αφορά τον Αγώνα μεταξύ Ευριπίδη και Αισχύλου στον Κάτω Κόσμο παίχτηκε με χιούμορ, ελαφράδα, ευρηματικότητα, σχόλιο για το ίδιο το θέατρο, είχε μάλιστα απόδοση στη νοηματική από ειδικό διερμηνέα. Ο πρώτος ισχυρίζεται ότι παρέλαβε μια «παχύσαρκη τραγωδία» και της έκανε «δίαιτα». Το ποιητικό βάθος κειμένων, ηρώων και ηρωίδων τέθηκε σε κρίση. Αποσπάσματα από δράματά τους, πρόλογοι, χορικά, διαγωνίστηκαν επισείοντας επικρίσεις, τσουχτερά σχόλια, χλευασμούς από τους δυο ποιητές. Στην αναπαράστασή τους ακούσαμε την ηχογραφημένη φωνή του Αλέξη Μινωτή και της Κατίνας Παξινού σε ρόλους που άφησαν εποχή.

 

Νευρικός, αεικίνητος, αλαζονικός ο Φάνης Μουρατίδης ως Ευριπίδης, στέρεος, σοφός και μεγαλοπρεπής μέσα στην αθανασία του ο συντηρητικός Αισχύλος του πειστικού Γιάννη Ζουγανέλη. Ο ένας διακόπτει τον άλλον, ενώ ο Χορός προσπαθεί να συγκρατήσει τη συμπλοκή όταν τα αίματα ανάβουν.

 

Ο Κριτής δείχνει να ταλαντεύεται ανάμεσα στους δυο μονομάχους και παρότι ταξίδεψε μέχρι τον Κάτω Κόσμο για να πάρει μαζί του τον Ευριπίδη -με τον οποίο μοιάζει να είναι… κολλητός-, αποφασίζει να σώσει τον Αισχύλο. Και στις διαμαρτυρίες του ποιητή για την κρίση, ο πονηρός Διόνυσος απαντά μ’ ένα στιχάκι δικό του από τον «Ιππόλυτο»: «η γλώσσα μου ορκισμένη, η καρδιά μου ανόρκιστη»…

 

H παράσταση θα τελειώσει ποιητικά όπως άρχισε: με Οδυσσέα Ελύτη. Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, ένας πολύ καλός ηθοποιός με μέτρο και πειθαρχία, αποθεώθηκε. «Ενιωσα λες και πρώτη φορά έπαιξα στην Επίδαυρο. Αυτό που εισέπραξα από τον κόσμο ήταν μοναδικό, στ’ αλήθεια». Αλλά και όλοι οι συντελεστές. Ο νεαρός Πάνος Βλάχου στο ρόλο του Ξανθία κέρδισε το δικό του χειροκρότημα στο ντεμπούτο του στην Επίδαυρο. Το ρεζουμέ είναι ότι οι γλυκόπικροι «Βάτραχοι» του Γιάννη Κακλέα αποζημίωσαν τον κόσμο που ταξίδεψε μέχρι εκεί, σε οικονομικά δύσκολους καιρούς, για να ακούσει τη φωνή τους. Δεν είναι και λίγο ως διαπίστωση…

 

[email protected]

 

Scroll to top