Του Κώστα Τσάβαλου
Ανοίγει η «βεντάλια» των μέτρων που επιστρατεύει το υπουργείο Οικονομικών κατά των φοροφυγάδων και των οφειλετών του Δημοσίου, ενεργοποιώντας το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο το οποίο μέχρι τώρα δεν έχει εφαρμοστεί ή στην καλύτερη περίπτωση έχει εφαρμοστεί υποτυπωδώς για διάφορους λόγους, πρωτίστως πολιτικούς. Με στόχο να χτυπηθεί η μεγάλη φοροδιαφυγή, η οποία διαπράττεται κυρίως μέσω της παραοικονομίας και του «μαύρου χρήματος», οι αρμόδιες δικαστικές και φορολογικές αρχές της χώρας έχουν λάβει σαφείς εντολές για τη λήψη σκληρών μέτρων.
Για όσους θεωρούνται ύποπτοι για μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή ή για μη εμπρόθεσμη καταβολή οφειλών προς το Δημόσιο άνω των 10.000 ευρώ και ταυτόχρονα θεωρούνται ύποπτοι για ξέπλυμα χρήματος το οποίο αποκτήθηκε από τις συγκεκριμένες παράνομες δραστηριότητες, θα προχωράει άμεσα η δέσμευση των τραπεζικών τους λογαριασμών και των θυρίδων, ενώ θα απαγορεύεται η μεταβίβαση των περιουσιακών τους στοιχείων.
Σύμφωνα μάλιστα με εγκύκλιο της γενικής γραμματέως Δημοσίων Εσόδων, Αικατερίνης Σαββαΐδου, η εφαρμογή του μέτρου της δέσμευσης και απαγόρευσης μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων λόγω διάπραξης αδικημάτων που συνδέονται και με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες υπερισχύει κάθε άλλου μέτρου που έχει δικαίωμα να λάβει το Δημόσιο κατά του διαπράξαντος τα συγκεκριμένα αδικήματα. Αυτό σημαίνει ότι τα δεσμευόμενα περιουσιακά στοιχεία δεν επιτρέπεται να εκπλειστηριαστούν ούτε από το ίδιο το Δημόσιο.
Τα 4 «βασικά αδικήματα»
Τα «βασικά αδικήματα» που μπορούν να συνδεθούν από τις φορολογικές αρχές με πράξεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι, από την 1-1-2014, τα ακόλουθα:
1. Μη υποβολή δήλωσης ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, εφόσον ο φόρος που αναλογεί στα καθαρά εισοδήματα που έχουν αποκρυβεί υπερβαίνει σε κάθε διαχειριστική περίοδο το ποσό των 15.000 ευρώ, καθώς και η αποφυγή πληρωμής φόρου πλοίων.
2. Μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση ΦΠΑ, παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, εφόσον το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς ή το ποσό του ΦΠΑ που συμψηφίστηκε ή δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς υπερβαίνει τις 3.000 ευρώ σε ετήσια βάση.
3. Εκδοση ή αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ, καθώς και μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση στοιχείων καθ’ υποτροπή εντός χρονικού διαστήματος 3 ετών από τον εντοπισμό της παράβασης αυτής για πρώτη φορά.
4. Μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ, με την εξαίρεση της μη καταβολής χρεών που προκύπτουν από χρηματικές ποινές ή πρόστιμα που επιβλήθηκαν από τα δικαστήρια ή από διοικητικές αρχές.
Σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που δίνει το υπουργείο Οικονομικών, τα ελεγκτικά κέντρα και οι εφορίες, όταν διαπιστώνουν τις προαναφερθείσες περιπτώσεις παραβάσεων, οφείλουν να υποβάλλουν αναφορές στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, ενημερώνοντας συγχρόνως και τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, εφόσον το ποσό των παραβάσεων όλων των παραπάνω αδικημάτων υπερβαίνει αθροιστικά τις 50.000 ευρώ.
Στη συνέχεια, εφόσον κατά την έρευνα της Αρχής διαπιστωθεί ότι υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι τραπεζικοί λογαριασμοί, οι τίτλοι, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή οι θυρίδες των παραβατών περιέχουν χρήματα ή πράγματα που προέρχονται από τέλεση των παραπάνω αδικημάτων, ο πρόεδρος της Αρχής μπορεί να διατάξει την απαγόρευση της κίνησης των λογαριασμών, των τίτλων και των χρηματοπιστωτικών προϊόντων, καθώς επίσης και την απαγόρευση του ανοίγματος θυρίδων και της μεταβίβασης ή εκποίησης οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου.
Η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες οφείλει να ενημερώνει μέσα σε 2 εργάσιμες ημέρες τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για τις περιπτώσεις δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων που σχετίζονται με νομιμοποίηση εσόδων που προέρχονται από φορολογικά αδικήματα ή αδικήματα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, αποστέλλοντας τις σχετικές αποφάσεις. Οι συγκεκριμένες αποφάσεις θα αποστέλλονται εν συνεχεία στις αρμόδιες υπηρεσίες (ΔΟΥ, Ελεγκτικά Κέντρα ή Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης κατά περίπτωση) προκειμένου αυτές να είναι ενήμερες για τα περιουσιακά στοιχεία των φορολογουμένων που έχουν δεσμευτεί από την Αρχή, ώστε να προβούν στις ενδεδειγμένες ενέργειες και κινήσεις για την προστασία των συμφερόντων του Δημοσίου.