Ο αρχιμουσικός Θεόδωρος Κουρεντζής διευθύνει τους KYKLOS και τον τενόρο Κηθ Στόνουμ στην κατά Τσέντερ εκδοχή του «Χειμωνιάτικου ταξιδιού» του Σούμπερτ 

Photo: Ακριβιάδης

26/08/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΤΟ «ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ» ΜΕ ΤΟ ΕΠΑΥΞΗΜΕΝΟ ΣΥΝΟΛΟ ΚΥΚLOS ΣΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ

Ο Σούμπερτ, ο Κουρεντζής και η… ντουντούκα

Η τολμηρή, συναρπαστική μεταγραφή, που έκανε το 1993 στο έργο του Σούμπερτ ο Γερμανός Χανς Τσέντερ, προβάλλει και εκμεταλλεύεται κάθε εξέλιξη της μουσικής και της δραματουργίας που επωάστηκε στους περίπου δύο αιώνες από τη σύνθεσή του (1828).
      Pin It

Του Γιάννη Σβώλου

 

Πολύτιμη συνεισφορά του Συνόλου KYKLOS στη σύγχρονη, υποψιασμένη πρόσληψη της κλασικής μουσικής υπήρξε η συναυλία υπό τον Θεόδωρο Κουρεντζή στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος», στο πλαίσιο του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών (14 & 15/7/2014). Επαυξημένο με συμμετοχή μεγάλου αριθμού εκλεκτών σολίστ από την ΚΟΑ και άλλες ορχήστρες, το 24μελές σύνολο παρουσίασε το «Χειμωνιάτικο ταξίδι» του Σούμπερτ στην από κάθε άποψη συναρπαστική μεταγραφή του Γερμανού αρχιμουσικού και συνθέτη Χανς Τσέντερ (γενν. 1936). Το έργο αυτό εντάσσεται στο ευρύτερο ενδιαφέρον του Τσέντερ για τον δημιουργικό διάλογο με το ιστορικό απόθεμα της ευρωπαϊκής μουσικής. Γράφτηκε το 1993 και φέρει τον πλήρη τίτλο «Το χειμωνιάτικο ταξίδι του Σούμπερτ – Μια συντεθειμένη ερμηνεία για τενόρο και μικρή ορχήστρα», κυκλοφορεί δε εδώ και αρκετά χρόνια στη δισκογραφία. Απόλυτα ταιριαστή στο φιλέρευνο, εναλλακτικό προφίλ των KYKLOS, η παρουσίαση του γεμάτου υπαρξιακές ανησυχίες αυτού έργου άφησε εντυπώσεις τόσο δυνατές, που απώθησαν τη σημασία της εκτέλεσης αυτής καθ’ εαυτής σε δεύτερο επίπεδο.

 

Στον συγκεκριμένο κύκλο τραγουδιών ο Τσέντερ κάνει κάτι μεγαλοφυές το οποίο, παρ’ ότι ως ακρόαμα ηχεί τελείως προφανές, ξαφνιάζει και καθηλώνει τον ακροατή με την ευστοχία, την τόλμη και την ποιότητα της έμπνευσής του. Με μια γενναία, ποιοτικά δικαιωμένη κίνηση πειρατικής πρόσκτησης/αναδημιουργίας αναπτύσσει και προβάλλει μέσα στη οικεία μουσική του Σούμπερτ όλες εκείνες τις εξελίξεις μουσικής γλώσσας και δραματουργίας που ενυπάρχουν σ’ αυτήν και επωάστηκαν στους περίπου δύο αιώνες οι οποίοι μεσολάβησαν από τη σύνθεσή της, το 1828, μέχρι σήμερα. Στην περίπου μιάμιση ώρα που διαρκεί το έργο, ο Τσέντερ παρασύρει με δαιμονική ευρηματικότητα τον ακροατή να περιπλανηθεί στον δυστοπικό κόσμο του αναπλασμένου «Χειμωνιάτικου ταξιδιού», να αφουγκραστεί και να βιώσει τα πάντα: το πρωτογενές θρηνητικό συναίσθημα και την αύρα της αυθεντικής βιεννέζικης γραφής του ίδιου του Σούμπερτ, τον δηλητηριώδη σαρκασμό της απόρριψης και τον πόνο του θανάτου μεγεθυσμένους μέσα από α λα Μάλερ ενορχηστρωτικές διατυπώσεις, το απύθμενο ψυχολογικό βάθος του ρομαντισμού προβεβλημένο μέσα από α λα Γκούρελιντερ βίαιες μεγεθύνσεις της εκφραστικής έντασης, απροσδόκητες στιγμιαίες διασυνδέσεις/παραπομπές στους κύκλους τραγουδιών του Μάλερ, χαρακτηριστικά μοντερνιστικές έως μεταμοντέρνες «μεταμφιέσεις» (π.χ. η χρήση ντουντούκας ως υπογράμμιση της απεγνωσμένης υπαρξιακής κραυγής!) της πρωτότυπης μουσικής…

 

Τα τραγούδια απέδωσε ο Αμερικανοαφρικανός τενόρος Κιθ Στόνουμ, κάνοντας χρήση μικροφώνου, ενδεχομένως και πέραν αυτής που ρητά προβλέπει ο συνθέτης. Γλυκιά και εύπλαστη, αλλά όχι τόσο ρωμαλέα όσο θα επιθυμούσε κανείς σε κάποιες παραγράφους, η φωνή του υπηρέτησε καλά το αριστουργηματικό παλίμψηστο των Σούμπερτ/Τσέντερ. Οι KYKLOS, υπό τον Κουρεντζή, συνόδευσαν την ερμηνεία του αψεγάδιαστα και με σεμνότητα, προσφέροντας ένα ανησυχητικής ψυχολογικής σαγήνης ακρόαμα.

 

Η αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος» ήταν κατάμεστη από κοινό, αποτελούμενο αφενός από λάτρεις του Ελληνα αρχιμουσικού, αφετέρου από επώνυμους της μουσικής ζωής και όχι μόνο. Σίγουρα η προσέλκυση κοινού στις εμφανίσεις συγκεκριμένου ερμηνευτή διαθέτει δική της δυναμική και συνιστά απόλυτα νόμιμο, υγιή τρόπο λειτουργίας/επιβίωσης της κλασικής μουσικής. Αραγε η συγκεκριμένη μερίδα φεστιβαλικού κοινού θα εμφανιζόταν, αν την ίδια συναυλία παρουσίαζε κάποιο αντίστοιχο γερμανικό σύνολο με δικό του άγνωστο αρχιμουσικό; Η επιφύλαξη επισημαίνει –αχρωμάτιστα- τα ρηχά κίνητρα και την επί της (πολιτιστικής) ουσίας κενότητα/αφερεγγυότητα ενός φαινομένου, που στηρίζεται αποκλειστικά στη –δικαιολογημένη ή αδικαιολόγητη- λατρεία μιας δυνατής δημόσιας περσόνας. Πού ήταν λοιπόν αυτό το ακροατήριο στις όμοια συναρπαστικές περσινές συναυλίες των KYKLOS ή στις συναυλίες των Ergon Ensemble;

 

ΥΓ. Το έργο του Τσέντερ διατίθεται στο εμπόριο σε δύο εκδόσεις: με τον τενόρο Κριστόφ Πρεγκαρντιέν και το σύνολο Klangforum Wien υπό τον Σιλβέν Καμπερλέν (KAIROS), και με τον τενόρο Πέτερ Μπλόχβιτζ και το Ensemble Modern υπό τον συνθέτη (πρώτη παγκόσμια ηχογράφηση στην RCA).

 

Scroll to top