07/08/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

To μικρό κουτί

      Pin It

Του Γιώργου Σταματόπουλου

 

Τα τελευταία χρόνια κατέχω ένα κινητό τηλέφωνο, όχι πρόσφατης τεχνολογίας, αλλά όχι και για πέταμα (μερικοί που ξέρουν μού έχουν πει ότι έχει πολλές εφαρμογές· μόνο αυγά δεν τηγανίζει…). Καλά. Τώρα που λείπει ο Μετέωρος και η Ευρυδίκη αργεί να τελειώσει στη βάρδια της, παίρνω το προτελευταίο μετρό από το Πανεπιστήμιο γύρω στις 12.30. Προχθές έφτασα λαχανιασμένα, αλλά δεν το πρόλαβα. Επρεπε να περιμένω δέκα-δεκαπέντε λεπτά. Στρώθηκα στο παγκάκι, μόνος, έβαλα δίπλα μου την τσαντούλα μου και το κινητό μου και βάλθηκα να διαβάζω ένα σπαραχτικά προσωπικό κείμενο του Ευγένιου Αρανίτση για τα 70 χρόνια των εκδόσεων Ικαρος. Απορροφήθηκα. Σφύριξε το τρένο και συνειδητοποίησα ότι έφευγε κιόλας. Τρέχω να προλάβω. Φτάνοντας σπίτι αντιλαμβάνομαι ότι δεν είμαι πλέον κάτοχος του κινητού τηλεφώνου. Ξυπνώντας την άλλη μέρα αρχίζω να τηλεφωνώ στον αριθμό μου. Καλεί. Ουδεμία απάντηση. Ξανά και ξανά. Φτάνω στην εφημερίδα και αφηγούμαι το περιστατικό. Παίρνει ο Στέλιος (μοιραζόμαστε τον ίδιο χώρο) τον αριθμό του τηλεφώνου και, ω, μια φωνή ακούγεται στην άλλη άκρη. «Μην ανησυχείτε, αγαπητέ. Βρήκα το τηλέφωνό σας στις αποβάθρες του μετρό στο Σύνταγμα, έφυγα, όμως, νωρίς το πρωί και το άφησα σπίτι μου. Κανονίστε ένα μέρος να σας το φέρει ο γιος μου». Μένω άφωνος. Κλείνω το ραντεβού. Ο υιός, ένας συμπαθέστατος νέος, μου παραδίδει τη συσκευή. Μαζί, όμως, κι ένα δερμάτινο μικρό κουτί. «Δώρο από τη μαμά μου», μου λέει και ξαναμένω άναυδος. Είχε μάθει, από τα τηλεφωνήματα που δεχόμουν το απόγευμα, ποιος είμαι, πού δουλεύω κ.λπ.

 

Το μικρό μαύρο κουτί είχε μέσα σελιδοδείκτες, κάποια αυτοκόλλητα για σημειώσεις, κάπως τα λένε, δεν θυμάμαι, αυτά. Είδα εντούτοις μια τεράστια καρδιά αντί γι’ αυτά. Ενα δώρο επιπλέον! Τι να πω. Καταφέρνω να ευχαριστήσω θερμώς. Μπαίνω στην εφημερίδα καταχαρούμενος καίτοι αποσβολωμένος. Ο παντεπόπτης Λυκούργος, αφέντης της επικοινωνίας της εφημερίδας, που είχε ακούσει την αφήγηση, ρωτά αμέσως για το μικρό, μαύρο κουτί. «Δώρο» του λέω, «από την κυρία που βρήκε την τηλεφωνική μου συσκευή». «Ε, τότε να το χάσω κι εγώ», μου λέει με το χιούμορ που τον διακρίνει. Σκέφτομαι. Τις ώρες τις δύσκολες, τις μεταμεσονύχτιες, κυκλοφορούν λαϊκοί άνθρωποι, μεροκαματιάρηδες, με σκληρές βάρδιες. Η κυρία Αδαμαντία Κατσαρού δουλεύει ως καθαρίστρια, μες στον αγώνα τον καλό· το προλεταριάτο ζει και βασιλεύει, αλλά η Αριστερά περί άλλα τυρβάζεται… Με νύχια και με δόντια αποχτιέται το ελάχιστο μεροκάματο σήμερα, με το ταλαιπωρημένο και εξευτελισμένο ενίοτε σώμα μας. Η κυρία, που βρήκε το τηλέφωνο και το επέστρεψε μετά δώρου, μηνύει σ’ όλους μας το νόημα της απλής, καθαρής, ανθρώπινης συνύπαρξης. Το μικρό μαύρο κουτί είναι το σύμβολο του κουράγιου να συνεχίσουμε να υπάρχουμε ως ανθρωπότητα, διαλαλεί τον τρόπο να βγούμε από τη θλίψη και την απελπισία. Η ανθρωπιά δεν χάνεται, δεν είναι όλα καπιταλιστικές μπούρδες και τεχνοκρατικά τεχνάσματα. Είμαστε εδώ, ζωντανοί, υγιείς, θαρραλέοι. Κυρίως σθεναροί. Δύσποτμοι καιροί, αλλά θα ξεπεραστούν (χωρίς, βεβαίως, να ξεχαστούν).

 

Βάζω με καμάρι το μικρό μαύρο κουτί στο γραφείο μου (όποτε βρίσκω γραφείο…). Λάμπει. Εκτυφλωτικά. Μαζί του η ανθρωπιά, η αξιοπρέπεια, ο σεβασμός. Δεν τολμούν να το πλησιάσουν οι δήθεν που γράφουν εναντίον των καθαριστριών, αυτοί οι λαϊκιστές ολκής, κάποιοι που εργάζονται στις συγχωνευθησόμενες ομιλικές εφημερίδες.

 

[email protected]

 

Scroll to top