Του Τάσου Τσακίρογλου
Σε μια περίοδο που η συντηρητική παράταξη, εγκλωβισμένη στις μνημονιακές πολιτικές, αναζητά διέξοδο, η μόνη της επιλογή είναι η «φυγή στο παρελθόν» και η επιστροφή στις πιο μαύρες περιόδους της πολιτικής μας ιστορίας και στη «θαλπωρή» των «παραδοσιακών αξιών»: εθνικισμός, χριστιανορθοδοξία, αντικομμουνισμός και «οικογένεια». Συν βέβαια τον ρατσισμό, ο οποίος έχει ενσκήψει τα τελευταία χρόνια με την έξαρση του μεταναστευτικού ρεύματος.
Στην εμπροσθοφυλακή αυτής της στροφής βρίσκεται ο πρώην εξ απορρήτων και γραμματέας της κυβέρνησης, Τάκης Μπαλτάκος, ο οποίος τις τελευταίες μέρες επιχειρεί να κατευθύνει τις εξελίξεις, δίνοντάς τους ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα. Αυτό το στίγμα συνίσταται συνοπτικά στην αφήγηση:
- Η Δεξιά σήμερα πρέπει να απενοχοποιηθεί, να αποτινάξει το άγος του εμφυλίου και του μετεμφυλιακού κράτους. «Φάγαμε εξήντα χρόνια το παραμύθι της Αριστεράς. Καιρός να τελειώσει», δήλωσε ο κ. Μπαλτάκος στην «Εφ.Συν.». Η ενοχή, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι αδικαιολόγητη, αφού αφορά όλους εκείνους «που εκτοπίστηκαν, ή εκτελέστηκαν, αφού φυλακίστηκαν, ύστερα από δικαστικές αποφάσεις, για εγκλήματα που είχαν κάνει και είναι φρικώδη» (Βήμα FM).
*Η πτώχευση της Ελλάδας οφείλεται στην Αριστερά, παρότι αυτή δεν κυβέρνησε. «Τα πάντα τα καταλογίζω σ' αυτήν, γιατί με τις οιμωγές και τα αναφιλητά δεκαετιών κατάφερε να πείσει ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. για “το δίκαιο του αγώνα”, με αποτέλεσμα τη λήψη τέτοιων μέτρων που οδήγησαν προοδευτικά τη χώρα σε πτώχευση» («Εφ.Συν.»).
*Σήμερα η Αριστερά έχει μια ιστορική ευκαιρία, όπως έδειξαν οι ευρωεκλογές του Μαΐου, αλλά, ακόμα και εάν κερδίσει τις εθνικές εκλογές, «θα έχουμε μια νέα Βάρκιζα [...] πάλι θα παραδώσουν τα όπλα», αφού «στους κόλπους της Αριστεράς η αστικοποίηση αργά, μαυλιστικά, έχει προχωρήσει ώς τον μυελό των οστών. Εχουν “μαλακώσει” πολύ». Αν παρ' ελπίδα τα καταφέρει, θα πρόκειται για καταστροφή. «Θα απομειωθούν οι επενδύσεις και οι φτωχοί θα γίνουν φτωχότεροι, για πρώτη φορά με Αριστερά». Παράλληλα, «η χώρα θα παγκοσμιοποιηθεί σε βαθμό αφελληνισμού και οι αστικές αξίες και οι μύθοι με τους οποίους θεμελιώθηκε το οικοδόμημα του Νέου Ελληνισμού θα υποστούν οριστική ταπείνωση».
*Η Δεξιά πρέπει «να μην στρέφεται εναντίον των πυλώνων της: των Σωμάτων Ασφαλείας, των Ενόπλων Δυνάμεων και της Εκκλησίας». Γι' αυτό πρέπει να μην περάσει το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, ώστε οι μητροπολίτες να μπορούν «με εγκυκλίους ή από άμβωνος να καταφέρονται κατά αιρετικών ή άλλων δογμάτων ή θρησκειών, στον βαθμό που επηρεάζουν την ελληνική κοινωνική τάξη, όπως οι Μουσουλμάνοι».
*Οι επιλογές της κυβέρνησης και του ιδίου δεν έχουν ταπεινά κίνητρα συμφερόντων, καθώς, όπως λέει, τόσο ο ίδιος όσο και ο Α. Σαμαράς είναι «δαυλοί αναμμένοι στον βωμό της πατρίδας μας». Στόχος, η ανάκαμψη της Ν.Δ., «αν απαλλαγεί από τη Μέρκελ, τον Ράιχενμπαχ και τους Γερμανούς».
*Τέλος, «η Δεξιά είναι μόδα» («Εφ.Συν.»).
Η αφήγηση αυτή, η οποία επιχειρεί να ενοποιήσει τη Δεξιά με την Ακροδεξιά στη βάση του κλασικού χουντικού ιδεολογήματος «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» και του αντικομμουνισμού, φιλοδοξεί να γίνει η έκφραση της αστικής τάξης στην Ελλάδα με όρους παραταξιακούς και με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν. Στην πραγματικότητα εκφράζει μια ακραία συντηρητική και ξενόφοβη προσέγγιση των διεθνών οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων πάνω στον καμβά ενός κύματος αντιδραστικής αντι-παγκοσμιοποίησης, όπως έδειξαν και οι ευρωεκλογές. Εξ ου και το φαιδρό επικοινωνιακό «η Δεξιά είναι μόδα». Πρόκειται για μιαν αφήγηση που επιδιώκει την επιστροφή σε μια εποχή κατά την οποία οι πολιτικές εξελίξεις καθορίζονταν από τους νικητές του εμφυλίου με κάθε μέσο και ανταποκρίνεται σε έναν ιστορικό ρεβανσισμό με στόχο την αφαίρεση του ηθικού πλεονεκτήματος από την Αριστερά.
Η ανοιχτή γραμμή του Τάκη Μπαλτάκου με τη Χρυσή Αυγή, ενόσω ανήκε στη Ν.Δ., εμπίπτει στις εκλεκτικές συγγένειες των δύο πολιτικών ηγεσιών και στην κοινή αντίληψη περί ιστορίας και των σχετικών μύθων που συμμερίζονται.