Της Νόρας Ράλλη
Δύο βιβλία, όσον αφορά το μέγεθός τους, βλέπεις συνήθως να «κυκλοφορούν» στις παραλίες: τα υπερμεγέθη, διαφόρων θεματικών (από Ουμπέρτο Εκο μέχρι Χρυσηίδα Δημουλίδου) και τα βιβλία τσέπης, τα οποία συνήθως συνδέουμε μόνο με τα αστυνομικά. Ωστόσο, η αλήθεια απέχει πολύ από την κακή αυτή συνήθεια. Ειδικά, φέτος, δεν ήταν λίγοι οι εκδοτικοί οίκοι που αποφάσισαν να προωθήσουν εκ νέου τα βιβλία τσέπης, τα οποία, βέβαια, έχουν τη δική τους ιστορία στη χώρα μας, που μετράει ήδη πάνω από μισό αιώνα (Αν εξαιρέσουμε την περίοδο της χούντας που είχαν απαγορευθεί. Βλέπετε, οι τίτλοι ήταν κάπως «επικίνδυνοι»: Σολζενίτσιν, Σολωμός κ.λπ.).
Ηταν Ιανουάριος του 1982 όταν τα BELL με το μυθιστόρημα του Χάουαρντ Φαστ «Οι μετανάστες» εγκαινίαζαν μια σειρά βιβλίων τσέπης, που θα αποδεικνυόταν η μακροβιότερη και δημοφιλέστερη στην Ελλάδα, εισάγοντας στη χώρα μας τον ορισμό του «best seller», με τον οποίο και ταυτίστηκαν. Το συγκεκριμένο είδος τότε, κυρίως εξαιτίας της μικρής και διαφορετικά προσανατολισμένης εγχώριας εκδοτικής παραγωγής, ήταν ουσιαστικά αποκλεισμένο. Με την πρωτοβουλία αυτή, τα BELL έφεραν επανάσταση στην ελληνική αγορά, εκδίδοντας απευθείας σε σχήμα τσέπης τα έργα που συζητιούνταν και διαβάζονταν σε όλο τον κόσμο, σε άρτιες μεταφράσεις, προσιτή τιμή και πολύ κοντά χρονικά στην έκδοσή τους στο εξωτερικό.
Τριάντα δύο χρόνια αργότερα, η συνέχεια του εγχειρήματος και ο τρόπος που ανταποκρίθηκαν οι αναγνώστες σ’ αυτό μεταφράζεται σε περισσότερους από 300 συγγραφείς και πάνω από 1.000 τίτλους, όπως:
● Ο διάσημος Στίβεν Κινγκ, πανθομολογούμενα πλέον από τους σημαντικότερους δημιουργούς του καιρού μας («Νυχτερίτες», «Το Πρόσωπο του Φόβου», «Αϋπνία» κ.ά.),
● ο Τζον Γκρίσαμ, θεμελιωτής του δικαστικού θρίλερ, που τα περισσότερα βιβλία του έγιναν και διεθνείς κινηματογραφικές επιτυχίες («Κωδικό όνομα Πελεκάνος», «Οι ένορκοι» κ.ά.),
● ο Τόμας Χάρις, που άλλαξε τους κανόνες του θρίλερ, δημιουργώντας τον πιο γοητευτικό ψυχοπαθή δολοφόνο όλων των εποχών, τον Χάνιμπαλ Λέκτερ («Η σιωπή των αμνών», «Χάνιμπαλ», κ.ά.),
● ο πατέρας του κατασκοπικού μυθιστορήματος και σπουδαίος λογοτέχνης Τζον Λε Καρέ («Επίμονος κηπουρός», «Μια ευαίσθητη αλήθεια», «Ο Κατάσκοπος που Γύρισε από το Κρύο», κ.ά.)
● ο Κεν Φόλετ, που το έργο του «Στυλοβάτες της Γης» συγκαταλέγεται στα μεγαλύτερα μπεστ σέλερ όλων των εποχών,
● ο Τζέιμς Πάτερσον, πρώτος συγγραφέας σε πωλήσεις σε όλον τον κόσμο, δημιουργός του πασίγνωστου ντετέκτιβ Αλεξ Κρος, που ενσάρκωσε στον κινηματογράφο ο Μόργκαν Φρίμαν, κυρίαρχος τα τελευταία χρόνια στις λίστες των μπεστ σέλερ («Και ήρθε μια αράχνη», «Εγώ, ο Αλεξ Κρος», «Η 9η κρίση», «Θανάσιμη απειλή» κ.ά.).
● ο Μάικλ Κράιτον, διασημότερος εκπρόσωπος του επιστημονικού θρίλερ, που «ανέστησε» τους δεινόσαυρους με το θρυλικό «Τζουράσικ Παρκ»,
● ο Ντένις Λιχέιν, που μας χάρισε το «Σκοτεινό ποτάμι» και το «Νησί των Καταραμένων», τα οποία μεταφέρθηκαν με επιτυχία και στον κινηματογράφο,
● ο πολυβραβευμένος Μάικλ Κόνελι, που έχει χαρακτηριστεί ο νέος Τσάντλερ και θεωρείται από τους ανανεωτές του αστυνομικού μυθιστορήματος («Εκο Παρκ», «Ο δικηγόρος με τη Λίνκολν» κ.ά.),
● η Μπελίντα Μπάουερ, που απέσπασε με το «Μαύρο Χώμα» το χρυσό Dagger το 2010, ένα από τα σημαντικότερα βραβεία αστυνομικού μυθιστορήματος παγκοσμίως.
Εκτός, όμως, των αισθηματικών και αστυνομικών μυθιστορημέτων, το 1997 τα BELL εγκαινίασαν σειρά σύγχρονων κλασικών, γνωστή ως «Λογοτεχνική Βιβλιοθήκη», και πάλι στη φιλοσοφία του βιβλίου τσέπης. Εκδόθηκαν μεγάλοι συγγραφείς όπως ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ, ο Μιγκέλ Ανχελ Αστούριας, ο Ζόρζε Αμάντο, o δικός μας Νίκος Κάσδαγλης και πολλοί άλλοι.
Από το 1999 κυκλοφορεί επίσης και η σειρά των BELL σε μεγαλύτερο σχήμα, αποκλειστικά στα βιβλιοπωλεία, που περιλαμβάνει τόσο παλαιότερες μεγάλες επιτυχίες των εκδόσεων όσο και νέους τίτλους και συγγραφείς.
Ενδεικτικό είναι το φετικό εκδοτικό τους πρόγραμμα. Ηδη έχουν εκδοθεί: «Η 9η κρίση» του Τζέιμς Πάτερσον, «Δόκτωρ Υπνος» του Στίβεκ Κινγκ, «Αθωότητα» του Ντιν Κόουτζ, «Νοσφεράτου» του Τζο Χιλ, καθώς και «Ολα τα γραπτά» του Γούντι Αλεν. Στη βιβλιοπωλειακή σειρά αναμένεται μεταξύ άλλων η επανέκδοση του «Ο Νο 1 Καταζητούμενος» του Τζον Λε Καρέ, που έγινε ταινία με πρωταγωνιστή τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, η οποία θα προβληθεί στις αίθουσες το φθινόπωρο.
Οπως μας δήλωσε και η διευθύντρια του εκδοτικού τμήματος των εκδόσεων, Bάννα Κατσαρού: «Ευχόμαστε το θέμα του βιβλίου τσέπης, ενός προοδευτικού και σε συνθήκες κρίσης αναγκαίου θεσμού, να αντιμετωπισθεί από όλους σφαιρικά και αντικειμενικά και με τον σεβασμό που ο θεσμός έχει δίκαια κερδίσει στις καρδιές των αναγνωστών».
…………………………………………………………..
Πρώτα οι Γερμανοί, μετά οι Βρετανοί
Από τις αρχές του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν κάποια δείγματα paperback εκδόσεων, που στόχο είχαν ένα φτηνότερο βιβλίο, με μαλακό εξώφυλλο. Το 1931 ο γερμανικός οίκος Albatross Books επεξεργάστηκε την εμφάνιση των εκδόσεων αυτών, ωστόσο, το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου άφησε το πείραμα ανολοκλήρωτο. Το 1935 οι βρετανικές εκδόσεις «Penguin» υιοθέτησαν πολλές από τις καινοτομίες του Albatross Books, συμπεριλαμβάνοντας ένα διακριτό λογότυπο και χρωματιστά εξώφυλλα. Με αυτό τον νέο σχεδιασμό επανεξέδωσαν δέκα τίτλους τους, τυπώνοντας ένα εκατομμύριο βιβλία.
Στην Αμερική, το 1939 για πρώτη φορά σχεδιάστηκαν και κυκλοφόρησαν paperback εκδόσεις σε σχήμα τσέπης από το «Pocket Books του Simon & Schuster», γεγονός που έφερε επανάσταση στην εκδοτική βιομηχανία.
Στις 17 Ιουνίου 1950, στο Αμβούργο ο οίκος «Ρόβολτ» εκδίδει για πρώτη φορά βιβλία τσέπης. Τα πιεστήρια δουλεύουν νυχθημερόν, βγαίνουν τα πρώτα 50.000 αντίτυπα και κοστίζουν 1,50 μάρκο. Μικρά, ελαφρά και πολύ φτηνά. Μέσα σε ένα χρόνο είχε τυπώσει 16.000 διαφορετικούς τίτλους και πουλήσει 600 εκατ. αντίτυπα. Ο οίκος συνέχισε με κλασικούς συγγραφείς, οι οποίοι την περίοδο του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία είχαν παραμεληθεί: Φόκνερ, Χέμινγουεϊ, Καμί και Μπέκετ. Και άλλοι εκδοτικοί οίκοι στη Γερμανία, όπως οι Fischer, List και Goldmann θα ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Σύντομα δεν θα υπάρχει εκδοτικός οίκος στη Γερμανία που δεν θα βγάζει και βιβλία τσέπης. Με τον τρόπο αυτό, το βιβλίο φτάνει σε διάφορα οικονομικά στρώματα. Και όπως έλεγε ο Ερνστ Ρόβολτ: «Πιστεύω πως είναι σημαντικό για να κερδίσεις νέους αναγνώστες να περάσεις από το φτηνό βιβλίο, διότι από την εμπειρία μου γνωρίζω πως αν κερδίσεις έναν νέο αναγνώστη που αγοράζει ένα βιβλίο τσέπης, αργά αλλά σίγουρα θα περάσει και στο πιο ακριβό». Και όπως είπε κάποτε ο νομπελίστας συγγραφέας Τόμας Μαν, «τα βιβλία τσέπης εκδημοκράτισαν τη λογοτεχνία».