ΑΓΓΕΛΑ ΚΑΣΤΡΙΝΑΚΗ

10/08/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Αγγέλα Καστρινάκη

Στη Μεταπολίτευση νομίζαμε ότι κρατούσαμε την αλλαγή του κόσμου στην παλάμη μας

Μια μαθήτρια του Γυμνασίου ρουφάει με απληστία την ελευθερία που φέρνει η πτώση της χούντας. Η γνωστή συγγραφέας και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κρήτης κλείνει στο νέο της μυθιστόρημα-αφήγημα «Και βέβαια αλλάζει!» τις πολιτικές, πνευματικές και ερωτικές ανακαλύψεις μιας ολόκληρης γενιάς. Κυρίως εκείνων που, όπως η ηρωίδα της, η Ειρήνη,.
      Pin It

Της Βένας Γεωργακοπούλου

 

Το βιβλίο της «Και βέβαια αλλάζει! Αφήγημα για τη Μεταπολίτευση» (εκδόσεις Κίχλη) μου επιτρέπει να παραβώ κάποιες αρχές του επαγγέλματος και να συνδυάσω το δημοσιογραφικό με το προσωπικό. 'Η μάλλον, μου το επιβάλλει.

 

Η πρώτη εικόνα που έχω από την Αγγέλα Καστρινάκη, σήμερα καθηγήτρια της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και καταξιωμένη συγγραφέας και δοκιμιογράφος, έρχεται από μια συνεδρίαση στα γραφεία της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, 1980 θα ήταν. Εγώ από τη σπουδάζουσα της Αθήνας, αυτή από το Αριστοτέλειο, παντελώς άγνωστες μεταξύ μας. Μπορεί και όλα αυτά τα χρόνια να έχω φτιάξει μέσα μου ένα αφήγημα για την Αγγέλα, λίγο φίξιον, λίγο πραγματικότητα. Αλλά μου αρέσει να πιστεύω ότι θυμάμαι ένα γοητευτικό, μελαχρινό, ερωτικό κορίτσι, με ύφος διανοούμενης να μοιράζει σε μας τους υπόλοιπους ερωτηματολόγια για τα βιβλία που διαβάζαμε. Μια έρευνα για τον «Θούριο», το περιοδικό μας, ετοίμαζε.

 

Μη με διαψεύσεις, Αγγέλα. Η Ειρήνη, η ηρωίδα του νέου σου βιβλίου, κι αυτή κάπως έτσι είναι. Είναι και δεν είναι εσύ. Το δηλώνεις. Την έπλασες και της δίνεις το ελεύθερο να διηγηθεί το τέλος της δικτατορίας και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης μέσα από τις εμπειρίες της. Προσωπικές και πολιτικές. Βιβλιοφάγος μαθήτρια, σε ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας, από αριστερή οικογένεια, που οργανώνεται με πάθος και πίστη. «Οργανώνεται» σήμαινε τότε να γίνεσαι μέλος σε μαθητικές παρατάξεις και νεολαίες κομμάτων, να δίνεις τον πολύτιμο χρόνο σου σε συνεδριάσεις, αφισοκολλήσεις, ψηστήρια, καμπάνιες, αντιπαραθέσεις. Να πιστεύεις ότι θα αλλάξεις τον κόσμο, θα φέρεις τον σοσιαλισμό.

 

Εντάξει, η ηρωίδα του βιβλίου τής Καστρινάκη έχει και μερικές ιδιαιτερότητες. Αυτές του ΚΚΕεσωτερικου. Πιστεύει σε δημοκρατίες, εθνικά ακροατήρια, διαρθρωτικές αλλαγές, θεσμούς, Ευρώπες και διάφορα τέτοια πολυτελή. Που φαίνονται ψιλά γράμματα σε έναν λαό που τρέχει στον Ανδρέα και το ΠΑΣΟΚ. Να λοιπόν γιατί διαβάζοντας με συγκίνηση και τεράστιο ενδιαφέρον το βιβλίο της σκεφτόμουνα ότι ίσως έχει περισσότερη σχέση με το σήμερα παρά με το χθες.

 

• Δεν αποφύγατε την έκθεση, όπως άλλωστε και σε προηγούμενα βιβλία σας, κυρίως τα διηγήματά σας. Η Ειρήνη, το λέτε, είστε και δεν είστε εσείς. Γιατί δεν εμπιστευτήκατε, όμως, απόλυτα τη μυθοπλασία; Τι φοβηθήκατε σε ένα κανονικό μυθιστόρημα με το ίδιο θέμα και τους ίδιους ήρωες;

 

«Στο όριο προσωπικού και πολιτικού, άρα στο όριο μυθοπλασίας και μαρτυρίας: έτσι το σκέφτηκα. Υπάρχουν σημεία όπου το βιβλίο είναι τόσο πολιτικό (π.χ. όταν μιλάω για την περίφημη ρήση του Πουλαντζά ότι “ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα υπάρξει καθόλου”), ώστε θεώρησα ότι δεν μπορώ να μυθοποιήσω, να κατασκευάσω περισσότερο. Σε άλλα ζητήματα, στα ερωτικά π.χ., που είναι πολιτικά με την έννοια ότι ζητώ να αποδώσω το κλίμα της σεξουαλικής απελευθέρωσης της εποχής, εκεί παίρνω μεγαλύτερες μυθοπλαστικές ελευθερίες».

 

• Σε ποιους απευθύνεστε κυρίως; Στη γενιά της Μεταπολίτευσης και, μάλιστα, στα παιδιά που η πτώση της χούντας τα βρήκε στο γυμνάσιο και στελέχωσαν τις μαθητικές οργανώσεις; Στους συντρόφους σας της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος; Σε όλους, ΚΝίτες, Πασόκους, Β' Πανελλαδικάριους, ΠΠΣΠίδες της εποχής, που άλλωστε δεν τους ξεχνάτε στο βιβλίο σας, αλλά τους δίνετε τον λόγο;

 

«Απευθύνεται, αγαπημένη μου παλιά συντρόφισσα (να μην το αποκαλύψουμε;), σε όλες τις παλιές καραβάνες που πήραν μέρος στο τότε λεγόμενο “μαθητικό κίνημα” και θέλουν να ανασκαλέψουν την εποχή εκείνη όπου νομίζαμε ότι κρατούσαμε την αλλαγή του κόσμου στην παλάμη μας. Απευθύνεται και στη νέα γενιά που θέλει να γνωρίσει την ιστορία των γονιών της – έκανα το τεστ με την κόρη μου και είδα πως πιάνει. Εντέλει, απευθύνεται και σε κάθε αναγνώστη/αναγνώστρια που γουστάρει τις αφηγήσεις τις οποίες διατρέχει ένα υποδόριο χιούμορ».

 

• Θέλετε δεν θέλετε είναι πάντως κυρίως ένα βιβλίο για την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, το ΚΚΕεσ. και τις ιδέες τους. Ενα είδος éloge (χωρίς να λείπει, όμως, μια κάποια ειρωνεία) για έναν χώρο που εδώ και καιρό ανήκει στην ιστορία. Ή μήπως όχι;

 

«Εγκώμιο: ακριβώς! Νιώθω πάντα ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη γι’ αυτό το μεγάλο σχολείο όπου φοίτησα, την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος (γράφω το όνομά της και συγκινούμαι – χάσαμε κιόλας προχθές έναν από τους καλύτερους, τον Κώστα Κάρη), για το κόμμα της ανανεωτικής Αριστεράς και τις ιδέες του: τη δημοκρατία, τον πλουραλισμό, τον “σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο”, τον σεβασμό του αντιπάλου, την αρχή του διαλόγου… Εχω την εντύπωση ότι οι ιδέες αυτές αφορούν τους πάντες, και μάλιστα κατά την περίοδο που διανύουμε».

 

• Δηλαδή, η κρίση έκανε ακόμα πιο επιτακτικό το βιβλίο;

 

«Ηταν και η κρίση. Αν δεν είχε προκύψει, θα έγραφα ίσως ένα βιβλίο πιο προσωπικό. Ομως το βιβλίο τοποθετείται στο σημείο συνάντησης του πολιτικού με το προσωπικό. Ουσιαστικά ήθελα να μιλήσω γι’ αυτή την περίφημη παθολογία της Μεταπολίτευσης, που τόσο συζητείται την περίοδο της κρίσης, και να δώσω τη δική μου εκδοχή. Πολλά θα είχαν αποφευχθεί, πιστεύω, με μιαν άλλη στρατηγική, με μια διαφορετική αντίληψη για τα δημόσια πράγματα, όπως αυτή που πρότεινε τότε η ανανεωτική Αριστερά. Δεν με ενδιαφέρει βέβαια η εκ των υστέρων δικαίωση. Με ενδιαφέρει τι κάνουμε τώρα».

 

• Η Μεταπολίτευση δέχεται όντως πολλά πυρά, λόγω της κρίσης και της φθοράς του πολιτικού συστήματος. Εσείς, πάντως, διαλέξατε να ξεκινήσετε το βιβλίο σας με την άποψη του Γιάννη Βούλγαρη, ότι κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η «έκρηξη των προσδοκιών».

 

«Η “έκρηξη των προσδοκιών” ήταν μια ωραία κατάσταση. Ηταν η ελπίδα ενός φτωχού και καταπιεσμένου πληθυσμού, που έβλεπε επιτέλους τη δυνατότητα να εκφραστεί και να διεκδικήσει. Ηταν η ελπίδα της νεολαίας να αλλάξει ένα απαρχαιωμένο εκπαιδευτικό σύστημα. Ηταν η αίσθηση της μεγάλης ευκαιρίας. Ωραία η έκρηξη, έπρεπε όμως η λάβα που προέκυψε να μπει σε ένα κανάλι λογικής. Αντίθετα, καλλιεργήθηκε το χωράφι του μαξιμαλισμού (ιδεοληψία) ή της αρπαχτής (συμφέρον). Τα κόμματα της Αριστεράς, πρωτίστως το ΠΑΣΟΚ, έχουν βέβαια τη μέγιστη ευθύνη. Από την άλλη, δεν θα ξεχάσω ποτέ την ανακούφιση, την αγαλλίαση, τη λάμψη της προσδοκίας στα μάτια του μικρού φαντάρου, που φύλαγε το εκλογικό κέντρο (εγώ ήμουν εκλογική αντιπρόσωπος), όταν άρχισαν να έρχονται τα πρώτα αποτελέσματα που έδειχναν νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981».

 

• Εχετε αναθεωρήσει κάποιες από τις τότε ενστάσεις σας για το ΠΑΣΟΚ; Βρίσκετε σήμερα ομοιότητες μεταξύ Ανδρέα και Τσίπρα ή είναι μια εύκολη, ανιστόρητη διαπίστωση;

 

«Ο Αντρέας συμβόλιζε τότε την κενή ρητορεία και τον λαϊκισμό. Καθώς έχουν περάσει τα χρόνια, τον αντιμετωπίζω πια με μεγαλύτερη συμπάθεια. Στο ανθρώπινο επίπεδο, έχουμε μάθει κιόλας ότι περνούσε πότε πότε και καμιά κατάθλιψη. Ο Αλέξης, αλήθεια, έχει ποτέ αμφιβολίες για τον εαυτό του και την πολιτική του;»

 

• Ο πολιτικός χώρος στον οποίο κινείται η ηρωίδα του βιβλίου σας τότε είχε αίγλη, ακόμα κι όταν έμενε εκτός Βουλής. Μήπως, όμως, όπως έκλεισε η Unità, η ανανεωτική Αριστερά σήμερα οδηγείται αναγκαστικά στον ΣΥΡΙΖΑ ή ακόμα και στο Ποτάμι και στην Ελιά;

 

«Η ανανεωτική Αριστερά, η ΔΗΜΑΡ για την ακρίβεια, είχε την ευκαιρία να παίξει έναν σημαντικό ρόλο και δεν τον ανέλαβε. Δεν θέλησε να γίνει ο καταλύτης για τη συσπείρωση της Κεντροαριστεράς. Είχε έρθει η ώρα της και δεν το κατάλαβε. Κρίμα! (Ελπίζω να οφείλεται σε απλή ανικανότητα της ηγεσίας και όχι σε σκοτεινό υπολογισμό.) Το κρίμα πάντως είναι δικό της και το αποτέλεσμα η διάλυσή της. Ομολογώ ότι δεν μπορώ να θρηνήσω γι' αυτήν, ύστερα από ένα τέτοιο βαρύ σφάλμα. Σφάλμα που αντιβαίνει τις καταστατικές της αρχές, αυτές που μας είχε διδάξει στη Μεταπολίτευση, και χάρη στις οποίες είχε όντως αίγλη κι ας μην ψηφιζόταν. Σήμερα, από τις ιδέες εκείνες ίσως η σημαντικότερη είναι ότι το καλό του τόπου είναι σημαντικότερο από το καλό του κόμματος. Αυτό δεν ήταν “ιδέα”, ήταν πράξη: τότε, στη Μεταπολίτευση, ουδέποτε θυμάμαι το κόμμα της ανανεωτικής Αριστεράς να κάνει επιλογές προς ίδιον όφελος. Γι’ αυτό πάτωνε στις εκλογές, γι’ αυτό όμως και συγκέντρωνε την εκτίμηση όλων. Γιατί οι Ελληνες (ίσως οι άνθρωποι γενικώς) είναι βέβαια αντιφατικοί».

 

• Ο τίτλος του βιβλίου μού φαίνεται υπερβολικά αισιόδοξος. «Και βέβαια αλλάζει!». Κι όμως, πριν από λίγες μέρες ο Αλέξης Τσίπρας έκανε κάλεσμα στο όνομα του ΕΑΜ, ξεχνώντας πόσο ιδρώσαμε για να αφήσουμε πίσω διχασμούς και αίμα. Κι, όμως, οι φοιτητές, που κάποτε απλώς χτυπούσαν τα χέρια τους στο τραπέζι των καθηγητών για την αποχουντοποίηση, όπως περιγράφετε στο βιβλίο σας, τώρα μπορεί και να τους… κτίζουν στα γραφεία τους. Πώς και πού βλέπετε, λοιπόν, αυτήν την αλλαγή προς το καλύτερο;

 

«Εχω την εντύπωση πως είναι πολλοί όσοι έχουν πια συνείδηση των προβλημάτων και επιθυμούν ένα διαφορετικό κράτος και μια αλλιώτικη δημόσια συμπεριφορά. Κάποιοι φοιτητές έφτασαν τώρα στο παράδοξο σημείο να ζητήσουν να χαθεί το εξάμηνό τους, δηλαδή να επιμηκύνουν τις δύσκολα αυτοχρηματοδοτούμενες σπουδές τους, προκειμένου να σπουδάσουν σοβαρά και όχι εικονικά. Από την άλλη, κάποια έξαλλα παιδιά αριστερών ομάδων διαλύουν με τη βία τα συλλογικά όργανα στο πανεπιστήμιο (το έχω ζήσει όχι λίγες φορές), προβάλλοντας το συγκλονιστικό αίτημα να τους εξασφαλίσουμε το μέλλον τους. Μακάρι να μπορούσαμε! Δεν καταλαβαίνουν, προφανώς, ότι δυσφημίζουν την Αριστερά στο υπόλοιπο 99% των φοιτητών. Στο βιβλίο μου πάντως, ενώ η νεαρή ηρωίδα των χρόνων της Μεταπολίτευσης έχει την πεποίθηση ότι ο άνθρωπος αλλάζει και γίνεται έξω φρενών όταν ακούει το αντίθετο, η ώριμη αφηγήτρια, που δηλώνει αυθόρμητα “και βέβαια αλλάζει”, έπειτα αυτοδιορθώνεται λέγοντας “οφείλει να αλλάξει”».

 

• Διαβάζοντας το βιβλίο σας έψαχνα να βρω τα κοινά αλλά και τις διαφορές ανάμεσα στην έντονη πολιτικοποίηση της δικής μας γενιάς και της σημερινής, της γενιάς της κρίσης. Θα με βοηθήσετε;

 

«Η γενιά της κρίσης, όπως τη βλέπω εγώ στα αμφιθέατρα της Φιλοσοφικής μιας επαρχιακής πόλης, είναι κάπως παράξενη. Από τη μία νιώθω την προσοχή να εντείνεται όταν θίγω σύγχρονα ζητήματα (π.χ. ενιαία τιμή του βιβλίου) ή διδάσκω κείμενα (στρυφνά μάλιστα) με θέμα τον εμφύλιο πόλεμο. Από την άλλη συναντώ όχι λίγα γραπτά στις εξετάσεις όπου είναι σαφές ότι οι φοιτητές βαριούνται να καταβάλουν και την ελάχιστη προσπάθεια. Ισως να λειτουργεί ακόμα κάποια αδράνεια από την εποχή της ευμάρειας. Γενικά, πάντως, ο βαθμός πολιτικοποίησης είναι ιδιαίτερα χαμηλός. Οσο για τις έννοιες αριστερά – δεξιά, σε κάθε εναρκτήριο μάθημα (κι όταν διδάσκει κανείς 20ό αιώνα είναι δύσκολο να παρακάμψει το ζήτημα) συμβαίνει να δίνω αναγκαστικά τον ορισμό τους…»

 

• Σε έναν κόσμο απελπισμένο, που βρίσκει καταφύγιο και ελπίδα σε παλιές λύσεις, πώς νιώθει ένα κορίτσι που έγινε γυναίκα και εξακολουθεί να πιστεύει στη μετριοπάθεια, στους θεσμούς, στις συναινέσεις;

 

«Δεν νιώθει άνετα. Οταν οι φίλοι μου από τον ΣΥΡΙΖΑ (και είναι μπόλικοι) μου επισημαίνουν ότι, να, η ψήφος είναι ταξική, η ταλαιπωρημένη Β' Αθηνών ψήφισε έτσι κι έτσι, αισθάνομαι αληθινά άσχημα. Συμβαίνει όμως να έχω πειστεί από τους αναλυτές και να έχω σχηματίσει τη βεβαιότητα ότι κάθε άλλη λύση (“αντίσταση” στην Ευρώπη, στους δανειστές κ.λπ.) αυτόν τον ήδη καταταλαιπωρημένο πληθυσμό θα εξουθένωνε ακόμα περισσότερο. Επειτα, έχουμε δοκιμάσει επί τόσες δεκαετίες τη στρατηγική της αντιπολίτευσης και της όξυνσης, που λέω πως δεν θα έβλαπτε να καθίσουμε γύρω από ένα τραπέζι και να διαπραγματευτούμε. Γνωρίζω πως δεν είναι κάτι απλό (οι μαρτυρίες από τη ΔΗΜΑΡ για τη συγκυβέρνηση μιλούν για δύσκολες καταστάσεις), όμως πιστεύω ότι οφείλουμε να το πράξουμε».

 

• Κλείνετε το βιβλίο σας με μια δήλωση αισιοδοξίας. Πού τη βασίζετε;

 

«Ακούω συχνά τελευταία, από στενούς φίλους μάλιστα, ότι το “ελληνικό πανεπιστήμιο είναι καταδικασμένο”. Απορώ και εξανίσταμαι. Ακόμα κι αν υπάρχουν υπέρτερες δυνάμεις (και υπάρχουν), εμείς οφείλουμε να αγωνιζόμαστε. Ιδού η λέξη της Μεταπολίτευσης: “να αγωνιζόμαστε”. Την εκφέρω με κάποιο δέος και με την αίσθηση ενός παλιού λεξιλογίου. Ομως τη νοοτροπία του “αγώνα” δεν πρέπει να τη χάσουμε. Λοιπόν, την αισιοδοξία τη βασίζω στην ανθρώπινη θέληση. Να μην γκρινιάζουμε και να μην παραιτούμαστε: το οφείλουμε στον εαυτό μας και στους άλλους».

……………………………………………………………………………………….

 

Φοιτήτριες και φεμινισμός: δύσκολη συνάντηση

 

• Η ΕΚΟΝ Ρ.Φ. ήταν η πρώτη Nεολαία που μίλησε για τα δικαιώματα γυναικών και ομοφυλοφίλων, αποσυνδέοντάς τα από τη σοσιαλιστική αλλαγή. Σε κάποιο συνέδριο έγινε, μάλιστα, προσπάθεια να ψηφιστεί ότι η αντίθεση άνδρα-γυναίκας είναι εξίσου βασική με την αντίθεση κεφάλαιο-εργασία! Πιστεύετε ότι οι νέες κοπέλες σήμερα αντιλαμβάνονται (και πώς) τη σημασία του φεμινισμού;

 

«Στον Ρήγα Φεραίο ήμασταν, φευ, μια ελίτ. Εδώ, στην επαρχία, γνωρίζω τον “κανονικό” πληθυσμό της Ελλάδας. Λοιπόν, παρ' όλο που δίδαξα, υποτίθεται, φέτος πώς να διαβάζουν “σαν γυναίκες”, δηλαδή από μια οπτική γωνία ισότητας των δύο φύλων, οι φοιτήτριες (για τους άρρενες φοιτητές δεν το συζητάω καν) αντιμετώπισαν μεγάλη δυσκολία να αντιδράσουν σε ένα αφήγημα όπου η γυναίκα παρουσιαζόταν χλομή, άλαλη, κακομοίρα, ενώ ο άντρας φωτεινός, γεμάτος σφρίγος και “δίκαιη” οργή εναντίον της. Ο μισός φοιτητικός πληθυσμός δεν κατάλαβε καν την ερώτηση. Πόσες φορές δεν διάβασα στα γραπτά τους ότι η γυναίκα είναι από τη φύση της πιο ευσυγκίνητη! Γιατί έχει τάχα τόση πέραση η γυναικεία παραλογοτεχνία;»

 

* INFO: Αν δεν έχετε ξαναδιαβάσει βιβλίο της Αγγέλας Καστρινάκη, τουλάχιστον ένα, το μυθιστόρημά της «Ερωτας στον καιρό της ειρωνείας» (εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2008), μπορεί να σας γεμίσει τις διακοπές σας με τον καλύτερο τρόπο. Κυρίως αν είστε γυναίκα, ερωτεύεστε, στέλνετε e-mails και καταφέρετε να το ανακαλύψετε στα βιβλιοπωλεία. Συνιστώνται ιδιαιτέρως όλες οι συλλογές διηγημάτων της («Φιλοξενούμενη», «Εκδρομές με φίλες», «Τα όρια της ζεστασιάς», «Εκδοχές της Πηνελόπης»), αλλά και τα δοκίμιά της «Η λογοτεχνία, μια σκανταλιά, μια διαφυγή ελευθερίας». Τα βιβλία της κυκλοφορούν από «Εστία» και «Εκδόσεις Πόλις».

 

[email protected]

 

Scroll to top